Σελίδες

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

Ο φιλοσοφικός & θεολογικός αποσυμβολισμός της πορείας του Πυθαγόρα προς τον Κρότωνα της Ιταλίας


Όπως εξηγεί ο Πρόκλος, στο  έργο του «Εις τον Παρμενίδη Πλάτωνος, τόμος Α΄- Β΄, 617.1 – 693.25», το Ιταλικό διδασκαλείο αναγόταν συνεχώς στην ουσία των νοητών και μέσα σε αυτή έβλεπε να υπάρχουν όλα τα άλλα εν δυνάμει, ενώ το Ιωνικό διδασκαλείο ασχολιόταν με τη Φύση και με τις φυσικές δημιουργίες και επιδράσεις, και σε αυτά περιόριζε ολόκληρη τη φιλοσοφία. Ανάμεσα τους βρισκόταν το Αττικό διδασκαλείο, το οποίο διόρθωνε το Ιωνικό διδασκαλείο και την φιλοσοφία του και αποκάλυπτε την Ιταλική θεωρία. Έτσι ο Σωκράτης στον «Φαίδωνα, 98.c» κατηγορεί τον Αναξαγόρα επειδή δεν χρησιμοποιεί πουθενά τον νου και θεωρεί ως αιτία των φυσικών φαινομένων ανέμους, καταστάσεις και άλλα παρόμοια. Στον «Σοφιστή, 217.c», από την άλλη, παρακαλεί τον Ελεάτη σοφό να μεταδώσει και σε αυτόν τη φιλοσοφία που καλλιεργήθηκε εκεί. Αλλά σε εκείνους τους διαλόγους το κάνει ξεχωριστά για την κάθε σχολή, όπως είπαμε. Στον δε πλατωνικό «Παρμενίδη» η υπόθεση οδηγεί στην Αθήνα τους εξ Ιταλίας φιλοσόφους, προκειμένου να μεταδώσουν τα πάτρια δόγματα τους στους Αθηναίους. Οδηγεί και τους εξ Ιωνίας φιλοσόφους, προκειμένου να «μεταλάβωσι τῶν Ἰταλικῶν ὑφηγήσεων». Γιατί οι Κλαζομενές ανήκουν στην Ιωνία και η Ελέα στην Ιταλία. Και, όπως ακριβώς τα ίδια τα φυσικά είδη στο σύνολό τους μετέχουν στα νοητά μέσω των ψυχικών ειδών, έτσι και το σκηνικό που διαδραματίζεται ο Πλατωνικός «Παρμενίδης» μεταδίδει στους Ίωνες φιλοσόφους τα αγαθά της Ιταλιότικης φιλοσοφίας. Γιατί τους οδηγεί στην Αθήνα και μέσω των Αθηναίων τους παρέχει την μετουσία [συμμετοχή] στους εποπτικούς λόγους.

Οι φιλόσοφοι της Ιταλίας, μας λέγει ο Πρόκλος, «περὶ τὴν τῶν ὄντων εἰδῶν θεωρίαν διέτριβον», και άγγιζαν λίγο την φιλοσοφία των πραγμάτων που είναι αντικείμενο της δοξασίας. Οι φιλόσοφοι της Ιωνίας φρόντιζαν λιγότερο τη μελέτη των νοητών και εξέταζαν τη Φύση και τα έργα της Φύσεως με κάθε πληρότητα. Ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας, «ἀμφοτέρων μετασχόντες», τελειοποίησαν την υποδεέστερη φιλοσοφία και αποκάλυψαν την υψηλότερη. Αυτό, μάλιστα, γίνεται φανερό από τα όσα δηλώνει ο Σωκράτης στον «Φαίδωνα, 96.a», ότι δηλαδή παλαιοτέρα ήταν εραστής της φυσικής φιλοσοφίας, ύστερα όμως έχει ανατρέξει στα Είδη και στις θεϊκές αιτίες των όντων. Αυτό ακριβώς, λοιπόν, που ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας επέδειξαν στην περίπτωση της φιλοσοφίας τους, συγκεντρώνοντας τα αγαθά και των δύο διδασκαλείων σε μία τελειότατη αλήθεια, αυτό υποδεικνύει ο Πλάτωνας μέσω του σκηνικού που έχει στηθεί. Και αυτό που είναι θαυμαστό εδώ και αποκαλύπτει ικανοποιητικά τα πράγματα στα οποί αναφέρεται ο διάλογος είναι ότι οι Ίωνες φιλόσοφοι εμφανίζονται στην Αθήνα για να μετέχουν σε τελειότερα δόγματα, ενώ οι Αθηναίοι φιλόσοφοι, χωρίς πλέον να πάνε αντιστοίχως στην Ιταλία, έλαβαν συμμετοχή στην φιλοσοφία των εξ Ιταλίας φιλοσόφων. Αντιθέτως, οι εξ Ιταλίας, πήγαν στην Αθήνα και μετέδωσαν τα δικά τους δόγματα. Έτσι έχουν τα πράγματα και στην περίπτωση των ίδιων των όντων για όσους μπορούν να τα διακρίνουν. Τα πρώτα υπάρχουν ανεμπόδιστα παντού, μέχρι και στα τελευταία όντα, με τη μεσολάβηση των μεσαίων όντων, τα τελευταία όντα τελειοποιούνται με την μεσολάβηση των μεσαίων, και τα μεσαία όντα δέχονται «τὴν τῶν πρώτων εἰς αὐτὰ δόσιν» [χορηγία], κινούν τα τελευταία όντα και τα επιστρέφουν στον εαυτό τους και γίνονται κάτι σαν κέντρα και δυνάμεις των άκρων, καθώς συμπληρώνονται από τα τελειότερα και συμπληρώνουν τα υποδεέστερα.

Η Ιωνία, λοιπόν, ας θεωρηθεί σύμβολο της Φύσης, η Ιταλία την νοητικής ουσίας και η Αθήνα της μεσαίας ουσίας, «δι᾽ἧς ἄνοδός ἐστι ταῖς ἀπὸ τῆς φύσεως εἰς νοῦν ἐγειρομέναις ψυχαῖς» [μέσω της οποίας οι ψυχές που διεγείρονται ανεβαίνουν από τη Φύση στον Νου]. Πράγματι, αυτό λέει και ο Κέφαλος στο προοίμιο του πλατωνικού «Παρμενίδη», ότι έφτασε από την πατρίδα του, τις Κλαζομενές, στην Αθήνα για την ακρόαση των λόγων του Παρμενίδη, και όταν έφτασε, «ἐντυχεῖν κατ᾽ἀγορὰν Ἀδειμάντῳ καὶ Γλαύκωνι» και, αφού μέσω αυτών ήρθε σε επαφή με τον Αντιφώντα, άκουσε τον Αντιφώντα να αφηγείται τους λόγους τους οποίους είχε ακούσει από τον Πυθόδωρο και που ο Πυθόδωρος είχε ακούσει από τον Παρμενίδη. Με αυτό υποδεικνύει τι λογής πρέπει να είναι αυτός που θα ανέλθει, ότι δηλαδή θα πρέπει να παρακινηθεί «πρῶτον μὲν ἀνεγείρεσθαι τοῦ σώματος καὶ φεύγειν τὴν πρὸς αὐτὸ κοινωνίαν» [να εγκαταλείψει την επικοινωνία με το σώμα] και έπειτα να συνάψει τον εαυτό του με τον κλήρο της Αθηνάς μέσα στο σύμπαν. Αν η ψυχή μετάσχει σε αυτόν τον κλήρο, δεν είναι καθόλου περίεργο να γίνει παρατηρήτρια των ίδιων των πρώτων όντων, και δια τούτων «ἐποπτεῦσαι καὶ αὐτὰς τὰς τῶν ὄντων ἑνάδας».

Ελεάτες φιλόσοφοι [Παρμενίδης - Ζήνων] = Κόσμος ιδεατών & όντως Όντων – Ιδεών
Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι = Κόσμος μαθηματικών Όντων, Αριθμοί & γεωμετρικά σχήματα.
Ίωνες φιλόσοφοι [Αναξαγόρας]= Αισθητών Κόσμος – ένυλων Ειδών.
Πέραν αυτών όμως, και όπως αναφέρει ο Πρόκλος στο «Πλάτωνος Πολιτείας Υπόμνημα , τόμος Α’ [συνέχεια], 132.8 – 140.25», ο ύπνος και η εγρήγορση, που αναφέρονται στον γνωστό ομηρικό μύθο (Ιλιάδα, Ξ’ Ρσψωδία, σ. 157 – 353) περί του γάμου του ύψιστου Διός με τα της Ήρας, συμβολίζουν η μεν εγρήγορση την πρόνοια των θεών για τον Κόσμο και ο ύπνος την χωριστή ζωή όλων των υποδεέστερων, μολονότι οι θεοί μαζί προνοούν για το σύμπαν και είναι εγκατεστημένοι στον εαυτό τους. Άλλα όπως και ο Πλάτωνας, στον «Τίμαιο, 42.e», παρουσιάζει τον δημιουργό του σύμπαντος άλλοτε να ενεργεί και να δίνει υπόσταση στη γη, στον ουρανό, στην σφαίρα των πλανητών και στην σφαίρα των απλανών, στους κύκλους της ψυχής του παντός και στον κοσμικό νου της, και άλλοτε «εν τω εαυτού κατά τρόπον ήθει μένοντα», όπως πρέπει, υπερβατικώς σε σχέση με όλα όσα ενεργούνται στο σύμπαν, έτσι και οι μύθοι, πολύ πιο πριν, παρουσιάζουν τον πατέρα όλων των εγκόσμιων πραγμάτων άλλοτε να βρίσκεται σε εγρήγορση και άλλοτε σε ύπνο, για να καταδείξουν τη διπλή ζωή.

Σύμφωνα λοιπόν με την μία μορφή ενέργειας αυτός βρίσκεται σε εγρήγορση, ενώ σύμφωνα με την άλλη κοιμάται, στον βαθμό που προβάλει μια ζωή χωριστή από τα αισθητά και προσδιορισμένη σύμφωνα με τον τέλειο Νου. Κατά την εγρήγορση μάλιστα σκέφτεται σχετικά με τα ανθρώπινα πράματα – καθώς στη ζωή αυτή προνοεί για τα πράγματα του Κόσμου – ενώ όταν κοιμάται και μαζί με την Ήρα υψώνεται στην χωριστή ένωση, δεν παραμελεί την άλλη, αλλά κρατώντας και εκείνη ενεργεί, έχει μαζί του με τη μία κατάσταση και την άλλη. Διότι δεν δημιουργεί τα κατώτερα πράγματα όπως η Φύση, χωρίς νόηση, ούτε πάλι λόγω της νόησης μειώνει την πρόνοιά του για τα υποδεέστερα, αλλά οδηγεί τα αντικείμενα της πρόνοιας μαζί και σύμφωνα με το δίκαιο και τα υψώνει στο νοητό παρατηρητήριο.

Την υπερβατική αυτή υπεροχή δηλώνει λοιπόν ο μύθος λέγοντας πως η συνεύρεση του Διός με την Ήρα έγινε στην Ίδη, διότι εκεί πήγε η Ήρα και δόθηκε στον μέγιστο Ζευς. Ενώ το όρος Ίδη, που λαμβάνει χώρα η συνεύρεση του θεϊκού ζεύγους, δηλώνει τον τόπο των Ιδεών και την νοητή Φύση στην οποία ανάγει ο Ζευς και ανυψώνει την Ήρα μέσου του Έρωτα χωρίς επιστροφή προς το υποκείμενο της μεθέξεως, και που λόγω της υπεροχής του στην αγαθότητα προσφέρει και στον εαυτό του και στον νοητό τη δεύτερη τούτη ένωση.

Μάλιστα όπως μας λέει ο Πρόκλος, στο «Εις τον Τίμαιο Πλάτωνος, τόμος Α’, 118. 23 – 26», στον Ορφέα «τὰ καθάρσια κομίζειν ὁ Ζεὺς ἀπὸ τῆς Κρήτης παρακελεύεται». Διότι «τὴν Κρήτην ἀντὶ τοῦ νοητοῦ τάττειν εἰώθασιν οἱ θεολόγοι». (γιατί την Κρήτη οι θεολόγοι συνηθίζουν να την τοποθετούν στην θέση του νοητού).

Σε αυτό το σημείο θα σημειώσουμε, όσο αφορά τους Θεούς, τα εξής :

Το Ένα, ο Νους (Ένα-ΌΝ) και η Ψυχή αποτελούν την κορυφαία τριάδα του Σύμπαντα Κόσμου, ενώ ο υλικός κόσμος αποτελεί την κατώτατη υπόσταση. Η πρόοδος του Ενός και η δημιουργία των κατώτερων όντων προχωρά σταδιακά, κατά ξεχωριστές βαθμίδες – υποστάσεις. Κάθε βαθμίδα αποτελεί έναν ξεχωριστό διάκοσμο, ήτοι ανώτεροι κόσμους, ή Κόσμο, ήτοι ορατό Σύμπαν, ενωμένο στην κορυφή του με τον αμέσως προηγούμενο του κόσμο και στο τέλος του με τον αμέσως επόμενο του. Κάθε βαθμίδα, επίσης, αποτελεί εικόνα της αμέσως προηγούμενης της, με μια μεγαλύτερη όμως ποικιλομορφία και πλήθυνση, ως πιο απομακρυσμένη από το Ένα, ενώ δέχεται από την ανώτερη της την λάμψη και τον φωτισμό και μέσω εκείνης από την ύψιστη αρχή των πάντων, το Ένα, που δίνει παντού το φως της αγαθότητας του. Έτσι όλο το Σύμπαν χαρακτηρίζεται από μια αδιάσπαστη ενότητα και συνέχεια, αφού κάθε βαθμίδα εμπεριέχει τις εικόνες – λάμψεις των προηγούμενων βαθμίδων, μετέχει σε αυτές και εμπεριέχεται αιτιωδώς μέσα σε αυτές. Κάθε βαθμίδα, εξάλλου, προσδιορίζεται ως ουσία από την βαθμίδα του εαυτού της, ενώ εμπεριέχει αιτιωδώς τις κατώτερές της. Κάθε ον δηλαδή ενυπάρχει κατ’ αιτία στις προηγούμενες του βαθμίδες, και κατά μέθεξη στις κατώτερές του βαθμίδες. Η παρουσία κάθε θεϊκής μέσα στις ανώτερες και στις κατώτερες της, με διαφορετική κάθε φορά μορφή, οδηγεί στην στωική έννοια της κοσμικής συμπάθειας (ομοιοπάθειας), με την οποία δηλώνεται ότι κάθε τι που συμβαίνει σε μια βαθμίδα προκαλεί αντίδραση “ανταπόκρισης” και στις άλλες.

Οι βαθμίδες – υποστάσεις βρίσκονται σε απολύτως αδιασάλευτη ιεραρχική τάξη. Οι ανώτερες βαθμίδες χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη ενότητα, καθολικότητα και δύναμη σε σχέση με τις χαμηλότερες, ενώ οι χαμηλότερες χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη ποικιλομορφία, επιμερισμό και πλήθυνση, καθώς και ύφεση της δυνάμεως σε σχέση με τις ανώτερες βαθμίδες – υποστάσεις. Κάθε βαθμίδα προοδεύει προς τις κατώτερες υποστάσεις, αλλά ταυτόχρονα επιστρέφει προς την προηγούμενη της μέσα στην οποία εμπεριέχεται και βρίσκεται εδραιωμένη, σταθεροποιημένη και τελειοποιημένη, παίρνοντας από εκείνη την σταθερότητα, την τελειότητα και την ενότητα για να διατηρηθεί. Έτσι ολόκληρο το σύμπαν χαρακτηρίζεται τόσο από την καθοδική όσο και από την ανοδική πρόοδο. Συνολικά κατά τους νεοπλατωνιστές αλλά κυρίως κατά τον Πρόκλο οι βαθμίδες είναι 10, χωρισμένα σε 3 ομάδες. Ο χωρισμός αυτός συμφωνεί απόλυτα και με τον “Παρμενίδη” του Πλάτωνος, βλέπε (137 c – 142 a) και (142 a – 155 e).

Α. Οι υπερούσιοι Θεοί.

Το υπέρτατο Ένα.
Οι θεϊκές ενάδες, υπερούσιες θεότητες που ταυτόζονται με το Ένα ως πολλότητα, ο όρος εξάλλου Ενάς δείχνει την μεγάλη σχέση τους με το ύψιστο Ένα. Οντότητες που έχουν τεθεί επικεφαλής κάθε βαθμίδας προόδου των όντων, που επιδέχονται τη συμμετοχή των όντων και αποτελούν τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του υπερβατικού Ενός και των όντων.
Β. Οι υπερβατικοί Θεοί. Περιοχή του Νου.

Οι νοητοί θεοί. Περιοχή του Ενός Όντος και της Αληθινής Ουσίας. Αυτοί με την σειρά τους διακρίνονται τριαδικά ως εξής : …
Πέρας – άπειρο – Νοητό Ον.
Πέρας – άπειρο – Νοητή ζωή.
Πέρας – άπειρο – Νοητός Νους.
Η πρώτη τριάδα χαρακτηρίζει ολόκληρη την περιοχή. Στην πρώτη, δεύτερη και τρίτη τριάδα αντιστοιχεί το Ένα Όν (141.e.7 – 142.a, 142.b.5 – c.7), το όλον (137.c.  4 – 5, 147.c.7 – d.9)  και το παν ή παντελές πλήθος (142.d.9 – 143.a.3) των υποθέσεων του Παρμενίδη. ταυτίζεται με το ορφικό Ωό.

Στην δεύτερη βαθμίδα των νοητών θεών τοποθετείται ο Αιών(ας) , που είναι η νοητή ζωή. Στην τρίτη βαθμίδα των νοητών θεών τοποθετείται το “αὐτοζῷον”, ήτοι το καθ’ αυτό ζωντανό όν ή παντελές ζώο ήτοι τέλειο ζωντανό ΟΝ, ή αλλιώς ο ορφικός Φάνης, το οποίο αποτελεί το νοητό παράδειγμα που είχε ο δημιουργός όπως μας λέγει ο Πλάτων εις τον Τίμαιο όταν δημιούργησε το ορατό σύμπαν. Το “αὐτοζῷον” περιλαμβάνει τα 4 νοητά είδη των εγκόσμιων ζωντανών όντων. Τα 4 αυτά είδη αποτελούν το νοητό είδος των 4 στοιχείων ήτοι πυρ, αήρ, ύδωρ και γη. Επίσης στις 3 βαθμίδες των νοητών αντιστοιχεί η αγαθότητα, η σοφία και το κάλλος του Πλατωνικού “Φίληβου”.

Οι νοητοί – νοητικοί Θεοί. Περιοχή της ζωής. Αυτά διακρίνονται τριαδικά ως εξής :
ον / ουσία – ζωή – νους, με την ουσία να χαρακτηρίζει ολόκληρη την τριάδα. Πρόκειται ουσιαστικά για τους συναγωγούς θεούς, τον (νοητό) υπερουράνιο τόπο του Πλατωνικού “Φαίδρου”.
ον / ουσία – ζωή – νους, με την ζωή να χαρακτηρίζει ολόκληρη την τριάδα. Πρόκειται ουσιαστικά για τους συνεκτικούς θεούς, την (νοητή) ουράνια περιφορά του Πλατωνικού “Φαίδρου”.
ον / ουσία – ζωή – νους, με τον νου να χαρακτηρίζει ολόκληρη την τριάδα. Πρόκειται για τους τελεσιουργούς θεούς και την “ὑπουράνιον ἁψῖδα” του Πλατωνικού “Φαίδρου”.
Η δεύτερη τριάδα και ζωή χαρακτηρίζει ολόκληρη την περιοχή. Στις τρεις αυτές τριάδες αντιστοιχούνε ο τέλειος αριθμός (137.c. 4 – 5, 142.a.4 – 144.e.7) το όλον και τα μόρια (137.c. 5 – d.4, 144.e.8 – 145.a.4) και το σχήμα (137.d.5 – 138.a.1, 145. a.4  – 145.b.5) κατά τον Παρμενίδη. Στην περιοχή των νοητών – νοητικών θεών τοποθετείται και η Αδράστεια. Επίσης, στις τρεις βαθμίδες των θεών αυτών κάνουν την πρωταρχική εμφάνισή τους η επιστήμη – αλήθεια, η σωφροσύνη και η δικαιοσύνη.

Οι νοητικοί ή νοεροί θεοί. Περιοχή του Νου. Και αυτοί χωρίζονται τριαδικά ως εξής : …
Πατρική τριάδα : καθαρούς νους (Κρόνος) – νοητική ζωή (Ρέα, πηγή της ζωής και κρατήρας των ψυχών) – δημιουργός νους / καθολικός δημιουργός (Δίας – Ζευς).
Άχραντη τριάδα, ή αλλιώς οι Κουρήτες.
Η διακριτική έβδομη θεότητα, ή αλλιώς η Αθηνά.
Στις τριάδες αυτές αντιστοιχούν το “ἐν ἑαυτῷ” και το “ἐν ἄλλῳ” (138.a.2 – b.7, 145.b.6 – e.6), το “ἑστάνα” και το “κινεῖσθαι” (138.b.8 – 139.b.4, 145.e.7 – 146.a.8), το “ταὐτὸν” και το “ἕτερον” (139.b.5 – e.6, 146.a.9 – 147.b.8) του Παρμενίδη.



Δηλαδή η θεότητα, ή αλλιώς το Νοητό Πλάτος, αποτελείτε από 3 *(3*3) τριάδες, τουτέστι 27 !

Βέβαια,…. ο Πορφύριος, στο «Πυθαγόρου Βίος», μας αναφέρει πως ο Πυθαγόρας πριν φύγει και πάει στην Ιταλία, στον Κρότωνα, πρώτα επισκέφθηκε τους Δελφούς και κατ’ άλλους και τη Δήλο. Κατόπιν πήγε στην Κρήτη θέλοντας να συναντήσει τους μύστες του Μόργου, ενός από τους Ιδαίους Δάκτυλους. Από αυτούς εκαθάρθη με την “κεραύνια λίθο”, την ημέρα κοντά στην θάλασσα ξαπλωμένος μπρούμυτα και την νύχτα κοντά στον ποταμό στεφανωμένος με μαλλί μελανού αρνιού. Κατήλθε δε και στο Ιδαίον άντρον κρατώντας μελανού αρνιού μαλλί, όπου παρέμεινε τις καθιερωμένες 27 ημέρες και απέδωσε προσφορές στον Δία.

Και ο νοών… νοείτω!

Συγγραφέας κειμένου : Κεφάλας Ευστάθιος [9-11-2009, ΕΛΛΑΣ]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου