Ένας χρησμός (πιθανόν μια προφητεία του Έλενου) είχε αναγγείλει στον Κάλχα πως θα πέθαινε τη μέρα που θα συναντούσε ένα μάντη πιο ικανό από τον εαυτό του. Στην Κολοφώνα βρήκε το μάντη Μόψο. Δίπλα στο σπίτι του Μόψου υπήρχε μια συκιά. Ο Κάλχας ρώτησε: «Πόσα σύκα έχει;». Και ο Μόψος απάντησε: «Δέκα χιλιάδες και έναν μέδιμνο και ένα σύκο ακόμα»· και όταν τα μέτρησαν, βρήκαν ότι ο Μόψος είχε δίκιο. Κι όχι μόνο!.. Διαβάστε το κείμενο που ακολουθεί!..
Ο Κάλχας (δεξιά) επιβλέπει τη θυσία της Ιφιγένειας. (Τοιχογραφία σε περιστύλιο της Πομπηίας.)
ΟΛΟΙ γνωρίζουν, ότι ο Κάλχας ή Κάλχαντας ήταν ένας μάντης από τις Μυκήνες ή ίσως από τα Μέγαρα, πιο ικανός στον καιρό του να ερμηνεύει το πέταγμα των πουλιών και γνώριζε καλύτερα από όλους το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Ο Απόλλωνας του είχε δώσει το χάρισμα να μαντεύει. Ο Κάλχας ήταν γιος του Θέστορα και από αυτόν ήταν απόγονος του θεού. Ήταν ο κύριος μάντης της εκστρατείας των Ελλήνων εναντίον της Τροίας. Σε κάθε σημαντική στιγμή του πολέμου και της προετοιμασίας του βρίσκουμε μια προφητεία του Κάλχα. Όταν ο Αχιλλέας ήταν εννιά χρονών, ο Κάλχας ανήγγειλε πως η Τροία δε θα έπεφτε ποτέ, αν το παιδί αυτό δεν έπαιρνε μέρος στον πόλεμο- έτσι η Θέτιδα αναγκάστηκε να κρύψει το γιο της ανάμεσα στις κόρες του βασιλιά της Σκύρου. Στην Αυλίδα πάλι ερμήνευσε τον οιωνό, που δόθηκε από το φίδι που καταβρόχθιζε τα πουλιά πάνω στο βωμό και δήλωσε ότι η πόλη θα κυριευτεί το δέκατο χρόνο του πολέμου.
Μετά την άτυχη αποβίβαση στη Μυσία, όταν ο Τήλεφος συγκατάνευσε να οδηγήσει το στόλο προς την Τρωάδα, ο Κάλχας επιβεβαίωσε με τις προβλέψεις του τις υποδείξεις του Τήλεφου. Αυτός είναι που στην Αυλίδα, την ώρα του δεύτερου απόπλου, αποκαλύπτει ότι η νηνεμία που εμποδίζει το στόλο να φύγει οφείλεται στο θυμό της Άρτεμης και ότι αυτός ο θυμός δε θα μπορούσε να εξευμενιστεί παρά μόνο με τη θυσία της Ιφιγένειας.
Αργότερα, μετά το θάνατο του Αχιλλέα και την αυτοκτονία του Αίαντα, του γιου του Τελαμώνα, ο Κάλχας αναγγέλλει στους Έλληνες ότι η πόλη δεν μπορεί να καταληφθεί, αν δε φέρουν το τόξο του Ηρακλή. Αυτή είναι η αιτία της αποστολής του Οδυσσέα στον Φιλοκτήτη.
Όταν ο Έλενος μετά το θάνατο του Πάρη αποσύρθηκε στα δάση της Ίδης, συμβουλεύει τους Έλληνες να τον αιχμαλωτίσουν, γιατί αυτός ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να τους αποκαλύψει με ποιους όρους θα έπαιρναν την πόλη.
Τέλος αυτός είναι που, βλέποντας ότι η δύναμη δεν αρκεί, υποδεικνύει να κατασκευάσουν ένα ξύλινο άλογο (Δούρειος ίππος), χάρη στο οποίο οι πολεμιστές θα μπορέσουν να μπουν στην πόλη. Ήταν και ο ίδιος μαζί με τους πολεμιστές που κλείστηκαν μέσα στο άλογο. Τη στιγμή της αναχώρησης προείπε στους Έλληνες ότι ο γυρισμός τους δε θα ήταν εύκολος, εξαιτίας του θυμού της Αθηνάς, η οποία δυσαρεστήθηκε για την αδικία που έγινε στον προστατευόμενο της Αίαντα, το γιο του Τελαμώνα. Έτσι δε θέλησε να φύγει μαζί τους, μια και γνώριζε πως ο στόλος δε θα έφτανε σε καλό λιμάνι.
Τέλος πήρε το πλοίο με τον Aμφίλοχο, έναν άλλο μάντη, γιο του Αμφιάραου, έχοντας μαζί του τους ήρωες Λεοντέα, Ποδαλείριο και Πολυποίτη. Το πλοίο τους τα κύματα το έριξαν σε μια ακτή της Μικράς Ασίας, στην Κολοφώνα (σύμφωνα με άλλη άποψη, έφτασαν εκεί με τα πόδια).
Ένας χρησμός όμως (πιθανόν μια προφητεία του Έλενου) είχε αναγγείλει στον Κάλχα πως θα πέθαινε τη μέρα που θα συναντούσε ένα μάντη πιο ικανό από τον εαυτό του. Στην Κολοφώνα βρήκε το μάντη Μόψο. Δίπλα στο σπίτι του Μόψου υπήρχε μια συκιά. Ο Κάλχας ρώτησε: «Πόσα σύκα έχει;». Και ο Μόψος απάντησε: «Δέκα χιλιάδες και έναν μέδιμνο και ένα σύκο ακόμα»· και όταν τα μέτρησαν, βρήκαν ότι ο Μόψος είχε δίκιο.
Υπήρχε επίσης και μια έγκυα γουρούνα. Ο Μόψος ρώτησε τον Κάλχα: «Πόσα μικρά έχει και σε πόσο χρόνο θα γεννήσει;». Ο Κάλχας απάντησε ότι είχε οκτώ μικρά. Ο Μόψος του παρατήρησε ότι έκαμε λάθος και πρόσθεσε πως η γουρούνα δεν είχε οκτώ αλλά εννιά μικρά, όλα αρσενικά και ότι θα γεννούσε την επόμενη μέρα, ώρα έκτη. Έτσι ακριβώς και έγινε. Τότε ο Κάλχας πέθανε από την πίκρα του. Μερικοί λένε ότι αυτοκτόνησε. Τον έθαψαν στο Νότιο, κοντά στην Κολοφώνα.
Μια άλλη εκδοχή γι' αυτόν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους δύο μάντεις μας αφηγείται ο Κόνωνας. Ο βασιλιάς της Λυκίας ετοίμαζε μια εκστρατεία· ο Μόψος τον απέτρεψε να την αναλάβει λέγοντας του πως θα νικηθεί. Ο Κάλχας αντίθετα τον διαβεβαίωσε για τη νίκη. Ο βασιλιάς ξεκίνησε για τον πόλεμο και νικήθηκε. Αυτό, ενώ μεγάλωσε τη φήμη του Μόψου, αντίθετα οδήγησε από απελπισία τον Κάλχα σε αυτοκτονία.
Για το θάνατο του διηγούνται μια ακόμη ιστορία. Ο Κάλχας είχε φυτέψει ένα αμπέλι μέσα σε ένα ιερό δάσος του Απόλλωνα, στο δάσος Γρύνιο (ή Γρύνειο) της Μυσίας. Ένας προφήτης από τα περίχωρα του πρόβλεψε τότε ότι δε θα έπινε ποτέ κρασί από το αμπέλι του. Ο Κάλχας τον κορόιδεψε. Το αμπέλι μεγάλωσε, έδωσε καρπούς, έπειτα κρασί· τη μέρα που θα έπιναν το καινούριο κρασί, ο Κάλχας κάλεσε τον κόσμο από τα περίχωρα καθώς και το μάντη, που του είχε κάμει την πρόβλεψη. Την ώρα που με το ποτήρι του κιόλας γεμάτο ο Κάλχας ετοιμαζόταν να πιει, ο αντίπαλος του τού επανέλαβε πως δε θα δοκίμαζε αυτό το κρασί. Ο Κάλχας άρχισε να γελάει και γέλασε τόσο πολύ, που πνίγηκε και πέθανε, χωρίς να φέρει το ποτήρι στα χείλια του.
Οι μύθοι της Κάτω Ιταλίας γνώριζαν κάποιον Κάλχα, που ήταν και αυτός μάντης και που έδειχναν τον τάφο του στη Σίρη, στον κόλπο του Τάραντα. Υπήρχε επίσης ένας Κάλχας, στο ιερό του οποίου πήγαιναν να κοιμηθούν, για να μάθουν το μέλλον με τα όνειρα. Το ιερό αυτό βρισκόταν στην περιοχή του όρους Γάργανου, στην Αδριατική. Ο Κάλχας από τη Σίρη σκοτώθηκε, λένε, με γροθιά του Ηρακλή. Οι διαφορετικοί αυτοί μύθοι με δυσκολία συνδέονται μεταξύ τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου