Ο Σωκράτης της πλατωνικής «Πολιτείας, 618.b.6- 619.b.1» μας λέγει ότι : «Εδώ λοιπόν, καθώς φαίνεται, αγαπητέ μου Γλαύκων, βρίσκεται όλος ο κίνδυνος για τον άνθρωπο, και γι’ αυτό ακριβώς πρέπει ο καθένας από εμάς, αφήνοντας κάθε άλλο μάθημα, εκείνο μονάχα το μάθημα, που θα τον κάνει ικανό να ερευνήσει και να μάθει από οπουδήποτε, ποιος θα τον κάνει δυνατό και επιστήμονα, ώστε να ξεχωρίζει τον χρηστό από τον πονηρό τρόπο και από όλους τους δυνατούς τρόπους να διαλέγει πάντοτε τον βέλτιστο, αφού θα έχει υπόψη του πως συντελούν στον ενάρετο βίο όλα όσα μέχρι τώρα είπαμε, είτε όλα μαζί, είτε και χωριστά το καθένα. Να μάθει τι καλό ή τι κακό προξενεί το κάλλος ανακατωμένο με τη φτώχεια ή με τον πλούτο και ποια έξη της ψυχής κάνει τον άνθρωπο καλό ή κακό. Να μάθει τι αποτέλεσμα φέρνουν αν ανακατευθούν οι ευγενικές και οι δυσγενικές καταγωγές, η παραμονή στην ιδιωτική ζωή και η ενάσκηση εξουσίας, οι σωματικές δυνάμεις και αδυναμίες, η ευχέρεια για μάθηση και η δυσχέρεια, και όλα γενικά τα παρόμοια που μπορεί να έχει η ψυχή εκ φύσεως ή να τα απέκτησε κατόπιν, και έτσι να γίνει ικανός, αφού τα λογαριάσει όλα καλά, να εκλέξει, έχοντας υπόψη του τη φύση της ψυχής, τον χειρότερο και τον καλύτερο βίο, με την βεβαιότητα ότι χειρότερος είναι εκείνος που τη φέρνει σε σημείο να γίνει αδικώτερη, και καλύτερος είναι εκείνος που θα την κάνει δικαιότερη, και για όλα τα άλλα θα αδιαφορήσει [1]. Γιατί είδαμε πως αυτή είναι η καλύτερη εκλογή για τον άνθρωπο, είτε το κάνει για το διάστημα που ζει, είτε όταν αφού τελευτήσει. Πρέπει λοιπόν ο άνθρωπος με τη γνώση αυτή, σταθερή σαν αδαμάντινη, να κατέβει στον Άδη [2], για να μη δοκιμάσει κατάπληξη μπροστά στα πλούτη και τα παρόμοια κακά, και για να μην προξενήσει στους άλλους πολλά και ανυπόφορα κακά πέφτοντας στα δίχτυα της Τυρρηνίας και άλλων τέτοιων πράξεων, αλλά και για να μη πάθει αυτός ο ίδιος μεγαλύτερα, να αποφεύγει τις υπερβολές είτε προς την μία κατεύθυνση είτε προς την άλλη [3], και κατά τη διάρκεια του εδώ βίου του μπορεί, και σε ολόκληρη τη μέλλουσα ζωή του. Γιατί μόνο κατά αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος γίνεται ευδαιμονέστατος [4]. –
ἔνθα δή, ὡς ἔοικεν, ὦ φίλε Γλαύκων, ὁ πᾶς κίνδυνος ἀνθρώπῳ, καὶ διὰ ταῦτα μάλιστα ἐπιμελητέον ὅπως ἕκαστος ἡμῶν τῶν ἄλλων μαθημάτων ἀμελήσας τούτου τοῦ μαθήματος καὶ ζητητὴς καὶ μαθητὴς ἔσται, ἐάν ποθεν οἷός τ᾽ ᾖ μαθεῖν καὶ ἐξευρεῖν τίς αὐτὸν ποιήσει δυνατὸν καὶ ἐπιστήμονα, βίον καὶ χρηστὸν καὶ πονηρὸν διαγιγνώσκοντα, τὸν βελτίω ἐκ τῶν δυνατῶν ἀεὶ πανταχοῦ αἱρεῖσθαι· ἀναλογιζόμενον πάντα τὰ νυνδὴ ῥηθέντα καὶ συντιθέμενα ἀλλήλοις καὶ διαιρούμενα πρὸς ἀρετὴν βίου πῶς ἔχει, εἰδέναι τί κάλλος πενίᾳ ἢ πλούτῳ κραθὲν καὶ μετὰ ποίας τινὸς ψυχῆς ἕξεως κακὸν ἢ ἀγαθὸν ἐργάζεται, καὶ τί εὐγένειαι καὶ δυσγένειαι καὶ ἰδιωτεῖαι καὶ ἀρχαὶ καὶ ἰσχύες καὶ ἀσθένειαι καὶ εὐμαθίαι καὶ δυσμαθίαι καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα τῶν φύσει περὶ ψυχὴν ὄντων καὶ τῶν ἐπικτήτων τί συγκεραννύμενα πρὸς ἄλληλα ἐργάζεται, ὥστε ἐξ ἁπάντων αὐτῶν δυνατὸν εἶναι συλλογισάμενον αἱρεῖσθαι, πρὸς τὴν τῆς ψυχῆς φύσιν ἀποβλέποντα, τόν τε χείρω καὶ τὸν ἀμείνω βίον, χείρω μὲν καλοῦντα ὃς αὐτὴν ἐκεῖσε ἄξει, εἰς τὸ ἀδικωτέραν γίγνεσθαι, ἀμείνω δὲ ὅστις εἰς τὸ δικαιοτέραν. τὰ δὲ ἄλλα πάντα χαίρειν ἐάσει· ἑωράκαμεν γὰρ ὅτι ζῶντί τε καὶ τελευτήσαντι αὕτη κρατίστη αἵρεσις. ἀδαμαντίνως δὴ δεῖ ταύτην τὴν δόξαν ἔχοντα εἰς Ἅιδου ἰέναι, ὅπως ἂν ᾖ καὶ ἐκεῖ ἀνέκπληκτος ὑπὸ πλούτων τε καὶ τῶν τοιούτων κακῶν, καὶ μὴ ἐμπεσὼν εἰς τυραννίδας καὶ ἄλλας τοιαύτας πράξεις πολλὰ μὲν ἐργάσηται καὶ ἀνήκεστα κακά, ἔτι δὲ αὐτὸς μείζω πάθῃ, ἀλλὰ γνῷ τὸν μέσον ἀεὶ τῶν τοιούτων βίον αἱρεῖσθαι καὶ φεύγειν τὰ ὑπερβάλλοντα ἑκατέρωσε καὶ ἐν τῷδε τῷ βίῳ κατὰ τὸ δυνατὸν καὶ ἐν παντὶ τῷ ἔπειτα· οὕτω γὰρ εὐδαιμονέστατος γίγνεται ἄνθρωπος».
Στο εν λόγο κείμενο, λέγει ο Πρόκλος στο «Εις τας Πολιτείας Πλάτωνος υπόμνημα, βιβλίο Β’ (συνέχεια, 2.184 – 368), 285.33 – 288.8», αναφέρεται ότι με τις πολυποίκιλες μορφές ζωής αναμειγνύονται όλα τα σωματικά και εξωτερικά καλά και κακά, και όλα τα στοιχεία που είναι ενδιάμεσα των παραπάνω, κι αυτά είναι ακριβώς που παρέχουν την ατελείωτη ποικιλομορφία των ειδών ζωής. Σύμφωνα με τούτα συνεπώς, ο Πλάτων προτρέπει κατεξοχήν να εξετάζουμε πως θα μπορούσε να γίνει ο καθένας μας αξιόπιστος κριτής, είτε μαθαίνοντας από κάποιον που μπορεί να του τα μάθει είτε βρίσκοντάς τα από μόνος του (πράγματι, οι δρόμοι που οδηγούν στη γνώση είναι δύο, να μάθουμε από κάποιον άλλο ή να ανακαλύψουμε μόνοι μας, όπως μας διδάσκει και ο Σωκράτης του «Αλκιβιάδη, 106.d»), των καλύτερων και των χειρότερων ειδών ζωής, όχι με το βλέμμα στραμμένο προς τα εξωτερικά πράγματα, παρασυρόμενος από αυτά και θαμπωμένος αν προβάλλονται πλούτη και τιμές εξαιρετικές και δυνάμεις, εξουσίες πόλεων και εθνών, ευγενικές καταγωγές, ευρωστίες σωμάτων και όλα τα παρόμοια από τα οποία οι ψυχές των πολλών κυριεύονται τελείως και παραμελούν όλα τα υπόλοιπα. Πρέπει δηλ. να εξετάζουμε όχι τις υπερβολές αυτών ή τις ελλείψεις των αντιθέτων τους, τις οποίες όλοι, που λέει ο λόγος, προσπαθούν να αποφύγουν, αλλά αυτό που προκύπτει από την ανάμειξη είτε του ενός με το άλλο είτε και με τις καταστάσεις της ψυχής. Ανάμειξη του ενός με το άλλο εννοώ, φερ’ ειπείν, του κάλλους με τη πενία (φτώχεια) ή με τον πλούτο, και ανάμειξη με τις καταστάσεις της ψυχής εννοώ τον συνδυασμό των στοιχείων αυτών με την αρετή και τη φαυλότητα. Δεδομένου μάλιστα ότι σε κάθε περίπτωση οι ψυχικές καταστάσεις είναι διαφορετικές, φαίνονται διαφορετικές και οι άλλες περιστάσεις. Συνδυασμένα δηλ. με την ευκολία στη μάθηση και την εξυπνάδα όλα τα παραπάνω είναι σφαλερά, συνδυασμένα όμως με την δυσκολία στην μάθηση είναι λιγότερο σφαλερά. Οι ιδιότητες αυτές λοιπόν και όλες οι παρόμοιες είναι φυσικές για την ψυχή (από την φύση γινόμαστε ικανοί ή ανίκανοι για μάθηση). Και μας ακολουθούν, ερχόμενα από έξω, όλα τα προτερήματα ή μειονεκτήματα σωματικά, ή εξωτερικά, που προαναφέραμε. Επειδή λοιπόν αυτός που κάνει χρήση είναι η ψυχή και τα υπόλοιπα είναι όργανα της, πρέπει να αποβλέπουν στη φύση της και όταν τη γνωρίσει καλά να επιλέξει αυτά που μπορεί να κυβερνήσει, αναμειγμένα με το είδος της ζωής, ενώ εκείνα για τα οποία δεν έχει την κατάσταση που επιτρέπει τη χρήση τους να μην τα επιζητεί, αλλά να τα αφήσει να πάνε στο καλό, αναζητώντας και επιλέγοντας πάντοτε το όργανο που είναι το κατάλληλο για τις δικές της δυνάμεις, χωρίς να στρέφει το βλέμμα προς τα πλεονεκτήματα των άλλων αλλά προς το σύμμετρο με την ίδια. Ποια είναι λοιπόν η άριστη άποψη σχετικά με τα ζητήματα αυτά, για την οποία ο Πλάτων διατυπώνει την αξίωση να μένει μέσα μας απαρασάλευτη και, κατά την έκφραση του, αδαμάντινη, ακόμα και όταν πορευόμαστε προς τον Άδη ;; Είναι ότι το μέσον (ενδιάμεσο) είναι το πιο ασφαλές ανάμεσα σε όλα τα εξωτερικά πράγματα, την υγεία και την νόσο, την ρωμαλεότητα (ρώμη) και την ασθενικότητα (ασθένεια), το κάλος και το αίσχος, τον πλούτο και την πενία, την δύναμη και αδυναμία, την τιμή και την ατιμία, και με σημείο αναφοράς αυτό να προχωράει κανείς στην επιλογή των ειδών της ζωής, χωρίς να θαμπώνεται από τις τυραννικές εξουσίες, χωρίς να κυριεύεται από τα φαινομενικά αγαθά, χωρίς να αιχμαλωτίζεται από τις σωματικές δυνάμεις, αποκρούοντας σε κάθε περίπτωση και τις υπερβολές και τις ελλείψεις. Και προτάσσοντας ως τελικό σκοπό όχι τον επιμελημένο χαρακτήρα των οργάνων (σώμα) αλλά την τελείωση του χρήστη (ψυχή). Πραγματικά, οι ελλείψεις και οι υπερβολές γίνονται υπεύθυνες για τη διάπραξη μεγάλων κακών, ενώ πολλές φορές συνεπάγονται και παθήματα μεγαλύτερα από τις ενέργειες. Πολλοί τύραννοι δηλ. σταυρώθηκαν, άλλοι οδηγήθηκαν στην πενία και άλλοι εξορίστηκαν ισοβίως. Πολλοί επίσης από αυτούς που γνώρισαν τον πλούτο και την ομορφιά ξέπεσαν με άθλιο τρόπο ε κάθε λογής συμφορές. Πολλούς πάλι η πενία και το σωματικό αίσχος τους ανάγκασαν να φτάσουν σε φρόνημα αχρείο, ταπεινό και δουλικό, ενώ σε ορισμένους όλα τούτα στάθηκαν εμπόδια στην επιμέλεια του εαυτού τους. Οι ιστορίες και των παλαιών είναι γεμάτες από αυτά. Πρέπει λοιπόν να αποφεύγουμε τις υπερβολές «είτε προς την μία κατεύθυνση είτε προς την άλλη», και προς αυτά που θεωρούνται χειρότερα και προς αυτά που στους πολλούς φαίνονται καλύτερα. Και ο Πλάτων πρόσθεσε : «Διότι με αυτό τον τρόπο ο άνθρωπος γίνεται ευδαιμονέστατος». Πράγματι, όταν γίνει, θα χρησιμοποιήσει στα πάντα σωστά και τις υπερβολές και τις ελλείψεις, αφού όλα είναι όργανα της αρετής, με κριτήριο την οποία ο ευδαίμων είναι ευδαίμων, και όλα είναι αδιάφορα σε σχέση με την αρετή. Και για να γίνει ευδαίμων θα χρειαστεί τις μεσότητες και όχι τις ακρότητες, διότι τα άκρα εμποδίζουν την απόκτηση της αρετής, τα μεν διότι βυθίζουν και κατακλύζουν την ψυχή και τα δε διότι την κάνουν αγενή (ποταπή) και ανελεύθερη.
Συγγραφέας κειμένου : Κεφάλας Ευστάθιος
Πηγή:ellinikoarxeio
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου