Η σημασία της Ελληνικής γλώσσας για τους Έλληνες
Πολλά έχουν ειπωθεί για την αξία, το μέγεθος και την μοναδικότητα της Ελληνικής γλώσσας. Στην Αρχαία Ελλάδα η γλώσσα μας, ήταν τόσο σεβαστή που οδήγησε τον Θεμιστοκλή να προβεί σε μία ανίερη για την εποχή πράξη.
Ποια ήταν αυτή? Διέταξε την σύλληψη και τον θάνατο του διερμηνέα των απεσταλμένων του Βασιλιά Ξέρξη όταν αυτοί ζήτησαν από τους Αθηναίους «γη και ύδωρ». Ο λόγος? Όπως μας μαρτυρά ο Πλούταρχος ο διερμηνέας θανατώθηκε διότι «φωνήν ελληνίδα, βαρβάροις προστάγμασιν ετόλμησε χρήσαι» δηλαδή «τόλμησε να χρησιμοποιήσει την ελληνική γλώσσα για να μεταφέρει βάρβαρα προστάγματα» (Πηγή: Πλούταρχος, Θουκυδίδης 6, 4, 2, ερμηνεία Αντώνιου Αντωνάκου). Πολλούς αιώνες αργότερα, ο Ιωάννης Καποδίστριας, ως Κυβερνήτης του ελεύθερου ελληνικού Κράτους, μηνύει στον Ιγνάτιο, Μητροπολίτη Ουγγαροβλαχίας, «Προστάξατε, ως νομοθέτης, όστις γραικός προς γραικόν γράφη εις διάλεκτον αλλογενών, κηρύττεται αλλογενής…!!». Βλέπουμε λοιπόν ότι η γλώσσα, δεν είναι αστεία υπόθεση για τους Έλληνες. Κάθε άλλο μάλιστα, αφού αποτελεί πολύ σοβαρή υπόθεση που αντιμετωπίζεται με τον δέοντα σεβασμό και τιμή. Για να κατανοήσουμε τον λόγο που εμείς οι Έλληνες αποδίδουμε τόση σημασία στην γλώσσα μας θα πρέπει να θυμηθούμε το «ομόγλωσσον» που αναφέρει ο Ηρόδοτος. Τα «ομόγλωσσον» των Ελλήνων, βασικό στοιχείο της Ελληνικότητάς μας, συνεχίζεται από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι σήμερα.
Μία, ενιαία και αδιαίρετη η Ελληνική γλώσσα
Οι επιφανέστεροι πνευματικοί άνθρωποι της σύγχρονης Ελλάδας περηφανεύονταν και διεκήρυτταν απερίφραστα το ενιαίο και συνεχές της Ελληνικής γλώσσας. Ο μεγάλος Νομπελίστας ποιητής μας, Γιώργος Σεφέρης, αναφέρει χαρακτηριστικά στις Δοκιμές του (Τόμος 1, σελ. 177, Εκδόσεις Ίκαρος) "Από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, μιλούμε, ανασαίνουμε και τραγουδούμε με την ίδια γλώσσα". Αλλά και ο έτερος Νομπελίστας μας, ο Οδυσσέας Ελύτης έλεγε ότι "Εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μία γλώσσα. Η Ενιαία Ελληνική Γλώσσα" τονίζοντας στην συνέχεια ότι "Το να λέει ο Έλληνας ποιητής, ακόμα και σήμερα, ο ουρανός, η θάλασσα, ο ήλιος, η σελήνη, ο άνεμος, όπως το έλεγαν η Σαπφώ και ο Αρχίλοχος, δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι πολύ σπουδαίο" (Πηγή: Το Φρονείν Ελληνικώς, σελ. 412). Δεν είναι όμως μόνο ο πνευματικός κόσμος που διεκήρυττε την συνέχεια της Ελληνικής γλώσσας. Ο λεξικογράφος Μαν. Τριανταφυλλίδης είπε πει ότι «Η νέα μας γλώσσα είναι η ίδια η αρχαία, αδιάκοπα μιλημένη από το Ελληνικό έθνος για χιλιάδες χρόνια, από χείλη σε χείλη και από πατέρα σε παιδί…» (Πηγή:Το Φρονείν Ελληνικώς, σελ. 412). Τέλος και ο Ελευθέριος Βενιζέλος δήλωνε ανεπιφύλακτα ότι «…η γλώσσα του ελληνικού λαού και η καθαρά και η δημοτική είναι μία γλώσσα ελληνική, αυτή αύτη η αρχαία εν τη εξελίξει την οποίαν υπέστη» (Πηγή: Το Φρονείν Ελληνικώς, σελ. 412).
Ποιά είναι όμως η άποψη της επιστήμης για όλα αυτά? Σύμφωνα με τον καθηγητή Γλωσσολογίας, κ. Μπαμπινιώτη, η γλώσσα μας ομιλείται αδιάκοπα στον ελληνικό χώρο εδώ και τουλάχιστον 4.000 χρόνια (δείτε το μαγνητοσκοπημένο απόσπασμα παρακάτω). Υπάρχει δηλαδή, μία συνέχεια της ελληνικής γλώσσας, η οποία ομιλείται από τους Έλληνες με το ίδιο λεξιλόγιο και την ίδια δομή, τουλάχιστον από τον Όμηρο μέχρι σήμερα. Φυσικά υπήρξαν αλλαγές και μεταβολές και μάλιστα σημαντικές, σημειώνει ο καθηγητής, ωστόσο αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι όλο το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούμε σήμερα προέρχεται κατ' ευθείαν από τις παλαιότερες μορφές της γλώσσας μας. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά για εμάς σήμερα?
Η νεοελληνική γλώσσα, φυσική συνέχεια της αρχαίας
Όταν λέμε ότι η Ελληνική γλώσσα ομιλείται χωρίς διακοπές, συνέχεια εδώ και 4.000 χρόνια, στην ουσία λέμε ότι η Ελληνική γλώσσα είναι μία, ενιαία και αδιαίρετηαπό την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Για αυτό άλλωστε ο καθηγητής κάνει λόγο για παλαιότερες και νεότερες μορφές της αυτής γλώσσας, της Ελληνικής και αποφεύγει να μιλήσει για "Αρχαία και Νέα Ελληνικά" διότι κάτι τέτοιο παραπέμπει τον ακροατή στην ύπαρξη δύο γλωσσών. Έχω την αίσθηση λοιπόν ότι, αν και ο καθηγητής δεν το επισημαίνει ξεκάθαρα, από την στιγμή που η Ελληνική γλώσσα είναι μία, με παρελθόν, παρόν και μέλλον, η διαίρεσή της σε δύο γλώσσες, τα "Αρχαία Ελληνικά" και τα "Νέα Ελληνικά" είναι λανθασμένη διότι, σε αντίθεση με την επιστήμη, δεν αποδέχεται την συνέχεια της γλώσσας μας. Η άμεση σχέση, που φτάνει σε σημείο οργανικής ταύτισης, μεταξύ των παλαιότερων και των νεότερων μορφών της ελληνικής γλώσσας, αν και αποδεκτό από την επιστήμη δεν είναι αποδεκτό από το Υπουργείο Παιδείας. Έτσι το μάθημα των "Αρχαίων Ελληνικών" αντιμετωπίζεται και διδάσκεται στο σχολείο ως μία ξένη γλώσσα, η οποία διεκδικεί δικαιολογημένα τον τίτλο του πιο αντιπαθητικού σχολικού μαθήματος.
Πού όμως φαίνεται αυτή η οργανική ταύτιση μεταξύ των παλαιότερων μορφών της γλώσσας μας και της σημερινής νεοελληνικής? Πώς δηλαδή αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχουν δύο γλώσσες, τα "Αρχαία" και τα "Νέα" ελληνικά, αλλά πρόκειται για την ίδια γλώσσα που έχει υποστεί μεταβολές με το πέρασμα του χρόνου και τις γλωσσικές μεταρρυθμίσεις του Κράτους? Σύμφωνα με τον Καθηγητή, Ιστορικό και Φιλόλογο κ. Αντώνιο Αντωνάκο, οι παλαιότερες μορφές της γλώσσας μας επιβιώνουν στα παράγωγα και τις σύνθετες λέξεις (Πηγή: Το Φρονείν Ελληνικώς, σελ. 409). Ομιλούμε δηλαδή σήμερα τα "Αρχαία" και δεν το γνωρίζουμε.
Ας δούμε όμως μερικά παραδείγματα. Σήμερα δεν χρησιμοποιούμε την αρχαία λέξη 'πέμπω' για να πούμε 'στέλνω', λέμε όμως όλα τα παράγωγα, δηλαδή 'παραπέμπω', 'εκπέμπω', 'πομπή', 'αποπομπή', 'πομπός'. Ομοίως δεν λέμε 'άγω' το 'οδηγώ', λέμε όμως τα παράγωγα 'άγημα', 'αγωγή', 'αγωγός', 'παράγω', 'ανάγω', 'εξάγω', 'εισάγω' κτλ. Μάλιστα κατά τον καθηγητή κ. Μπαμπινιώτη για να κατανοήσουμε αυτά τα νοήματα των πρωταρχικών ελληνικών λέξεων και να τις κάνουμε δικές μας, πρέπει να τις διδαχθούμε μέσα από τα κατάλληλα αρχαία κείμενα. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να καταλάβουμε την ορθή σημασία των παραγώγων τους και να τα χρησιμοποιήσουμε σωστά σήμερα στην νεοελληνική (Πηγή: Μπαμπινιώτης - Η χρησιμότητα των 'αρχαίων' ελληνικών στην παιδεία). Όπως είχε πει σε μία συνέντευξή του το 1986 στο περιοδικό "Πλάτων" ο σπουδαίος δημοτικιστής Ιωάννης Κακριδής, "μόνο όποιοι γνωρίζουν Αρχαία Ελληνικά μπορούν να χρησιμοποιούν σωστά την Νεοελληνική Δημοτική" (Πηγή: Το Φρονείν Ελληνικώς, σελ. 402). Και δεν θα μπορούσε να έχει άδικο σε αυτήν του την διαπίστωση, αφού η ελληνική γλώσσα είναι μία κι ενιαία κι έτσι για να μάθεις καλά μία μορφή της θα πρέπει να περάσεις πρώτα από τις πιο παλαιές μορφές της. Ας συνεχίσουμε όμως με τα παραδείγματα και να θυμηθούμε ότι σήμερα δεν λέμε το νερό 'ύδωρ' όπως οι πρόγονοί μας, ούτε το κρασί 'οίνο', ούτε το ψάρι 'ιχθύ'. Λέμε όμως 'άνυδρη γη', 'υδραγωγείο' και 'ύδρευση'. Λέμε 'οινοποιείο' και 'οινοπνευματώδες ποτό'. Λέμε 'ιχθυοκαλλιέργειες' και 'ιχθυοτροφείο'. Οι πρωταρχικές ελληνικές λέξεις παρέμειναν στην γλώσσα μας καθώς μόνο με αυτές μπορούμε να εκφράσουμε και τα πιο σύνθετα νοήματα. Δεν λέμε 'πυρ' την φωτιά σήμερα, ούτε 'αυλό' τον σωλήνα. Λέμε όμως ο 'πύραυλος' κι όχι ο 'φωτοσωλήνας'. Ακόμα δεν λέμε 'λώπο' το ρούχο, λέμε όμως 'λωποδύτη' τον απατεώνα αφού βυθίζεται μέσα στα ρούχα του από ντροπή και φόβο μην αποκαλυφθεί. Ακόμα δεν λέμε την φωνή 'αυδή', λέμε όμως 'έμεινε άναυδος' και 'απηύδησα'. Δεν λέμε 'βρύχιο' τα βαθιά νερά, λέμε όμως 'υποβρύχιο' το σκάφος που βυθίζεται σε αυτά. Δεν λέμε 'φιάλη' το μπουκάλι (εκτός ίσως στην 'φιάλη υγραερίου') λέμε όμως 'εμφιαλωμένο νερό'. Την πέτρα δεν την λέμε πια 'λας', λέμε όμως 'λαξεύω την πέτρα' και 'λατομείο'. Για την γη δεν χρησιμοποιούμε τις λέξεις 'αρούρα' και 'χθων' που χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μας, λέμε όμως 'αρουραίο' τον ποντικό και 'υποχθόνιο' αυτόν που ενεργεί υπόγεια. Ακόμα το χτενίζω δεν το λέμε 'κομμώ', πώς αλλιώς όμως θα μπορούσαμε να θαυμάσουμε την πλούσια 'κόμμη' και πώς αλλιώς θα λέγαμε το μέρος στο οποίο την περιποιείται κανείς αν όχι 'κομμωτήριο'? Το 'χτενιστήριο' στο κάτω-κάτω δεν ακούγεται και τόσο ωραία. Μέσα από αυτά τα παραδείγματα φαίνεται η οργανική σχέση μεταξύ της σύγχρονης και της παλαιότερης μορφής της ελληνικής γλώσσας. Η πρώτη πολύ απλά δεν θα υπήρχε χωρίς την τελευταία.
Έτσι λοιπόν, αν κάτι μας δείχνει αυτή η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας είναι ότι 'αρχαία' και 'νέα' είναι κατ' ουσία η ίδια γλώσσα σε διαφορετικό στάδιο εξέλιξης. Δεν υπάρχει 'παρθενογένεση' στην σημερινή μας γλώσσα. Προέρχεται απ' ευθείας από το παρελθόν μας. Μέσα από την σπουδή της παλιάς μας γλώσσας, αποκτούμε την ικανότητα να μιλήσουμε την σημερινή με μεγαλύτερη ευχέρεια ακόμα και σε απαιτητικές καταστάσεις (Πηγή: Μπαμπινιώτης - Η χρησιμότητα των 'αρχαίων' ελληνικών στην παιδεία). Τίποτα όμως δεν γίνεται στην τύχη. Με την διαίρεση της γλώσσας μας σε 'αρχαία' και 'νέα' ελληνικά μπόρεσε το Υπουργείο να θεσπίσει την διδασκαλία των «Αρχαίων» ως ξεχωριστή ξένη γλώσσα. Έτσι μοιραία ο μαθητής οδηγείται στην αποστήθιση και την παπαγαλία, αποστρέφεται τις ρίζες της γλώσσας του και τελικά στερείται την δυνατότητα να μάθει καλά την ‘νεοελληνική’ και να την μιλήσει με μεγαλύτερη ευχέρεια.
Δεν είναι όμως μόνο αυτό που πετυχαίνεται με την διαίρεση της ελληνικής γλώσσας. Η διαίρεση, ως γνωστόν, έχει την ιδιότητα να συρρικνώνει και να αποδυναμώνει. Ένας διαιρεμένος στρατός, είναι ένας συρρικνωμένος και αποδυναμωμένος στρατός, περισσότερο ευάλωτος στους εχθρούς του. Από αυτόν τον κανόνα δεν θα μπορούσε να ξεφύγει ούτε η Ελληνική γλώσσα, της οποίας η τεχνητή διαίρεση σε "Αρχαία" και "Νέα" την συρρικνώνει, την αποδυναμώνει κι ως εκ τούτου την καθιστά ευάλωτη στα "χτυπήματα" των εχθρών της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου