Σε αργία τέθηκαν με εντολή του υπουργού Δικαιοσύνης Χαράλαμπου Αθανασίου οι έξι σωφρονιστικοί υπάλληλοι που προφυλακίστηκαν με την κατηγορία του ξυλοδαρμού μέχρι θανάτου του Ιλί Καρέλι. Στο μεταξύ, στην Αλβανία, όσοι βλέπουν εχθρικά τους Ελληνες αποσιώπησαν τα εγκλήματά του και τον παρουσίασαν σαν ήρωα. Πρόκειται για μια πάγια αντίδραση στη γείτονα, μετά τον θάνατο Αλβανών κακοποιών στην Ελλάδα.
Η σορός του Κουντρέτ Κούμε ενταφιάστηκε στο χωριό του, Πατόσι, με τιμές περίπου εθνικού ήρωα. Ο Κουντρέτ Κούμε δεν ήταν άλλος από τον Ιλί Καρέλι, τον Αλβανό που κακοποιήθηκε μέχρι θανάτου από σωφρονιστικούς υπαλλήλους στις φυλακές Νιγρίτας ενώ είχε σφάξει εν ψυχρώ νωρίτερα τον συνάδελφό τους Γεώργιο Τσιρώνη στο Μαλανδρίνο. Οπως πολλοί άλλοι Αλβανοί, παράνομοι κυρίως, κυκλοφορούσε με ψεύτικο όνομα στην Ελλάδα.
Η αλβανική σημαία κάλυπτε το φέρετρο, ανθελληνικά συνθήματα και κατάρες ακούγονταν από τη νεκρική πομπή και το ακατάπαυστο μοιρολόι της τραγικής μάνας πυροδοτούσε αισθήματα μίσους εναντίον των Ελλήνων. Αν δεν γνώριζε κανείς τα πραγματικά γεγονότα θα νόμιζε ότι κηδευόταν κάποιος που είχε πέσει μαχόμενος εναντίον των Ελλήνων για τα συμφέροντα του έθνους.
Είχαν προηγηθεί δηλώσεις του τέως πρωθυπουργού Σαλί Μπερίσα για «το στυγερό κρατικό έγκλημα», και, σε ανάλογο ύφος, ενός υφυπουργού Εξωτερικών, ενώ λίγοι φανατικοί επιχείρησαν να διαδηλώσουν έξω από την ελληνική πρεσβεία στα Τίρανα, αλλά εμποδίστηκαν από την αστυνομία.
Δημοσιεύματα
Την εγκληματική εικόνα των Ελλήνων γενικώς ενίσχυαν δημοσιεύματα του τύπου «ξερίζωσαν την καρδιά του», «οι βασανιστές του προσπάθησαν να του κόψουν τα γεννητικά του όργανα», κ.ά. Αυτό που δεν αναδείχθηκε στη δημόσια συζήτηση για τον θάνατο του Κούμε, ήταν ότι ο βαρυποινίτης είχε κόψει νωρίτερα τον λαιμό ενός φρουρού σε άλλη φυλακή και άρα εκείνο που θα μείνει στην αλβανική κοινή γνώμη είναι η «αναίτια» δολοφονία του ξενιτεμένου παλικαριού «από τους Ελληνες». Ετσι, ο Κούμε θα πάρει στη συλλογική αλβανική συνείδηση τη θέση που του αξίζει, ως θύμα της ελληνικής βαρβαρότητας.
Δεν θα είναι μόνος σ’ αυτό το «πάνθεον». Το 1990 ένας διαταραγμένος ψυχικά μετανάστης, ο Φλαμούρ Πίσλι, κατέλαβε ένα λεωφορείο του ΚΤΕΛ έξω από τη Θεσσαλονίκη και υπό την απειλή χειροβομβίδας, το οδήγησε στην Αλβανία εκστομίζοντας ασυναρτησίες. Εξω από το Ελβασάν η αλβανική αστυνομία επιχείρησε έφοδο και σκότωσε τον Πίσλι και μαζί έναν αθώο Ελληνα επιβάτη. Ο Πίσλι έγινε ήρωας στην Αλβανία, θύμα των αδίστακτων Ελλήνων και γράφτηκαν για το «κατόρθωμά» του λαϊκά τραγούδια.
Πέρυσι οι δραπέτες των φυλακών Τρικάλων Μαριάν Κόλα και Ιλίρ Κούπα, σκότωσαν εν ψυχρώ έναν αστυφύλακα στη Λιβαδειά και επιχείρησαν να διαφύγουν στην Αλβανία. Οσο τους αναζητούσαν οι ελληνικές αρχές δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πανηγύριζαν γιατί τα παλικάρια, που είχαν διαπράξει ληστείες και δολοφονίες, ρεζίλεψαν τους Ελληνες! Οταν ο Κόλα σκοτώθηκε σε συμπλοκή με αστυνομικούς στη Θεσπρωτία, στην πατρίδα του κυκλοφόρησε ότι οι μπαμπέσηδες Ελληνες τον χτύπησαν πισώπλατα: ο Αλβανός, αντρειωμένος εκ φύσεως, δεν νικιέται ποτέ στα ίσα...
Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν συμβαίνει το ίδιο σε ανάλογες περιπτώσεις με άλλους γείτονες. Οταν, π.χ., το 1997 η φρεγάτα «Σίμπιλα» του ιταλικού πολεμικού ναυτικού εμβόλισε και βύθισε στα ανοιχτά του Μπρίντιζι, πλοιάριο με Αλβανούς μετανάστες, πνίγοντας 87 γυναικόπαιδα, δεν φώναξε κανείς.
Τώρα ακόμα και ο Μπερίσα, ανέβηκε στα κεραμίδια, εναντίον της Ελλάδας, ανάγοντας σε εθνική υπόθεση τη δολοφονία του βαρυποινίτη. Κάτι πιο βαθύ, και σάπιο, υπάρχει λοιπόν, στις σχέσεις των δύο λαών και αυτό έχει ρίζες πίσω, στο όχι πολύ μακρινό παρελθόν. Επί μισό αιώνα οι Αλβανοί κατάπιναν το δηλητήριο της προπαγάνδας του Χότζα για τους Ελληνες σατανάδες από τον νότο, τους έτοιμους να κατασπαράξουν την πατρίδα του και βεβαίως τα «καλά» του κομμουνισμού και την ίδια την οικογένειά του. Μια ολόκληρη γενιά γαλουχήθηκε με φοβίες και εξακολουθεί και σήμερα να κατατρύχεται από το σύνδρομο της εχθρικής περικύκλωσης, με έμφαση στον νότο, που τροφοδοτείται από ακραίους εθνικιστικούς και λαϊκιστικούς κύκλους και μερίδα των ΜΜΕ.
Αυτά από εκεί. Διότι και «από εδώ» οι ευθύνες δεν είναι μικρές για το κακό κλίμα. Οι αλυτρωτισμοί στο Βορειοηπειρωτικό, η βάρβαρη συμπεριφορά και οι διακρίσεις στα όρια του ρατσισμού εις βάρος Αλβανών μεταναστών, έγιναν ισχυρά όπλα στην προπαγάνδα του αλβανικού εθνικισμού.
Δίαυλοι επικοινωνίαςΟι ψύχραιμες φωνές και από τις δύο πλευρές υπογραμμίζουν την ανάγκη να χτυπηθεί το κακό στη ρίζα του με τη διάνοιξη διαύλων επικοινωνίας σε επίπεδο κοινωνιών. Μέχρι και ο Κάρολος Παπούλιας ταξίδεψε στην Αλβανία σε μια προσπάθεια να μιλήσει «από καρδιάς» για την ελληνοαλβανική φιλία, ενώ η Αθήνα πρωτοστατεί στην υποστήριξη του αιτήματος της Αλβανίας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Φαίνεται όμως ότι αυτά δεν αρκούν για να ξεπεραστούν στερεότυπα και προκαταλήψεις.
Πηγή
Η σορός του Κουντρέτ Κούμε ενταφιάστηκε στο χωριό του, Πατόσι, με τιμές περίπου εθνικού ήρωα. Ο Κουντρέτ Κούμε δεν ήταν άλλος από τον Ιλί Καρέλι, τον Αλβανό που κακοποιήθηκε μέχρι θανάτου από σωφρονιστικούς υπαλλήλους στις φυλακές Νιγρίτας ενώ είχε σφάξει εν ψυχρώ νωρίτερα τον συνάδελφό τους Γεώργιο Τσιρώνη στο Μαλανδρίνο. Οπως πολλοί άλλοι Αλβανοί, παράνομοι κυρίως, κυκλοφορούσε με ψεύτικο όνομα στην Ελλάδα.
Η αλβανική σημαία κάλυπτε το φέρετρο, ανθελληνικά συνθήματα και κατάρες ακούγονταν από τη νεκρική πομπή και το ακατάπαυστο μοιρολόι της τραγικής μάνας πυροδοτούσε αισθήματα μίσους εναντίον των Ελλήνων. Αν δεν γνώριζε κανείς τα πραγματικά γεγονότα θα νόμιζε ότι κηδευόταν κάποιος που είχε πέσει μαχόμενος εναντίον των Ελλήνων για τα συμφέροντα του έθνους.
Είχαν προηγηθεί δηλώσεις του τέως πρωθυπουργού Σαλί Μπερίσα για «το στυγερό κρατικό έγκλημα», και, σε ανάλογο ύφος, ενός υφυπουργού Εξωτερικών, ενώ λίγοι φανατικοί επιχείρησαν να διαδηλώσουν έξω από την ελληνική πρεσβεία στα Τίρανα, αλλά εμποδίστηκαν από την αστυνομία.
Δημοσιεύματα
Την εγκληματική εικόνα των Ελλήνων γενικώς ενίσχυαν δημοσιεύματα του τύπου «ξερίζωσαν την καρδιά του», «οι βασανιστές του προσπάθησαν να του κόψουν τα γεννητικά του όργανα», κ.ά. Αυτό που δεν αναδείχθηκε στη δημόσια συζήτηση για τον θάνατο του Κούμε, ήταν ότι ο βαρυποινίτης είχε κόψει νωρίτερα τον λαιμό ενός φρουρού σε άλλη φυλακή και άρα εκείνο που θα μείνει στην αλβανική κοινή γνώμη είναι η «αναίτια» δολοφονία του ξενιτεμένου παλικαριού «από τους Ελληνες». Ετσι, ο Κούμε θα πάρει στη συλλογική αλβανική συνείδηση τη θέση που του αξίζει, ως θύμα της ελληνικής βαρβαρότητας.
Δεν θα είναι μόνος σ’ αυτό το «πάνθεον». Το 1990 ένας διαταραγμένος ψυχικά μετανάστης, ο Φλαμούρ Πίσλι, κατέλαβε ένα λεωφορείο του ΚΤΕΛ έξω από τη Θεσσαλονίκη και υπό την απειλή χειροβομβίδας, το οδήγησε στην Αλβανία εκστομίζοντας ασυναρτησίες. Εξω από το Ελβασάν η αλβανική αστυνομία επιχείρησε έφοδο και σκότωσε τον Πίσλι και μαζί έναν αθώο Ελληνα επιβάτη. Ο Πίσλι έγινε ήρωας στην Αλβανία, θύμα των αδίστακτων Ελλήνων και γράφτηκαν για το «κατόρθωμά» του λαϊκά τραγούδια.
Πέρυσι οι δραπέτες των φυλακών Τρικάλων Μαριάν Κόλα και Ιλίρ Κούπα, σκότωσαν εν ψυχρώ έναν αστυφύλακα στη Λιβαδειά και επιχείρησαν να διαφύγουν στην Αλβανία. Οσο τους αναζητούσαν οι ελληνικές αρχές δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πανηγύριζαν γιατί τα παλικάρια, που είχαν διαπράξει ληστείες και δολοφονίες, ρεζίλεψαν τους Ελληνες! Οταν ο Κόλα σκοτώθηκε σε συμπλοκή με αστυνομικούς στη Θεσπρωτία, στην πατρίδα του κυκλοφόρησε ότι οι μπαμπέσηδες Ελληνες τον χτύπησαν πισώπλατα: ο Αλβανός, αντρειωμένος εκ φύσεως, δεν νικιέται ποτέ στα ίσα...
Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν συμβαίνει το ίδιο σε ανάλογες περιπτώσεις με άλλους γείτονες. Οταν, π.χ., το 1997 η φρεγάτα «Σίμπιλα» του ιταλικού πολεμικού ναυτικού εμβόλισε και βύθισε στα ανοιχτά του Μπρίντιζι, πλοιάριο με Αλβανούς μετανάστες, πνίγοντας 87 γυναικόπαιδα, δεν φώναξε κανείς.
Τώρα ακόμα και ο Μπερίσα, ανέβηκε στα κεραμίδια, εναντίον της Ελλάδας, ανάγοντας σε εθνική υπόθεση τη δολοφονία του βαρυποινίτη. Κάτι πιο βαθύ, και σάπιο, υπάρχει λοιπόν, στις σχέσεις των δύο λαών και αυτό έχει ρίζες πίσω, στο όχι πολύ μακρινό παρελθόν. Επί μισό αιώνα οι Αλβανοί κατάπιναν το δηλητήριο της προπαγάνδας του Χότζα για τους Ελληνες σατανάδες από τον νότο, τους έτοιμους να κατασπαράξουν την πατρίδα του και βεβαίως τα «καλά» του κομμουνισμού και την ίδια την οικογένειά του. Μια ολόκληρη γενιά γαλουχήθηκε με φοβίες και εξακολουθεί και σήμερα να κατατρύχεται από το σύνδρομο της εχθρικής περικύκλωσης, με έμφαση στον νότο, που τροφοδοτείται από ακραίους εθνικιστικούς και λαϊκιστικούς κύκλους και μερίδα των ΜΜΕ.
Αυτά από εκεί. Διότι και «από εδώ» οι ευθύνες δεν είναι μικρές για το κακό κλίμα. Οι αλυτρωτισμοί στο Βορειοηπειρωτικό, η βάρβαρη συμπεριφορά και οι διακρίσεις στα όρια του ρατσισμού εις βάρος Αλβανών μεταναστών, έγιναν ισχυρά όπλα στην προπαγάνδα του αλβανικού εθνικισμού.
Δίαυλοι επικοινωνίαςΟι ψύχραιμες φωνές και από τις δύο πλευρές υπογραμμίζουν την ανάγκη να χτυπηθεί το κακό στη ρίζα του με τη διάνοιξη διαύλων επικοινωνίας σε επίπεδο κοινωνιών. Μέχρι και ο Κάρολος Παπούλιας ταξίδεψε στην Αλβανία σε μια προσπάθεια να μιλήσει «από καρδιάς» για την ελληνοαλβανική φιλία, ενώ η Αθήνα πρωτοστατεί στην υποστήριξη του αιτήματος της Αλβανίας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Φαίνεται όμως ότι αυτά δεν αρκούν για να ξεπεραστούν στερεότυπα και προκαταλήψεις.
Πηγή
Τά παραμύθια τού εβραιοαλβανού κάρολου όμως τελείωσαν. Νά τά πεί στούς δολοφόνους αλβανούς του.
ΑπάντησηΔιαγραφή