Στον αέρα την επιτυχή διαπραγμάτευση της Ελλάδας με τους εταίρους για το χρέος μπορεί να τινάξει η πολιτική αστάθεια, όπως υποστήριξε ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης, τονίζοντας πως: «Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να επιστρέψουμε στη συνταγή που μας έφερε στην κρίση. Στη συμφωνία με τους εταίρους η Ελλάδα πρέπει να είναι ενωμένη και η φωνή της ενιαία».
Παράλληλα, μιλώντας στη Βουλή στο πλαίσιο της συζήτησης για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, ο κ. Χαρδούβελης ξεκαθάρισε ότι «δεν έχουμε την πολυτέλεια να στείλουμε λάθος μηνύματα… Δεν είναι ώρα του εφησυχασμού αλλά της εγρήγορσης», ενώ απευθυνόμενος προς την αξιωματική αντιπολίτευση σημείωσε χαρακτηριστικά: «Δεν είναι η ώρα των εύκολων και μη κοστολογημένων παροχών».
Η χώρα χρειάζεται τη μέγιστη στήριξη της Βουλής. Το πολιτικό κλίμα της αβεβαιότητας και της αποσταθεροποίησης εμποδίζουν… η πολιτική σταθερότητα διασφαλίζει ότι η χώρα θα τοκίσει τα επιτεύγματά της σε όλα τα επίπεδα», υπογράμμισε μεταξύ άλλων, συμπληρώνοντας: «Βαίνουμε στην ολοκλήρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής. Η επόμενη ημέρα έχει ξεκινήσει και οι υπεύθυνες δυνάμεις θα συνεχίσουν το έργο τους. Η ιστορία δεν γράφεται από τους απόντες που με περισσή ευκολία μοιράζουν εύκολες λύσεις. Η επόμενη ημέρα μετά μνημόνιο θα πρέπει να είναι μέρα λελογισμένης ευθύνης. Η έξοδος στις αγορές προϋποθέτει εκπλήρωση των δημοσιονομικών στόχων και κυρίως πολιτική υπευθυνότητα και σταθερότητα. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να επιστρέψουμε στη συνταγή που μας έφερε στη κρίση».
Όπως δε κατέστησε σαφές:«Πρέπει να έχουμε υπευθυνότητα ότι η χώρα θα πληρώνει ανελλιπώς τους τόκους στους εταίρους καθώς μόνο με τον τρόπο αυτό θα είμαστε αξιόπιστοι για να βγαίνουμε στις αγορές και να δανειζόμαστε», ενώ αναφορικά με το χρέος ανέφερε ότι η κυβέρνηση έχει ολοκληρώσει τις δικές της υποχρεώσεις σημειώνοντας μεταξύ άλλων: «Η συμφωνία για ελάφρυνση χρέους είναι μπροστά μας και θα έρθει ως αποτέλεσμα της συνέπειας μας στους μεταρρυθμιστικούς στόχους. Η κυβέρνηση με σημαντικό κόστος ολοκλήρωσε τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Διαπραγματεύτηκε και το κάνει με τεκμηριωμένα επιχειρήματα… Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα: να μην αφήσουμε αναξιοποίητα τα οφέλη της εθνικής προσπάθειας και να μπούμε σε νέα περίοδο βελτίωσης».
Αφού μάλιστα προανήγγειλε και άλλες μειώσεις ή καταργήσεις έκτακτων μέτρων, αλλά και πως «οι συνεπείς φορολογούμενοι θα ανταμείβονται, εμφανίστηκε αισιόδοξος για το αποτέλεσμα των στρες τεστ στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
«Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες πρέπει να γίνουν βασικός πυλώνας ανάπτυξης με παροχή ρευστότητα στις επιχειρήσεις», κατέληξε ο κ. Χαρδούβελης, σημειώνοντας ωστόσο πως: «Υπάρχουν δύο ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν:
- Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και οφειλές προς δημόσιο και ταμεία που είναι βραχνάς για νοικοκυρά και επιχειρήσεις
- Δυσκολία τραπεζών για νέα δάνεια. Για τα στρες τεστ όλες οι ενδείξεις δείχνουν ότι από αρχές 2015 επανερχόμαστε σε κανονικούς ρυθμούς ανάπτυξης».
Αναλυτικά η ομιλία του Γκίκα Χαρδούβελη:
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Η κυβέρνηση ζητάει ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής σε μια ιστορική συγκυρία, τη στιγμή που βαίνουμε προς την ολοκλήρωση του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής.
Η τρέχουσα και τελευταία διαπραγμάτευση του Προγράμματος αποτελεί τον προθάλαμο της νέας ευρωπαϊκής πορείας της χώρας.
Και η κυβέρνηση χρειάζεται τη μέγιστη δυνατή υποστήριξη του Κοινοβουλίου στην προσπάθεια αυτή.
Η σημερινή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δεν έχει καμία σχέση με τις δραματικές στιγμές, που βίωσε η χώρα πριν από μερικά χρόνια. Η χώρα μας πλέον είναι πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητας.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την οικονομία και τη διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη, δεν είναι πλέον η οικονομία όπως ήταν πριν λίγα χρόνια, πριν μερικούς μήνες. Είναι το πολιτικό κλίμα, η αβεβαιότητα και η αστάθεια που δεν αφήνουν τα πράγματα να προχωρήσουν. Γι΄ αυτό το λόγο η ψήφος εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση είναι ένα σημαντικό βήμα.
Η ψήφος εμπιστοσύνης εξασφαλίζει πολιτική σταθερότητα για τον τόπο. Αυτό χρειαζόμαστε για την επόμενη μέρα. Η πολιτική σταθερότητα διασφαλίζει ότι η χώρα θα συνεχίσει να τοκίζει τα επιτεύγματα των πολιτών τα τελευταία χρόνια σε όλα τα επίπεδα. Και τα επιτεύγματα αυτά είναι πολλά.
Τις δεκαετίες πριν την κρίση η ελληνική οικονομία κατέγραψε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, βασισμένη στην αύξηση της εσωτερικής οικονομικής ζήτησης, χρηματοδοτούμενη με υπερβάλλοντα εξωτερικό δανεισμό δημοσίου και ιδιωτών.
Οδηγηθήκαμε με αυτό τον τρόπο, στη γιγάντωση της εγχώριας κατανάλωσης, την επιδείνωση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας και τη συσσώρευση τεράστιων δίδυμων ελλειμμάτων δημόσιου και εξωτερικού χρέους. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να επιστρέψουμε εκεί.
Επομένως, το επόμενο βήμα για την ελληνική οικονομία από εδώ και πέρα είναι η περαιτέρω αύξηση της παραγωγικότητάς, η προσέλκυση νέων επενδύσεων και οι εξαγωγές. Αυτός είναι ο μόνος βιώσιμος τρόπος αύξησης των εισοδημάτων και μείωσης της ανεργίας, δεδομένου ότι εκ νέου διόγκωση της κατανάλωσης με δανεισμό δεν μπορεί να υπάρξει και ούτε θέλουμε να υπάρξει.
Ταυτόχρονα, πρέπει να υποστηρίξουμε εκείνους τους συμπολίτες μας, που πλήττονται από τον διαρθρωτικό μετασχηματισμό της οικονομίας. Πρέπει να διαφυλάξουμε την κοινωνική συνοχή. Να τους βοηθήσουμε να αναπτύξουν τις δεξιότητες οι οποίες είναι απαραίτητες στο νέο αναπτυξιακό περιβάλλον.
Για να κάνουν οι πολίτες τις μεταρρυθμίσεις δικές τους, πρέπει όλοι να συμμετέχουν στη νέα αναπτυξιακή εποχή που έρχεται, στο αναπτυξιακό μέρισμα που δημιουργούμε. Και όταν τις κάνουν δικές τους, οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν ομαλά και η οικονομία θα μπορεί να αναπτύσσεται χωρίς εμπόδια.
Σχεδιάζουμε να αναδείξουμε μια εξωστρεφή και ανταγωνιστική ελληνική οικονομία, η οποία θα αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς και θα αξιοποιεί τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα στις διεθνείς αγορές.
Υλοποιούμε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο στη χώρα. Οι βασικοί πυλώνες ανάπτυξης είναι:
• η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος,
• η διοικητική μεταρρύθμιση στο δημόσιο,
• οι σταδιακές φοροαπαλλαγές,
• και η αποκατάσταση της αξιοπιστίας του τραπεζικού συστήματος με την ταυτόχρονη άρση της πιστωτικής ασφυξίας.
Το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που προωθούμε ενθαρρύνει την προσέλκυση επενδύσεων και την είσοδο νέων επιχειρήσεων στις αγορές. Θέλουμε να γίνουμε ισχυρότεροι σε τομείς όπου η Ελλάδα παραδοσιακά είχε δυναμική παρουσία, όπως η γεωργία, ο τουρισμός και η ναυτιλία. Και δημιουργούμε συνθήκες για την ανάπτυξη εντελώς καινούργιων κλάδων, όπου η Ελλάδα έχει όλες τις δυνατότητες να πρωταγωνιστήσει.
Αυτή είναι η ταυτότητά μας. Αυτή είναι η πολιτική μας. Ενίσχυση των παραδοσιακών πυλώνων της οικονομίας και επένδυση στη νέα οικονομία, στη νέα δημιουργία.
Αν οι αγορές είναι εύκολα προσβάσιμες σε νέες επιχειρήσεις, ο ανταγωνισμός αυξάνεται και τα οφέλη για τους καταναλωτές και τους πολίτες, όπως χαμηλότερες τιμές και υψηλότερη ποιότητα προϊόντων, πολλαπλασιάζονται. Ήδη το επιχειρηματικό περιβάλλον βελτιώνεται. Οι διαδικασίες εισόδου σε πολλές αγορές έχουν απλοποιηθεί και η προσπάθεια συνεχίζεται.
Η ύφεση φτάνει πλέον στο τέλος της, καθώς μετά από 6 χρόνια συνεχούς συρρίκνωσης, η ελληνική οικονομία αναμένεται να έχει θετικό ρυθμό ανάπτυξης στο τρίτο τρίμηνο του 2014. Η ανατροπή αυτή δεν είναι μικρής σημασίας ή αυτονόητη, όπως κάποιοι θέλουν να παρουσιάσουν.
Δεν πρέπει να παραβλέπουμε άλλωστε ότι η δημοσιονομική εξυγίανση έγινε πραγματικότητα. Το 2013 το ελληνικό κράτος πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα που έφθανε το 0,8% του ΑΕΠ της χώρας, ένα χρόνο νωρίτερα από τον στόχο ενώ για το 2014 το πρωτογενές πλεόνασμα ξεπερνά το 1,5%. Έχουν περάσει μόλις πέντε χρόνια, αλλά για να μην το ξεχνάμε, το 2009 είχαμε πρωτογενές έλλειμμα που έφθανε το 10,4% του ΑΕΠ.
Η διεθνής ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας αποκαθίσταται σε υγιέστερες βάσεις. Το 2013 η Ελλάδα είχε θετικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Εξάγαμε περισσότερα από όσα εισάγαμε για πρώτη φορά από το 1948.
Επίσης, το ελληνικό κράτος, όπως και το τραπεζικό σύστημα αλλά και μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις έχουν αποκτήσει ξανά πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Μετά από τέσσερα χρόνια αποκλεισμού από τις αγορές ομολόγων, το ελληνικό κράτος άντλησε 3 δισ. ευρώ μέσω έκδοσης 5ετών ομολόγων τον Απρίλιο του 2014 και 1,5 δισ. ευρώ μέσω 3ετών ομολόγων τον Ιούλιο του 2014.
Στη συνέχεια το Σεπτέμβριο πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή, ύψους 1,7 δισ. ευρώ, υφιστάμενων εκδόσεων Εντόκων Γραμματίων Ελληνικού Δημοσίου. Με αυτό τον τρόπο μεταφέρθηκε βραχυπρόθεσμο χρέος σε μεσοπρόθεσμες εκδόσεις, αφαιρώντας πίεση από την αναχρηματοδότηση του Δημοσίου.
Η συνέχεια εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου