Σελίδες

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013

Στρατιωτική ὁργάνωσις τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας


Ὃπλα φορητά

Α΄Ἀμυντικά ὃπλα


1) Ἀσπίδες 





Ἀπό τούς Βυζαντινούς ἡ ἀσπίς λεγόταν «σκουτάριν» καί ὁ στρατιώτης πού τήν κρατοῦσε «σκουτάτος». Ὁ βασιλεύς Λέων ς΄(στ΄) ὁ ὁποῖος εἶχε τήν τακτική νά ἐξελληνίζῃ τούς στρατιωτικούς ὃρους, τήν ὀνόμασε καί «θυρεόν». 
Μέχρι τόν 6ο αἰώνα ἦταν ἐλλειψοειδής, μήκους 7 σπιθαμῶν (1.60 μ.) καί κάλυπτε ὁλόκληρο τό σῶμα τοῦ στρατιώτη. Ἡ ἀσπίδα τῶν ἀνδρῶν τοῦ πρώτου ζυγοῦ, εἶχε στο μέσον σιδερένιο ὀμφαλό ἀπό τόν ὁποῖο προβαλλόταν αἰχμή μήκους 7-8 ἑκατοστῶν, πού ὂχι μόνο τρόμαζε τούς ἀντιπάλους, ἀλλά καί τραυμάτιζε ἂσχημα τούς ἐπιτιθέμενους.

Οἱ ἀσπίδες ἐκάστου τάγματος ἒφεραν τό ἲδιο χρῶμα καί τό ἲδιο διακριτικό σημεῖο. Ὂσοι ἀπό τούς πεζούς ἦταν ψηλοί καθώς καί οἱ ἰππεῖς, ἒφεραν ἀσπίδες μικρότερες καί στρογγυλές. Οἱ μετά αἰχμῆς ἀσπίδες φαίνεται ὃτι καταργήθησαν περίπου τόν 7ο αἰ. γιατί δέν ἀναφέρονται σε μεταγενέστερα συγγράμματα.

Στήν τακτικήν τοῦ βασιλέως Λέοντος, ὁ ὁπλίτης ἒφερε ἡ μακράν ἀσπίδα (θυρεόν) ἢ στρογγυλή μεγάλη. Οἱ μακριές ἀσπίδες κατασκευάζοντο ἀπό ξηρό δέρμα βουβάλου καί ἦταν ἢ τετράγωνες πού στένευαν στο κάτω μέρος, μήκους 1.40 μ. , ἡ τρίγωνες πού κάλυπταν ὃλο τό μῆκος τοῦ ἀνδρός. Οἱ στρογγυλές ἀσπίδες ἦταν σιδερένιες, διαμετρήματος 0.30 μ. 
Οἱ πελταστές(κλικ) ἐφεραν ἀσπίδα στρογγυλή διαμέτρου 0.70 μ. ἢ ἐπιμήκεις 0.90 μ. μήκους, ἐνῶ οἱ ψηλοί ἂνδρες ἒφεραν μικρότερες στρογγυλές ασπίδες τίς ὁποῖες ὁ Λέων ονόμασε «ἀσπιδίσκια». 





                                                                           Κατάφρακτος ἱππέας

Οἱ ἀσπίδες τοῦ ἱππικοῦ γιά τούς κατάφρακτους ἦταν ἑνός μέτρου μῆκος καί ἀπιμήκεις, γιά τούς δέ ψηλούς ἀκοντιστές ἐπιμήκεις πάλι, ἀλλά μικρότερες.
Ὁ Μανουήλ Κομνηνός (12ος αι.) κατήργησε τήν στρογγυλή ἀσπίδα τῶν ὁπλιτῶν καί καθιέρωσε τήν ἐπιμήκη ποδήρη...






2) Οι περικεφαλαίες

Οἱ περικεφαλαῖες ὀνομάζοντο ἀπό τούς Βυζαντινούς «κασίδαι» καί «κασίδια», ἀνάλογα τό μέγεθός τους. Κατασκευάζοντο ἐκ σιδήρου στιλπνοῦ, καί μέχρι τόν 6ον αἰ. ἒφερον στήν κορυφή σιδηρά αἰχμή μήκους 6 ἑκατοστῶν. Περί τά τέλη τοῦ 6ου αἰ. οἱ ἀναφορές περιγράφουν περικεφαλαῖες μέ «τουφία», δηλ. λοφία.
Οἱ περικεφαλαῖες τῶν ὁπλιτῶν τοῦ πεζικοῦ ἦταν μεγαλύτερες γιά νά προστατεύουν καί τόν αὐχένα καί τό πρόσωπο. Τῶν πελταστῶν ἦταν μικρότερες καί ἐλαφρύτερες καί κάλυπταν μόνο τόν αὐχένα καί ὂχι τό πρόσωπο. Οἰ περικεφαλαῖες τῶν κατάφρακτων ἱππέων ἀκοντιστῶν, ἦταν οἱ μεγαλύτερες καί τῶν ψηλῶν ἱππέων ἀκοντιστῶν ἦταν μικρότερες. Οἱ μικρότερες ὃλων ἦταν τῶν ἱππέων τοξοτῶν...




3) Οἱ θώρακες ἦταν ἢ ἀλυσιδωτοί, ἢ κεράτινοι ἢ δερμάτινοι ἀπὸ δέρμα βουβαλιοῦ ἢ ἀπὸ πίλο (χοντρό ὒφασμα ἀπὸ συμπιεσμένες τρίχες ζώων, κετσές). Οἱ ἀλυσιδωτοί, οἱ κεράτινοι καὶ οἱ δερμάτινοι θώρακες χρησιμοποιοῦνταν κυρίως ἀπὸ τοὺς ὁπλίτες καὶ τοὺς κατάφρακτους ἱππεῖς καὶ λέγονταν ζάβαι, σάλβαι, λωρίκια καὶ κλιβάνια. 
Ἦταν διακοσμημένοι μὲ κροσσωτὰ ἐπώμια τὰ ὁποῖα ὀνομάζονταν τουφία ἢ διβέλια καὶ εἶχαν δερμάτινα θηκάρια στὰ ὁποῖα ἒβαζαν ἐργαλεῖα χρήσιμα γιὰ ἐκστρατεία. Οἱ θώρακες τῶν κατάφρακτων ἱππέων ἦταν μακροὶ, μέχρι τὸν ἀστράγαλο σχεδόν καὶ ἀνασηκώνονταν κατὰ βούλησιν μὲ ἂγκιστρα. 
Ὡς συμπλήρωμα τοῦ θώρακα, οἱ ὁπλίτες καὶ οἱ κατάφρακτοι ἱππεῖς φοροῦσαν τὸ «περιτραχήλιον», τὸ ὁποῖο κατασκευαζόταν ἀπὸ τὸ ἲδιο ὑλικὸ ποὺ εἶχε καὶ ὁ θώρακας καὶ προστάτευε τὸν τράχηλο.
Οἱ ἂνδρες ποὺ χρησιμοποιοῦσαν τοὺς παραπάνω θώρακες ὀνομάζονταν «ζαβάτοι», «λωρικάτοι», «λωρικοφόροι», καὶ κλιβανάριοι». Οἱ θώρακες ποὺ ἦταν κατασκευασμένοι ἀπὸ πίλο (κετσέ), ὀνομάζονταν «νευρικά», «καββάδια», ἢ «κένδουκλα» καὶ εἶχαν σχισμές γιά νὰ βγαίνουν τὰ χέρια, τὰ ὁποῖα προστάτευαν μὲ τὰ «χειρομάνικα».

4) Τὰ χειρομάνικα λέγονταν καὶ χειρόψελλα ἢ μανικέλλια καὶ κατασκευάζονταν ἀπὸ σίδερο (ἀλυσσίδες) ἢ ξύλο ἢ δέρμα ἣ πίλο καὶ στερεώνονταν στοὺς ὢμους μὲ κουμπιά..

5) Οἱ κνημίδες λέγονταν καὶ ποδόψελλα καὶ χαλκότουβα, κατασκευάζονταν ὃπως τὰ χειρομάνικα καὶ τὶς φοροῦσαν οἱ ὁπλίτες λαὶ οἱ κατάφρακτοι ἱππεῖς.


Πάντως, οἱ θώρακες, οἱ περικεφαλαῖες, τὰ χειρομάνικα καὶ οἱ περικνημίδες ἒπρεπε νὰ ἒχουν βάρος τέτοιο ὣστε οὒτε πολὺ ἐλαφριὰ νὰ εἶναι ἀλλὰ οὒτε νὰ ἐξαντλοῦν πρόωρα τὶς δυνάμεις τοῦ στρατιώτη.
Ἡ προστασία τοῦ στρατιώτη ἐξαρτιόταν ὂχι μόνο ἀπὸ τὴν ὓλη κατασκευῆς τοῦ ἀμυντικοῦ ὁπλισμοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ σχῆμα, τὴν λειότητα ἀλλὰ καὶ τὴν ἀπόσταση ἀπὸ τὸ σῶμα.
Ἒτσι, ἂν εἶχαν κυρτή καὶ λεία ἐπιφάνεια, γλιστροῦσαν πάνω τους οἱ αἰχμές ἀπὸ τὰ βέλη καὶ τὰ ἀκόντια καὶ ὁ στρατιώτης δὲν τραυματιζόταν. 
Ἐπίσης ἂν ἀπεῖχαν ἀπὸ τὸ σῶμα, δὲν τραυματίζονταν ἂν διαπερνοῦσαν αἰχμές τὴν ἐπιφάνεια. Γιὰ τὸ λόγο αὐτόν, κάτω ἀπὸ τὰ ἀμυντικὰ ὃπλα, οἱ στρατιῶτες φοροῦσαν μάλινο ἣ τρίχινο χιτῶνα πάχους τουλάχιστον ἑνός δαχτύλου.

Ἀμυντικὸς ὁπλισμὸς τῶν ἳππων. 
Τὰ μέτωπα τῶν ἳππων τῶν κατάφρακτων ἱππέων καὶ ὃλων τῶν ἀξιωματικῶν τοῦ στρατοῦ, προστατεύονταν ἀπὸ προμετωπίων ἢ προμετωπιδίων, καὶ οἱ τράχηλοι προστατεύονταν μὲ τὰ περιστέρνια ἢ περιστήθια ἢ στηθάρια. Ὃλα αὐτὰ ἦταν σιδερένια ἢ κεράτινα ἢ ἀπὸ πίλο.
Τὰ πλευρὰ ἐπίσης προστατεύονταν ἀπὸ μικρὲς σιδερένιες ράβδους, οἱ ὁποῖες κρέμονταν ἀπὸ τὴν σέλα...





Τὰ Ἐπιθετικὰ ὃπλα

Ἐπιθετικὰ ὃπλα ἦταν 1) Τὰ δόρατα, 2) Τὰ δορυδρέπανα, 3) Τὰ ἀκόντια, 4) Οἱ σπάθες, 5) Τὰ μαρτζοβάβουλα, 6) Οἱ κορύνες, 7) Τὰ τόξα, 8) Τὰ σωληνάρια, 9) Οἱ τζάγγρες καὶ 10) Οἱ σφενδόνες.. Κατὰ τὸν 14ον αἰῶνα εἰσήχθησαν καὶ τὰ πυροβόλα. 

1) Τὰ δόρατα. 
Τὰ δόρατα λέγονταν λέγονταν ἐπίσης κοντάρια καὶ μέναυλα καὶ εἶχαν μῆκος 8-10 πήχεων, δῆλα δὴ 3, 70 μ.-4,70 μ. Τὰ μακρύτερα κοντάρια τὰ ἒφεραν οἱ ὁπλίτες δῆλα δὴ οἱ βαρέως ὁπλισμένοι πεζοί· οἱ λοιποὶ πεζοὶ καὶ οἱ ἱππεῖς, ἒφεραν βραχύτερα.
Τὰ δόρατα τῶν ἱππέων ἦταν διακοσμημένα μὲ τὰ «φλαμουλίσκια» (μικροὺς ἐπισείοντες), ποὺ τὸ χρῶμα διέφερε συνήθως κατὰ τάγμα. Τὰ φλαμουλίσκια τὰ ὁποῖα τὰ εἶχαν χάριν ἐπιδείξεως, τὰ ἀφαιροῦσαν ἀπὸ τὰ δόρατα πρὶν τὴ μάχη, ὃταν ἒφταναν σὲ ἀπόστασιν μιλλίου ἀπὸ τὸν ἐχθρό.
Τὰ δόρατα κατασκευάζονταν ἀπὸ ἂγριο ξύλο «ἀπὸ νεακέων ἢ κρανιῶν ἢ τῶν λεγόμενων ἀρτζικιδίων ἢ ἂλλου ἂγριου ξύλου».

2) Τὰ δορυδρέπανα
Τὰ δορυδρέπανα ἦταν πολὺ μακρύτερα καὶ ἰσχυρότερα τῶν ἂλλων δοράτων καὶ χρησίμευαν στὶς πολιορκίες καὶ σὲ παρόμοιες ἐπιχειρήσεις. Κοντὰ στὴν αἰχμὴ εἶχαν κοπτερὸ δρέπανο σὲ σχῆμα ἀγκύστρου μὲ τὸ ὁποῖο ἒκοβαν τὰ ἀντικείμενα ποὺ χρησιμοποιοῦσαν οἱ ἀμυνόμενοι πρὸς σκέπη (σανίδες, χοντρὰ ὑφάσματα κλπ) καὶ τὰ ὁποῖα τοποθετοῦσαν οἱ ἀμυνόμενοι στὶς ἐπάλξεις τῶν τειχῶν. 

Ἡ χρήσις τῶν δορυδρέπανων ἦταν εὐρύτατη. Ὃταν ἐπὶ Ἰουστινιανοῦ Α΄ οἱ Οὖννοι εἰσέβαλλαν μέχρι τὴν Θρακικὴ Χερσόνησο (Καλλιπόλεως) μὴ μπορῶντας νὰ κυριεύσουν τὸ τεῖχος ποὺ ἒκλεινε τὸν ἰσθμό, τὸ ὁποῖο κατέληγε μέχρι τὴν θάλασσα, κατασκεύασαν 150 μικρὲς σχεδίες ποὺ ἡ κάθε μία ἒφερε 4 ἂνδρες. Οἱ σχεδίες ἦταν κατασκευασμένες ἀπὸ ξύλα καὶ καλάμια, δεμένα μὲ σχοινιά. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν, 600 Οὖννοι μὲ τὶς σχεδίες, θὰ παρέκαμπταν τὸ τεῖχος καὶ διὰ θαλάσσης θὰ εἰσδύαν ἀπὸ τὸ ἂκρο του. 
Ὁ στρατηγὸς Γερμανὸς ποὺ διεύθυνε τὴν ἂμυνα τοῦ τείχους, πληροφορήθηκε τὶς ἐνέργειες τῶν Οὒννων καὶ ἐτοίμασε 20 πλοιάρια στὰ ὁποῖα ἐπιβίβασε θωρακοφόρους ἂνδρες ποὺ ἒφεραν ἀσπίδες, τόξα καὶ δορυδρέπανα, μὲ τὰ ὁποῖα ἒκοψαν τὰ σχοινιὰ ποὺ ἦταν συνδεδεμένες οἱ σχεδίες καὶ κατεπόντισαν τοὺς Οὒννους ποὺ ἐπέβαιναν σὲ αὐτές. 

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου