Μεγάλη Παρασκευή
Την Μεγάλη Παρασκευή οι χριστιανοί όλου του κόσμου, ζουν την κορύφωση του Θείου Δράματος. Είναι η ημέρα των Παθών του Ιησού. Αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στις τελευταίες ώρες πριν την Σταύρωση, μας υπενθυμίζει τα παρακάτω γεγονότα.
Ο Χριστός, μετά την σύλληψη του στο Όρος των Ελαιών, δικάστηκε και καταδικάστηκε από τους Αρχιερείς. Η δίκη ήταν βέβαια τυπική αφού η ετυμηγορία είχε αποφασιστεί πριν καν συλληφθεί. Οι Αρχιερείς ήθελαν τον θάνατό Του.
Επειδή όμως δεν είχαν την νόμιμη εξουσία, έπρεπε η καταδικαστική απόφαση να απαγγελθεί από τον Ρωμαίο διοικητή. Τα χρόνια εκείνα διοικητής στην Ιερουσαλήμ ήταν ο Πιλάτος. Σε αυτόν σύρθηκε ο Ιησούς, ενώ το πλήθος, μετά από παρότρυνση των Αρχιερέων, φωνάζοντας, ζητούσε την Σταύρωσή Του. Υπήρχε το έθιμο, την ημέρα του Εβραϊκού Πάσχα, οι Ρωμαίοι να απελευθερώνουν έναν κατάδικο Εβραίο. Ο Πιλάτος θέλοντας να μην έχει την ευθύνη της σταύρωσης του Χριστού, ζήτησε από το πλήθος να διαλέξει ανάμεσα στον Θεάνθρωπο και στον Βαραβά, ένα στασιαστή και φονιά, ποιος θα ήταν αυτός που θα απελευθερωνόταν. Το πλήθος, δια βοής, επέλεξε να αφεθεί ελεύθερος ο Βαραβάς.
Αμέσως μετά, και με την εντολή πλέον του Πιλάτου, ο Χριστός οδηγείται στην εσωτερική αυλή του Πραιτωρίου (του διοικητηρίου δηλαδή των Ρωμαίων). Εκεί οι στρατιώτες του φορούν μια πορφύρα και ένα αγκάθινο στεφάνι. Χλευαστικά αποκαλώντας τον «Βασιλιά των Ιουδαίων», τον χτυπούν και τον φτύνουν. Η ώρα της Σταύρωσης έχει πλησιάσει.
Φορτωμένος ο Ιησούς με τον Σταυρό στον οποίο θα σταυρωθεί, οδηγείται προς τον λόφο του Γολγοθά. Στο δρόμο δεν αντέχει το βάρος του Σταυρού και πέφτει. Οι Ρωμαίοι επιβάλουν στον Σίμωνα τον Κυρηναίο, που διερχόταν από εκείνο το σημείο, να μεταφέρει αυτός τον Σταυρό του Μαρτυρίου. Τελικά στις 9 η ώρα το πρωί, ο Ιησούς σταυρώνεται. Το μαρτύριο του Χριστού κράτησε έξι ώρες. Στις 3 η ώρα το απόγευμα παρέδωσε το πνεύμα Του, αφού προηγουμένως είχε συγχωρήσει όσους ευθύνονταν για τον θάνατό Του.
Επειδή όμως το Σάββατο απαγορεύονταν οι κηδείες, ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, κρυφός μαθητής του Χριστού, ζήτησε από τον Πιλάτο να πάρει το σώμα Του και να το ενταφιάσει. Η άδεια αυτή του δόθηκε και έτσι τυλίγοντας το σώμα του Χριστού σε ένα σεντόνι, τον ενταφίασε σε ένα μνήμα λαξευμένο σε βράχο. Το άνοιγμα του μνήματος, κλείστηκε με μια μεγάλη πέτρα.
Η τελετή της Αποκαθήλωσης, γίνεται στις εκκλησίες μας, το μεσημέρι της μεγάλης Παρασκευής. Ενώ το βράδυ της ίδιας ημέρας τελείται η περιφορά του Επιταφίου. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν πένθιμα όλη την διάρκεια της ημέρας.
Η νηστεία της ημέρας είναι αυστηρότατη και απαγορεύει ακόμα και το λάδι. Πολλοί πιστοί συνηθίζουν να πίνουν την Μεγάλη Παρασκευή λίγο ξύδι, εις ανάμνηση αυτού που έδωσαν στον Ιησού, όταν ζήτησε νερό τις τελευταίες στιγμές της επίγειας ζωής Του.
Το έθιμο απαγορεύει κάθε εργασία την ημέρα αυτή. Σε πολλές περιοχές φτιάχνουν ένα ομοίωμα του Ιούδα, και μετά την περιφορά του Επιταφίου το παραδίδουν στην φωτιά. Τα λουλούδια του επιταφίου, μοιράζονται στους πιστούς, οι οποίοι τα φυλούν μαζί με τις εικόνες στα σπίτια τους. Τέλος, την ημέρα αυτή συνηθίζεται οι πιστοί να επισκέπτονται τους τάφους των νεκρών συγγενών και φίλων.
"Για την ιστορική επιστήμη, Χριστός δεν υπήρξε".
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπέρτραντ Ράσελ (Βρετανός φιλόσοφος).
Οι μελετητές της Καινής Διαθήκης οδηγούνται ανάμεσα σε δυο κόσμους, σε έναν όπου ο θεολογικός Ιησούς («ο υιός του Θεού») βρίσκεται στην κεντρική σκηνή – αλλά αυτός ο Ιησούς βέβαια αναγνωρίζεται ως θέμα πίστεως –
και σε έναν άλλον κόσμο, τον «κόσμο του ιστορικού Ιησού».
Είμαστε σίγουροι ότι η Ιερουσαλήμ υπήρχε, όπως και ο Ηρώδης, οι Φαρισαίοι και οι Ρωμαίοι, γιατί όχι και ένας Ιησούς;
Οι ιστορικοί δεν είναι απαραίτητα δεσμευμένοι με κάποιο ειδικό ενδιαφέρον για το θέμα του Ιησού – και είναι όλοι καλά πληροφορημένοι για την αμφιλεγόμενη φύση του. Ένας μελετητής που ανακοινώνει ότι πιστεύει ότι δεν υπάρχει ιστορικά κάποιος Ιησούς είναι πιο πιθανόν να αντιμετωπίσει την περιφρόνηση.
Έτσι οι περισσότεροι μελετητές, μεγαλωμένοι και εκπαιδευμένοι σε μια χριστιανική κουλτούρα είναι ικανοποιημένοι είτε με το να υποθέτουν ότι ο Ιησούς υπήρξε (και υποκύπτουν στις γνώμες των "ειδικών" της Βίβλου που είναι άνθρωποι της πίστεως)
Αυτή η «ασφαλής» και άτολμη επιλογή διατηρεί ταυτόχρονα την «ασάφεια» ενός ξυλουργού σε ένα αρχαίο, επαρχιακό, απομονωμένο τόπο («η ανυπαρξία αποδείξεων δεν είναι απόδειξη της ανυπαρξίας») και μια ακαδημαϊκή αποστασιοποίηση από «θέματα πίστης» τα οποία ανύψωσαν αυτόν τον υποτιθέμενο αφανή "διδάσκαλο" σε μια εικονική θέση.
Για τη ζωή του Ιησού δεν υπάρχουν σημαντικές πληροφορίες, εκτός των Ευαγγελίων, τα οποία όμως, όπως όλα τα βιβλία των θρησκειών, δεν είναι ιστορικά συγγράμματα.
Τα βιβλία της Καινής Διαθήκης γράφτηκαν σύμφωνα με μελέτες αρκετά χρόνια μετά τον υποτιθέμενο θάνατο του Χριστού, από περισσότερους από έναν συγγραφείς, οι οποίοι δεν είναι ιστορικοί, είναι ασαφή, ατεκμηρίωτα, γεμάτα
παραλογισμούς και αντιφατικά. Τα πρωτότυπα δεν έχουν διασωθεί, ενώ αρχαιότερο θεωρείται ένα αντίγραφο του 2ου αι. μ.Χ., που βρέθηκε στην Αίγυπτο.
Σε μια εποχή όπου η τυπογραφία αποτελούσε επιστημονική φαντασία, ο μόνος τρόπος εξάπλωσης ενός χειρογράφου ήταν η αντιγραφή του με το χέρι. Μια τέτοια τεχνική γεννούσε πολλά προβλήματα, γιατί εκτός από τα όποια λάθη στη μετάφραση (διαμάχες πάνω στη μετάφραση της Βίβλου συνεχίζονται μέχρι σήμερα), σκόπιμα πολλές φορές ο μοναχός-γραφέας προσέθετε ή αφαιρούσε κομμάτια από το κείμενο, ανάλογα με τις τάσεις του δόγματος που επικρατούσαν εκείνη την εποχή.
Αμέτρητα αποσπάσματα από τη Βίβλο αμφισβητούνται ή αποδίδονται σε άλλους συγγραφείς, όπως για παράδειγμα το απόσπασμα που χρησιμοποιήθηκε για να τεκμηριώσει το αλάθητο του Πάπα (Κατά Ματθαίον 16,16-19).
Αλλά ακόμα και ανώτεροι εκκλησιαστικοί παράγοντες υποβαθμίζουν τη σημασία των Ευαγγελίων, αναφέροντας ότι: «Πηγή της πίστεώς μας δεν είναι τα Ευαγγέλια… αλλά η αποκαλυπτική αλήθεια… όπως καθορίστηκε και οριοθετήθηκε από τις Οικουμενικές Συνόδους» (μητροπολίτης Ναυπακτίας Ιερόθεος, ΤΟ ΒΗΜΑ, 15/4/2006).
Αυτό σημαίνει ότι τίποτα σταθερό (γραπτό) δεν υπάρχει, παρά τις συνεχείς αναφορές σε λόγια που είπαν ο Ιησούς, ο Παύλος, ο Πέτρος κλπ. Για κάθε εποχή ισχύει λοιπόν αυτό που επιβάλλει η συγκυρία και εξυπηρετεί τον εκκλησιαστικό μηχανισμό. Έτσι, «η χριστιανική πίστη προσαρμόζεται στις συνθήκες και στα αιτήματα κάθε τόπου και κάθε εποχής» (προμετωπίδα θεολογικής Σχολής Πανεπ. Αθήνας) – τουτέστιν ο ορισμός του καιροσκοπισμού.
Συνήθως, όταν διατυπώνεται αυτή η ερώτηση, το πρόσωπο που ρωτά, περιορίζει την ερώτηση «εκτός της Αγίας Γραφής». Εμείς δεν ασπαζόμαστε τη θεωρία ότι η Αγία Γραφή δεν μπορεί να θεωρηθεί πηγή αποδείξεων για την ύπαρξη του Ιησού Χριστού. Η Καινή Διαθήκη περιλαμβάνει εκατοντάδες αναφορές στον Ιησού Χριστό. Υπάρχουν αυτοί που τοποθετούν την συγγραφή των Ευαγγελίων στον 2ο αιώνα μ.Χ. -100+ χρόνια μετά απ’ τον θάνατο του Χριστού. Ακόμα κι αν αυτό είναι το ζήτημα (στο οποίο αντιτιθέμεθα καθέτως), όσον αφορά τα ιστορικά στοιχεία, γραπτά που συγγράφτηκαν εντός 200 χρόνων από τότε που έλαβαν χώρα τα γεγονότα, θεωρούνται ιδιαίτερα αξιόπιστα στοιχεία. Επί πλέον, η συντριπτική πλειοψηφία των μελετητών (Χριστιανών και μη) θα συμφωνούσαν ότι οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου (τουλάχιστον οι περισσότερες) συγγράφτηκαν από τον ίδιο στα μέσα του 1ου αιώνα μ.Χ. –λιγότερο από 40 χρόνια μετά τον θάνατο του Ιησού. Όσο αφορά τα ιστορικά στοιχεία των αρχαίων συγγραμμάτων, αυτά αποτελούν ισχυρή απόδειξη της ύπαρξης ενός άντρα με το όνομα Ιησούς στο Ισραήλ κατά τις αρχές του πρώτου αιώνα μ.Χ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι επίσης σημαντικό ν’ αναγνωρίσουμε ότι το 70 μ.Χ. οι Ρωμαίοι εισέβαλαν και κατέστρεψαν την Ιερουσαλήμ και το μεγαλύτερο μέρος του Ισραήλ γενικότερα, εξολοθρεύοντας τους κατοίκους. Ολόκληρες πόλεις κυριολεκτικά κατακάηκαν! Δεν θα έπρεπε λοιπόν να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι πολλά από τα στοιχεία της ύπαρξης του Ιησού πιθανόν καταστράφηκαν. Πολλοί από τους αυτόπτες μάρτυρες του Ιησού θα πρέπει να σκοτώθηκαν. Αυτά τα γεγονότα πιθανότατα περιόρισαν τον αριθμό των επιζώντων αυτοπτών μαρτύρων, που θα μπορούσαν να ομολογήσουν για τον Ιησού.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι η διακονία του Ιησού ήταν ιδιαίτερα περιορισμένα σε μια σχετικά ασήμαντη περιοχή στην άκρη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, εκπληκτικά μεγάλος αριθμός πληροφοριών μπορεί να αντληθεί γι’ Αυτόν, από κοσμικές ιστορικές πηγές. Μερικά από τα πιο σημαντικά ιστορικά στοιχεία για τον Ιησού περιλαμβάνονται στα ακόλουθα:
Ο Ρωμαίος Τάκιτος του 1ου αιώνα, ο οποίος θεωρείται ένας απ’ τους πιο αξιόπιστους ιστορικούς του αρχαίου κόσμου, αναφέρει τους προληπτικούς «Χριστιανούς» ,που πήραν το όνομά τους από τον Christus, η λατινική ονομασία για τον Χριστό, που υπέφερε από τον Πόντιο Πιλάτο κατά την βασιλεία του Τιβέριου. Ο Σουετώνιος, αρχιγραμματέας του Αυτοκράτορα Αδριανού, έγραψε ότι υπήρχε ένας άντρας ονομαζόμενος Χριστός που έζησε κατά τη διάρκεια του 1ου αιώνα (Annals 15.44.
Ο Ιωσήφ Φλάβιος είναι ο γνωστότερος Ιουδαίος ιστορικός. Sto Antiquities αναφέρεται τον Ιάκωβο, «τον αδερφό του Ιησού, που ονομάστηκε Χριστός». Υπάρχει εκεί ένα αμφιλεγόμενο απόσπασμα (18:3) που λέει, «Περίπου εκείνον τον καιρό, υπήρχε κάποιος Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν είναι επιτρεπτό να τον ονομάσουμε άνθρωπο. Διότι Αυτός έκανε εκπληκτικά κατορθώματα… Αυτός ήταν [Ο] Χριστός… αυτός εμφανίστηκε σ` αυτούς ζωντανός ξανά την Τρίτη ημέρα, καθώς οι θεϊκοί προφήτες προείπαν. Αυτά και άλλα δέκα χιλιάδες θαυμαστά πράγματα σχετικά με Αυτόν.» Σε ένα άλλο απόσπασμα διαβάζουμε «Εκείνο τον καιρό υπήρχε ένας σοφός άνθρωπος, ονομαζόμενος Ιησούς. Η διαγωγή Του ήταν καλή και ήταν γνωστός ως ευσεβής. Πολλοί εκ των Ιουδαίων και εκ των άλλων εθνών έγιναν μαθητές Του. Ο Πιλάτος Τον καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο. Αλλά όσοι είχαν γίνει μαθητές Του, δεν εγκατέλειψαν τη διδασκαλία Του. Ανέφεραν ότι Αυτός εμφανίστηκε σ’ αυτούς τρεις μέρες μετά τη σταύρωσή Του, και ότι ήταν ζωντανός. Σύμφωνα μ’ αυτά, πιθανόν Αυτόν να ήταν ο Μεσσίας, Του οποίου τα θαύματα οι προφήτες είχαν εξιστορήσει.»
Ο Ιούλιος Αφρικανός αναφέρει τον ιστορικό Θάλλο σε μια αντιπαράθεση σχετικά με το σκοτάδι που ακολούθησε τη σταύρωση του Χριστού (Extant Writings, 18).
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Πλίνος ο νεότερος, στις Επιστολές 10:96, κατέγραψε πράξεις λατρείας των πρώτων Χριστιανών, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι οι Χριστιανοί λάτρευαν τον Ιησού ως Θεό και ήταν πολύ ηθικοί, και περικλείει μια αναφορά στα γεύματα αγάπης και στο Δείπνο του Κυρίου.
Στο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ (Sanhedrin 43a) επιβεβαιώνεται η σταύρωση του Ιησού την Παραμονή του Πάσχα, και οι κατηγορίες εναντίον Του ότι διέπραττε μαγείες και ενθάρρυνε τους Ιουδαίους να αποστατήσουν.
Ο Λουκιανός …………………. ήταν ένας Έλληνας συγγραφέας του 2ου αιώνα ο οποίος αναγνωρίζει ότι ο Χριστός λατρευόταν από τους Χριστιανούς, εισήγαγε νέες διδασκαλίες, και σταυρώθηκε γι’ αυτό. Αναφέρει ότι οι διδασκαλίες του Ιησού, περιλαμβάνουν την αδελφότητα των πιστών, την σημασία της μεταστροφής και την αναγκαιότητα της άρνησης άλλων θεών. Οι Χριστιανοί έζησαν σύμφωνα με τους νόμους του Ιησού, πίστεψαν ότι απέκτησαν αιώνια ζωή, και χαρακτηριστήκαν από την περιφρόνηση για τον θάνατο, την εθελοντική αφοσίωση και την απάρνηση των υλικών αγαθών.
Ο Mara Bar-Serapion επιβεβαιώνει ότι Ιησούς θεωρείτο ότι ήταν ένας σοφός και ευσεβής άντρας, από πολλούς θεωρείτο Βασιλιάς του Ισραήλ, θανατώθηκε από τους Ιουδαίους και συνέχισε να ζει μέσω της διδασκαλίας των οπαδών Του.
Έπειτα έχουμε τα συγγράμματα των Γνωστικών (Το Ευαγγέλιο της Αλήθειας, Τα απόκρυφα του Ιωάννη, Το Ευαγγέλιο του Θωμά, Πραγματεία περί Ανάστασης, κτλ.) τα οποία, όλα αναφέρουν τον Ιησού.
Στην πραγματικότητα, μπορούμε να επαναδομήσουμε τα Ευαγγέλια μόνο από τις μη-Χριστιανικές πηγές των πρώτων χρόνων: Ο Ιησούς ονομάστηκε «Ο Χριστός» (Josephus), έκανε «μαγεία», οδήγησε τον Ισραήλ σε νέα διδασκαλίες, και κρεμάστηκε κατά το Πάσχα γι’ αυτούς (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ) στην Ιουδαία (Τάκιτος), αλλά ισχυρίστηκε ότι είναι Θεός και ότι θα επέστρεφε (Ελιέζερ) τα οποία και οι οπαδοί Του πίστεψαν-λατρεύοντας Αυτόν ως Θεό (Πλίνος ο νεότερος).
Συμπερασματικά, υπάρχει πλήθος στοιχείων υπέρ της ύπαρξης του Ιησού Χριστού, τόσο στην κοσμική όσο και στην Βιβλική ιστορία. Ίσως η μεγαλύτερη απόδειξη ότι ο Χριστός όντως υπήρξε, είναι το γεγονός ότι κυριολεκτικά χιλιάδες Χριστιανοί κατά τον πρώτο αιώνα μ.Χ. συμπεριλαμβανομένου των 12 Αποστόλων, ήταν πρόθυμοι να δώσουν την ζωή τους σαν μάρτυρες για τον Ιησού Χριστό. Οι άνθρωποι θα πέθαιναν γι’ αυτό που πιστεύουν ότι είναι αλήθεια, αλλά κανείς δεν θα πέθαινε για κάτι που ξέρει ότι είναι ψέμα.