Εκείνη τη μέρα δεν θα την ξεχάσουν ποτέ ούτε ο ίδιος αλλά ούτε και οι φανατικοί φίλοι της παράταξης που είχε κατορθώσει μετά από αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις να επιβληθεί του αιώνιου αντιπάλου της. Του λαβωμένου ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο σημερινός επικύψας πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, γκρέμιζε(μέσα σε ψιθύρους ότι φερόταν και άγετο από την οικονομική διαπλοκή των συμφερόντων μεταξύ ΟΤΕ- Siemens και Κόκκαλη) όλα όσα είχε κατορθώσει να δημιουργήσει συνεπικουρούμενους από τους δύο πνευματικούς του «πατεράδες»: Τον Ευάγγελο Αβέρωφ και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη που οι κουτσομπολίστικες γλώσσες τον ήθελαν κάτι παραπάνω από πολιτικά συμπορευόμενο. Ο Σαμαράς μέχρι τον Απρίλιο του 1992(τέτοιες μέρες)υπήρξε ενεργό μέλος της ΟΝΝΕΔ και εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Μεσσηνίας με τη Νέα Δημοκρατία (ΝΔ) στις Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1977 σε ηλικία 26 ετών, ο νεότερος βουλευτής στην ιστορία του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Τον Ιούλιο 1989 διορίστηκε Υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση συνεργασίας της Νέας Δημοκρατίας με τον Συνασπισμό υπό τον Πρωθυπουργό Τζαννή Τζαννετάκη. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ανέλαβε Υπουργός Εξωτερικών στην οικουμενική κυβέρνηση ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Συνασπισμού υπό τον Πρωθυπουργό Ξενοφώντα Ζολώτα. Μετά τις επόμενες εκλογές του Απριλίου 1990, όταν η Νέα Δημοκρατία κατάφερε να κερδίσει αυτοδυναμία στο Κοινοβούλιο συνεργαζόμενη με τον βουλευτή της Δημοκρατικής Ανανέωσης Θεόδωρο Κατσίκη, θήτευσε πάλι ως Υπουργός Εξωτερικών με την βοήθεια του Κώστα Μητσοτάκη. Την περίοδο αυτή χειρίστηκε δύο μείζονα θέματα: το ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ και τις σχέσεις με τη γειτονική Αλβανία. Τα όσα έγιναν τον Απρίλιο εκείνου του έτους, ακόμα αποτελούν μια «μαύρη περίοδο» με αδιευκρίνιστες και σκοτεινές πτυχές στην ιστορία του κοινοβουλευτισμού. Για το θέμα τις επόμενες μέρες θα έχουμε και πολλά να πούμε και πολλά να γράψουμε και να ξαναθυμηθούμε , πάντα με την «βοήθεια» και την «κατανόηση» του Αντώνη. Του Αντώνη «της καρδιάς μας».
Στις 13 Απριλίου 1992 συγκλήθηκε το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για το ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου, μετά τη σύνοδο, ο Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ανακοίνωσε την αποπομπή του Α. Σαμαρά από την κυβέρνηση και ακολούθως ανέλαβε ο ίδιος το Υπουργείο Εξωτερικών, καθώς ο υπουργός του και πολιτικό του «παιδί» είχε προηγουμένως διαφοροποιηθεί από την κυβερνητική γραμμή παρουσιάζοντας στη σύσκεψη σημείωμα με επτά σημεία δράσης, τα οποία προκάλεσαν την αντίδραση του Προέδρου της Δημοκρατίας και του Πρωθυπουργού. Στο διάστημα από το 1992 έως το τέλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη διατήρησε τις απόψεις του επί της εξωτερικής πολιτικής. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους παραιτήθηκε από τη βουλευτική του έδρα και αποχώρησε από τη Νέα Δημοκρατία. Ουδείς πίστεψε τότε ότι ο Σαμαράς, έριξε την κυβέρνηση για «εθνικούς λόγους». Την αλήθεια την ξέρει(εάν την ξέρει επακριβώς)ο Μητσοτάκης. Αλλά δεν την είπε ποτέ. Τουλάχιστον μέχρι σήμερα αν και πάντοτε έριχνε υπονοούμενα για τον «Αντώνη του» που του έδωσε το «φιλί του Ιούδα» για τα «τριάκοντα αργύρια». Τα όσα ακολούθησαν πέρασαν στις «μαύρες σελίδες» του Ελληνικού Κοινοβουλευτισμού. Στις αρχές Σεπτεμβρίου, με προτροπή του Αντώνη Σαμαρά, δύο βουλευτές της ΝΔ αποστασιοποιήθηκαν και προσχώρησαν στην Πολιτική Άνοιξη διατηρώντας τη βουλευτική τους έδρα ως ανεξάρτητοι: Πρώτα ο Στέφανος Β. Στεφανόπουλος, βουλευτής Ηλείας, και μετά ο Γιώργος Συμπιλίδης, βουλευτής Κιλκίς. Έτσι, η Νέα Δημοκρατία απώλεσε τη δεδηλωμένη, έχοντας μόνο 150 έδρες στην κοινοβουλευτική της ομάδα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναγκάστηκε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές για τον Οκτώβριο του 1993. Η κυβέρνηση είχε πέσει και στη Ρηγίλλης επικρατούσαν κολασμένες μέρες και νύχτες. Ο «αποστάτης» ήταν το πρώτο θέμα συζήτησης. Από τις κλωτσοπατινάδες και τις ύβρεις στελεχών της ΝΔ από θερμόαιμους οπαδούς τους μέσα στους διαδρόμους των παλαιών γραφείων μέχρι τις προεκλογικές ομιλίες του Μητσοτάκη σε όλη την Ελλάδα, μια κραυγή κυριαρχούσε: «Αλήτη, προδότη, Σαμαρά». Στις 30 Ιουνίου 1993 ο «προδότης Σαμαράς» είχε ιδρύσει την Πολιτική Άνοιξη (ΠΟΛΑΝ) συγκεντρώνοντας στελέχη όπως ο Νικήτας Κακλαμάνης, ο Ανδρέας Λεντάκης, ο Άκης Γεροντόπουλος, ο Στέφανος Γιώτας, ο Στάθης Παναγούλης, ο Δημήτρης Σταμάτης (Θεσσαλονίκης), ο Δημήτρης Σταμάτης (Αιτωλοακαρνανίας), ο Στέφανος Στεφανόπουλος, ο Μανώλης Καλαμίδας και άλλοι. Όλοι οι πολιτικοί εκείνης της εποχής χαρακτηρίστηκαν ως «αποστάτες». Κάποιοι από αυτούς, εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να στέκονται στο πλευρό του Αντώνη «της πεθεράς της βιομηχανίας Κύκνος» και να μην έχουν κατορθώσει να σβήσουν την ρετσινιά. Αλλά όλα όσα έγιναν τότε θα είναι στις επόμενες μέρες, ένα δημοσιογραφικό «φιλέτο» έρευνας και παράθεσης γεγονότων. Για να κλάψουνε μανούλες. Αλλά όχι η δικιά μας…
Πηγή
Στις 13 Απριλίου 1992 συγκλήθηκε το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για το ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου, μετά τη σύνοδο, ο Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ανακοίνωσε την αποπομπή του Α. Σαμαρά από την κυβέρνηση και ακολούθως ανέλαβε ο ίδιος το Υπουργείο Εξωτερικών, καθώς ο υπουργός του και πολιτικό του «παιδί» είχε προηγουμένως διαφοροποιηθεί από την κυβερνητική γραμμή παρουσιάζοντας στη σύσκεψη σημείωμα με επτά σημεία δράσης, τα οποία προκάλεσαν την αντίδραση του Προέδρου της Δημοκρατίας και του Πρωθυπουργού. Στο διάστημα από το 1992 έως το τέλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη διατήρησε τις απόψεις του επί της εξωτερικής πολιτικής. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους παραιτήθηκε από τη βουλευτική του έδρα και αποχώρησε από τη Νέα Δημοκρατία. Ουδείς πίστεψε τότε ότι ο Σαμαράς, έριξε την κυβέρνηση για «εθνικούς λόγους». Την αλήθεια την ξέρει(εάν την ξέρει επακριβώς)ο Μητσοτάκης. Αλλά δεν την είπε ποτέ. Τουλάχιστον μέχρι σήμερα αν και πάντοτε έριχνε υπονοούμενα για τον «Αντώνη του» που του έδωσε το «φιλί του Ιούδα» για τα «τριάκοντα αργύρια». Τα όσα ακολούθησαν πέρασαν στις «μαύρες σελίδες» του Ελληνικού Κοινοβουλευτισμού. Στις αρχές Σεπτεμβρίου, με προτροπή του Αντώνη Σαμαρά, δύο βουλευτές της ΝΔ αποστασιοποιήθηκαν και προσχώρησαν στην Πολιτική Άνοιξη διατηρώντας τη βουλευτική τους έδρα ως ανεξάρτητοι: Πρώτα ο Στέφανος Β. Στεφανόπουλος, βουλευτής Ηλείας, και μετά ο Γιώργος Συμπιλίδης, βουλευτής Κιλκίς. Έτσι, η Νέα Δημοκρατία απώλεσε τη δεδηλωμένη, έχοντας μόνο 150 έδρες στην κοινοβουλευτική της ομάδα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναγκάστηκε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές για τον Οκτώβριο του 1993. Η κυβέρνηση είχε πέσει και στη Ρηγίλλης επικρατούσαν κολασμένες μέρες και νύχτες. Ο «αποστάτης» ήταν το πρώτο θέμα συζήτησης. Από τις κλωτσοπατινάδες και τις ύβρεις στελεχών της ΝΔ από θερμόαιμους οπαδούς τους μέσα στους διαδρόμους των παλαιών γραφείων μέχρι τις προεκλογικές ομιλίες του Μητσοτάκη σε όλη την Ελλάδα, μια κραυγή κυριαρχούσε: «Αλήτη, προδότη, Σαμαρά». Στις 30 Ιουνίου 1993 ο «προδότης Σαμαράς» είχε ιδρύσει την Πολιτική Άνοιξη (ΠΟΛΑΝ) συγκεντρώνοντας στελέχη όπως ο Νικήτας Κακλαμάνης, ο Ανδρέας Λεντάκης, ο Άκης Γεροντόπουλος, ο Στέφανος Γιώτας, ο Στάθης Παναγούλης, ο Δημήτρης Σταμάτης (Θεσσαλονίκης), ο Δημήτρης Σταμάτης (Αιτωλοακαρνανίας), ο Στέφανος Στεφανόπουλος, ο Μανώλης Καλαμίδας και άλλοι. Όλοι οι πολιτικοί εκείνης της εποχής χαρακτηρίστηκαν ως «αποστάτες». Κάποιοι από αυτούς, εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να στέκονται στο πλευρό του Αντώνη «της πεθεράς της βιομηχανίας Κύκνος» και να μην έχουν κατορθώσει να σβήσουν την ρετσινιά. Αλλά όλα όσα έγιναν τότε θα είναι στις επόμενες μέρες, ένα δημοσιογραφικό «φιλέτο» έρευνας και παράθεσης γεγονότων. Για να κλάψουνε μανούλες. Αλλά όχι η δικιά μας…
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου