Αντικοινωνική, επιθετική και εγκληματική συμπεριφορά είναι πιθανότερο να εκδηλώσουν όταν ενηλικιωθούν, παιδιά και έφηβοι που παρακολουθούν πολλή τηλεόραση, σύμφωνα με...
μια νεοζηλανδική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου του Οτάγκο μελέτησαν 1.037 παιδιά, γεννημένα κατά το 1972-73 στη Νέα Ζηλανδία, παρακολουθώντας τα σε τακτά διαστήματα από τη γέννησή τους έως την ηλικία των 26 χρόνων. Ερεύνησαν συγκεκριμένα τη συσχέτιση μεταξύ των ωρών τηλεθέασης από τις ηλικίες 5 έως και 15 ετών και τις ποινικές καταδίκες και τις βίαιες συμπεριφορές, τη διάγνωση της αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας, καθώς και τα επιθετικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας κατά την πρώιμη ενήλικη ζωή.
Η μελέτη έδειξε ότι όσα παιδιά παρακολουθούσαν περισσότερη τηλεόραση, είχαν αυξημένη πιθανότητα να εμφανίσουν αργότερα αντικοινωνική προσωπικότητα και να καταδικαστούν για κάποια εγκληματική συμπεριφορά. Σύμφωνα με τους ερευνητές, ο κίνδυνος αυτός αυξανόταν κατά περίπου 30% με κάθε παραπάνω ώρα που, ως παιδιά, περνούσαν μπροστά στην τηλεόραση μέσα στην ημέρα.
Αυτή η αυξημένη πιθανότητα αφορούσε τόσο τα αγόρια, όσο και τα κορίτσια, και αποτελούσε ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου σε σχέση με άλλους παράγοντες, όπως η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση της οικογένειας, ο δείκτης νοημοσύνης των παιδιών, ο βαθμός γονικού ελέγχου κ.α.
«Η αντικοινωνική συμπεριφορά αποτελεί μείζον πρόβλημα για την κοινωνία. Μολονότι δεν υποστηρίζουμε ότι η τηλεόραση προκαλεί όλη την αντικοινωνική συμπεριφορά, τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η μείωση του χρόνου παρακολούθησης τηλεόρασης μπορεί να μειώσει τα ποσοστά της αντικοινωνικής συμπεριφοράς», δήλωσε ο καθηγητής Μπομπ Χάνκοξ, επικεφαλής της έρευνας.
Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συστήνει τα παιδιά να μην βλέπουν πάνω από μία έως δύο ώρες τηλεόραση ποιοτικής τηλεόρασης τη μέρα. Άλλες έρευνες στο παρελθόν, έχουν επίσης συσχετίσει το χρόνο παρακολούθησης τηλεόρασης με την αντικοινωνική συμπεριφορά, αν και πάντα είναι δύσκολο να αποδειχθεί ότι υπάρχει άμεση σχέση αιτίου-αποτελέσματος ανάμεσά σε αυτά τα δύο.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής «Pediatrics».
http://www.diakonima.gr/
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου