Γράφει ὁ Ἀρχ. π. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς τῆς Πεντηκοστῆς (Πράξ. Ἀποστ. Β' 1-11)
Ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἑορτὲς καὶ ἕναν ἀπὸ τοὺς πλέον σημαντικότερους σταθμοὺς τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητος Κυρίου, ἀποτελεῖ ἡ ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Ἡ μεγάλη αὐτὴ ἡμέρα, ὑπῆρξε ἡ ἀρχὴ τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸ δὲ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, μᾶς μεταφέρει ἀκριβῶς στὴν ἀρχή της. Στὴν ἡμέρα καὶ τὴν ὥρα ποὺ πραγματοποιήθηκε. Ἡ περιγραφὴ ποὺ ἀποτυπώνει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, κάνει κάθε καλοπροαίρετη ψυχὴ νὰ συγκινεῖται καὶ νὰ βεβαιώνεται στὴν μεγάλη ἀλήθεια ὅτι ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμή, ὁ Παράκλητος παραμένει καὶ κατευθύνει τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Γι' αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὀνόμασε τὸ βιβλίο τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων», Ἱστορία τοῦ Παρακλήτου: «Αἳ Πράξεις, Ἱστορία τὶς ἐστὶν ὧν ὁ ἕτερος Παράκλητος εἶπε καὶ ἐποίησεν». Οἱ Πράξεις δηλ. τῶν Ἀποστόλων εἶναι ἱστορία αὐτῶν τὰ ὁποία ὁ ἄλλος παράκλητος (τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον) εἶπε καὶ ἔκανε.
Νὰ δοῦμε ὅμως κάποιες πτυχὲς ἀπὸ τὸ φωτεινὸ Ἀποστολικό μας Ἀνάγνωσμα καὶ μὲ ὁδηγοὺς τοὺς Ἁγίους μας, ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ μεγάλο μυστήριο καὶ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς.
Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἦλθε ὡς βοὴ σφοδροῦ ἀνέμου ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ γέμισε ὅλον τὸν οἶκον στὸν ὁποῖον....
εὑρίσκονταν ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, οἱ Ἀπόστολοι, ἀλλὰ καὶ οἱ πιστοί. Ἦταν ὅλοι συγκεντρωμένοι στὸ χῶρο τοῦ Ὑπερώου ὅπου εἶχε λάβει χώρα ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος καὶ προσεύχονταν.
Ἀμέσως ὅταν συνέβη τὸ πρωτόγνωρο καὶ συγκλονιστικὸ γεγονός, εἶδαν νὰ διαμοιράζονται στὸν κάθε Ἀπόστολο γλῶσσες ὡς φλόγες πυρὸς καὶ νὰ κάθεται στὴν κεφαλή τους ἀπὸ μία πύρινη γλώσσα.
Ἔτσι λοιπὸν πραγματοποιήθηκε ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶχε δοθεῖ διὰ τοῦ προφήτου Ἰωήλ, αἰῶνες ὁλόκληρους πρὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως. «Καὶ ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις, λέγει ὁ Θεός, ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πάσαν σάρκα...» (Ἰωὴλ Β' 28).
Ταυτοχρόνως διὰ τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, πραγματοποιήθηκε καὶ ἡ ὑπόσχεσις τὴν ὁποία πρὸ τοῦ πάθους εἶχε δώσει ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του.
Ἀλλά, δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἐμφανίζεται μὲ τὴν μορφὴ τοῦ πυρός. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ποὺ μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἑρμηνεύουν τὰ ἀποκαλυπτικὰ γεγονότα τῆς σωτηρίας μας, ἐπισημαίνουν ὅτι τὸ πῦρ αὐτό, ἔκαυσε κάθε τί τὸ ἀτελές, κάθε τί τὸ ἀνθρώπινο καὶ γήινο ποὺ ὑπῆρχε στοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους.
Ἔτσι διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως, τοὺς ἀναγέννησε καὶ τοὺς ἀνακαίνισε. Τοὺς ἔκανε κοινωνοὺς Θείας φύσεως καὶ τοὺς δώρισε πλουσιώτατο τὸν φωτισμὸ γιὰ νὰ ἀντιλαμβάνονται καὶ νὰ ἐννοοῦν τὶς θεῖες ἀλήθειες. Ἀλλὰ ταυτοχρόνως τοὺς χάρισε καὶ δύναμη γιὰ νὰ τὶς ἀναπτύσσουν στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τὶς διδάσκουν.
Φυσικά, μετὰ τὸ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς, οἱ μαθητὲς ἔγιναν ἐντελῶς ἄλλοι. Ἔγιναν νέοι ἄνθρωποι. Ἔγιναν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι!
Μεταμορφωμένοι καὶ ἀναγεννημένοι, ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν δωρεὰ τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Γι' αὐτὸ καὶ μετὰ ἀπὸ τὴν ἐπιφοίτηση, οἱ πρώην ἀγράμματοι, αὐτοὶ ποὺ δὲν γνώριζαν τίποτα παραέξω ἀπὸ τὴν μικρὴ περιοχὴ τοῦ ζοῦσαν, ἄρχισαν νὰ λαλοῦν σὲ διάφορες γλῶσσες καὶ διαλέκτους καὶ νὰ κηρύσσουν τὰ μεγαλεία τοῦ Θεοῦ!
Πόσο παραστατικὰ περιγράφουν οἱ «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» τὸ συγκεκριμένο γεγονὸς ποὺ ἐξέπληξε ὁλόκληρο τὸν κόσμο!
Ὅσοι εὑρίσκονταν στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ προέρχονταν ἀπὸ διάφορα ἔθνη, Πάρθοι, Μῆδοι, Ἐλαμίτες, Κρῆτες καὶ Ἄραβες καὶ ἄλλοι πολλοί, ἔμειναν ἐκστατικοὶ ἀπὸ τὰ ὅσα ἄκουαν καὶ ἐρωτοῦσαν μὲ ἔκπληξη ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Δὲν εἶναι Γαλιλαῖοι ὅλοι αὐτοὶ ποῦ μᾶς ὁμιλοῦν; Καὶ πῶς ἐνῶ εἶναι ἀγράμματοι, μποροῦν νὰ διακηρύττουν στὴν γλώσσα τοῦ καθενός μας τὰ μεγαλεία τοῦ Θεοῦ;
Ὅπως δὲ μᾶς ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι, ὄχι μόνο μποροῦσαν νὰ ὁμιλοῦν οἱ Ἀπόστολοι διάφορες γλῶσσες, ἀλλὰ καὶ κάτι ἀκόμα, ἀσύλληπτο. Ἐνῶ ὁμιλοῦσαν στὴν δική τους γλώσσα, διὰ τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ ἀκροατὲς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἄκουαν ὁ καθένας στὴ δική του γλώσσα καὶ διάλεκτο ποὺ ὁμιλοῦσε καὶ κατανοοῦσε. Καὶ αὐτό, εἶναι μία μεγάλη πραγματικότητα, ἀφοῦ καὶ στὶς ἡμέρες μας, σὲ εἰδικὲς περιπτώσεις, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἐπαναλαμβάνεται αὐτὸ τὸ χάρισμα.
Ἔτσι, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεώς του, ἀνέδειξε τοὺς ἀγραμμάτους, ἀποκαλυπτικοὺς θεολόγους. Τοὺς ἀμαθεῖς γλωσσομαθεῖς καὶ τοὺς ἁλιεῖς τῆς Γαλιλαίας, πανσόφους καὶ θεμελίους της Ἐκκλησίας. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ οἱ ἱεροὶ ἑρμηνευτὲς τονίζουν ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν καὶ ἐσαγήνευσαν τὸν κόσμο ὄχι «ἀριστοτελικῶς, ἀλλ' ἀλιευτικῶς». Δηλ. οἱ κήρυκες τῆς Οἰκουμένης, δὲν ἄντλησαν δύναμη ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη σοφία, ἀλλὰ ἄμεσα ἀπὸ τὴν ἄνωθεν κατερχομένη σοφία τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Ὁπωσδήποτε ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη αὐτῆς τῆς θέσεως εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀδιάψευστη πραγματικότητα. Ἐδῶ πλεὸν δὲν ἔχουν λόγο οἱ διάφορες θεωρίες. Ἐδῶ, σταματᾶ ὁ κάθε λόγος καὶ τὰ ἴδια τὰ γεγονότα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῶν Ἐθνῶν, διατρανώνουν τὴν μεγάλη πραγματικότητα, ὅτι τὸ Πῦρ τῆς Πεντηκοστῆς συνεχίζει νὰ φλέγει τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία καὶ ταυτοχρόνως φωτίζει στὴν ὁδὸν τῆς σωτηρίας. Συνάμα δὲ συνεχίζει νὰ θερμαίνει τὶς καρδιὲς στὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ!
Πεντηκοστὴ λοιπόν. «Πεντηκοστὴν ἐορτάσωμεν καὶ πνεύματος ἐπιδημίαν»!
Ἂς μεταφέρουμε τώρα, ἔστω καὶ γιὰ λίγο, τὸν λόγο τοῦ Πνεύματος στὴ συνείδησή μας καὶ στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς μας.
Εἶναι βεβαίως πολὺ ἰσχνὴ καὶ ἀδύναμη ἡ ἀνθρώπινη γλώσσα ὥστε νὰ ὁμιλήσει ἐπαξίως γιὰ τὰ ποικίλα χαρίσματα καὶ τὶς δωρεὲς ποὺ παρέχει τὸ ἅγιον πνεῦμα στὸν πιστὸ Χριστιανό, τόσο κατὰ τὴν εὐλογημένη ὥρα τοῦ Ἁγίου βαπτίσματος, ὅσο καὶ στὸν μεταπειτα βίο, ὅταν φυσικὰ ὑπάρχει ἡ διάθεση καὶ αὐτὸ τὸ ἀγωνιστικὸ φρόνημα γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ καὶ τὴν συνέπεια τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς, ἐντός της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Ὡστόσο, δὲν γίνεται παρὰ νὰ τονίσουμε κάποιες βασικὲς ἀλήθειες ποὺ ἔχουν νὰ κάνουν μὲ τὴν προσωπική μας ζωή, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν παρουσία μᾶς μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα.
Καὶ πρῶτα ἀπ' ὅλα νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐξαγνίζει καὶ ἀναγεννᾶ τὸν πιστὸ ἄνθρωπο. Χαρίζει στὴν ὅλη ὕπαρξη ποὺ θὰ δεχθεῖ ὅπως πρέπει τὴν ἐπίσκεψή Του ἕνα κάλλος πνευματικὸ καὶ οὐράνιο. Τὴν κάνει ἁγνή, ὄμορφη καὶ λαμπρή. Τὶς χαρίζει δύναμη καὶ πόθο, ὥστε νὰ βιώνει τὴν ἁγιότητα καὶ νὰ ἀκτινοβολεῖ. Αὐτὴ ἀκριβῶς τὴν κατάσταση παρουσιάζει καὶ ὁ σχετικὸς ὕμνος. «Ἁγίω πνεύματι πάσα ψυχὴ ζωοῦται καὶ καθάρσει ὑψοῦται, λαμπρύνεται...», καὶ αὐτὴ τὴν εὐλογία ζοῦν σὲ κάθε ἐποχὴ οἱ Ἅγιοί της Ἐκκλησίας μας. Οἱ ὑπάρξεις δηλ. ποῦ μὲ τὴν ζωὴ τοὺς φανερώνουν τὴν παρουσία καὶ τὴν χάρη τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Φυσικά, τὸ πόσο εἶναι ζηλευτὴ μία τέτοια κατάσταση, οὔτε καν τὸ συζητοῦμε, ἀφοῦ γὶ΄αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος, ὅπως ἐκήρυττε ὁ μεγάλος ἅγιος του βορρᾶ, ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ: «Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ἐτόνιζε, εἶναι νὰ ἀποκτήσουμε καὶ νὰ ζοῦμε τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»!
Ὅταν μάλιστα ὁ ἄνθρωπος συνειδητοποιεῖ κάποια στοιχεῖα αὐτῆς τῆς ζωῆς, τῆς ἀγάπης δηλ. τοῦ Θεοῦ, τότε νυχθημερὸν καὶ καρδιακῶ τῷ τρόπω προσεύχεται «τὸ Πνεῦμα σου τὸ ἅγιον, μὴ ἀντανέλλεις (μὴ τὸ ἀφαιρέσεις) ἀπ' ἐμοῦ» (Ψάλμ. Ν').
Βεβαίως, καὶ τὸ κεφάλαιο περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν εἶναι ἐκτός του ὅλου πλαισίου τῆς δογματικῆς συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας μας. Θὰ λέγαμε πὼς κυρίως ὁ λόγος τοῦ Πνεύματος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἀποκαλύπτει καὶ οἰκοδομεῖ τὸ δόγμα. Τὸ δόγμα τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἑτέρα πλευρὰ τοῦ Εὐαγγελικοῦ τρόπου ζωῆς, ἀφοῦ ὡς γνωστόν, τὸ δόγμα ἔχει ὑπαρξιακὲς δηλ. βιωματικὲς προεκτάσεις στὴ ζωὴ τῶν πιστῶν.
Καὶ ἀφοῦ ἔτσι ἔχουν τὰ πράγματα, κατὰ συνέπειαν ἀληθείας, δὲν μπορεῖ νὰ βιώνει κανεὶς τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δηλ. τὴν κοινὴ ἄκτιστη χάρη τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐὰν δὲν ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὶς ἐμφάνσεις τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ποὺ εἶναι τὰ μυστήρια.
Χρειάζεται ἄραγε νὰ τονίσουμε ὅτι γιὰ νὰ βιώσει κανεὶς τὴν μυστηριακὴ ζωή, θὰ πρέπει ταυτοχρόνως νὰ βρίσκεται ἢ στὸ πρῶτο στάδιο τῆς καθάρσεως ἢ κατόπιν τοῦ φωτισμοῦ ἢ τέλος τῆς θεώσεως; Καὶ ἀγνοεῖ κανεὶς ὅτι αὐτὸς ὁ ἁγιοπνευματικὸς θησαυρός, δὲν βρίσκεται, παρὰ μόνο ἐντός της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;
Ἐὰν στὴ δογματική του συνείδηση κανεὶς ἔχει τοποθετήσει διαφορετικὰ τὶς θεμελιώδεις αὐτὲς ἀλήθειες, ἐὰν δηλ. φρονεῖ ὅτι τόσο στὶς ποικίλες αἱρέσεις, ὅσο καὶ στὰ ὁλονὲν δυστυχῶς αὐξανόμενα ἐσωτερικὰ σχίσματα «ἕνεκεν ἀκριβείας καὶ ὀρθοδοξίας», ὑπάρχει περίπτωση ἀληθείας καὶ αὐθεντικοῦ τρόπου ἁγιαστικῆς ζωῆς, αὐτὸ εἶναι ξεκάθαρη ἀπόδειξις ὅτι ἡ πλάνη ἔχει προσχωρήσει σὲ μεγάλο βαθμό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔχει ἀλλοιωθεῖ τὸ ἐσωτερικὸ κριτήριο ἀληθείας καὶ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως νὰ ἔχει φυγαδευθεῖ.
Ἡ ἴδια ἄλλωστε ἡ πραγματικότητα ἐπιβεβαιώνει τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, ἀφοῦ σὲ τελευταία ἀνάλυση ἡ ὀρθὴ ἀγωνιστικότητα καὶ ἡ ἐπισκίασις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ὁδηγοῦν σὲ σχίσματα καὶ σὲ φατρίες, ἀλλὰ στὴν ἀρραγῆ ἑνότητα τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ δύο λόγια ἡ αὐθεντικὴ Πεντηκοστὴ δὲν δικαιώνει τὴν σύγχυση καὶ τὴν οἰκοδομὴ τοῦ Πύργου τῆς Βαβέλ, ἀλλὰ τὴν ἑνότητα, τὴν χάρη καὶ τὴν συναύξηση τῶν ζωντανῶν μελῶν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Τὸ ἀντίθετο αὐτοῦ, ἀποτελεῖ, δυστυχῶς, βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ λόγος βεβαίως στὸ θέμα αὐτὸ περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, παραμένει πάντοτε ἀνεξάντλητος ὅπως καὶ τὰ οὐράνια χαρίσματά του. Γι' αὐτὸ θὰ κλείσουμε μὲ κάτι ποὺ ἀποτελεῖ σῆμα κατατεθὲν τὴν Ὀρθοδόξου πραγματικότητας.
Ἡ πνευματικὴ κορυφὴ καὶ ἔκφραση τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας, ποὺ πλὴν τοῦ μαρτυρίου, δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸν βιωματικὸ ἡσυχασμό, ταυτοχρόνως μὲ τὴν Περιστερὰ ποὺ ἀποκαλύπτει τὸ Πνεῦμα, βλέπει καὶ τὸν Ἀμνὸ ποὺ ἀποκαλύπτει τὸν Ἰησοῦ.
Ναί, αὐτὸς εἶναι ὁ οὐράνιος πνευματικὸς νόμος. Ἡ Περιστερὰ νὰ ὁδηγεῖ τὴν ὕπαρξη στὸν Ἀμνό. Καὶ φυσικὰ ὅλα αὐτὰ πάντοτε μέσα στὴν ἀναφορά τους ὡς ἰσότιμα πρόσωπα μὲ τὸν Πατέρα.
Ὅσο λοιπὸν περισσότερο συνειδητοποιοῦμε τὴν προσωπικότητα καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τόσο καὶ περισσότερο ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ ὑπάρχουμε παρὰ μὲ τὸν Ἀμνό, μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ. Ἑνωμένοι ἀναποσπάστως μαζί Του. Στὸ Σῶμα Του. Στὴν Ἐκκλησία μας!
Εἴθε, ἀδελφοί μου, νὰ οἰκοδομηθοῦν οἱ καρδιές μας σὲ κατοικητήριον ὅπου θὰ ἀναπαύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον καὶ ταυτοχρόνως νὰ συνειδητοποιήσουμε τὸν λόγο τοῦ Πνεύματος, ὅτι ὡς πιστὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας «ἐν αὐτῶ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμὲν» (Πράξ. ΙΖ΄ 28).
Ἀμὴν
Πηγή
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς τῆς Πεντηκοστῆς (Πράξ. Ἀποστ. Β' 1-11)
Ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἑορτὲς καὶ ἕναν ἀπὸ τοὺς πλέον σημαντικότερους σταθμοὺς τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητος Κυρίου, ἀποτελεῖ ἡ ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Ἡ μεγάλη αὐτὴ ἡμέρα, ὑπῆρξε ἡ ἀρχὴ τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸ δὲ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, μᾶς μεταφέρει ἀκριβῶς στὴν ἀρχή της. Στὴν ἡμέρα καὶ τὴν ὥρα ποὺ πραγματοποιήθηκε. Ἡ περιγραφὴ ποὺ ἀποτυπώνει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, κάνει κάθε καλοπροαίρετη ψυχὴ νὰ συγκινεῖται καὶ νὰ βεβαιώνεται στὴν μεγάλη ἀλήθεια ὅτι ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμή, ὁ Παράκλητος παραμένει καὶ κατευθύνει τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Γι' αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὀνόμασε τὸ βιβλίο τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων», Ἱστορία τοῦ Παρακλήτου: «Αἳ Πράξεις, Ἱστορία τὶς ἐστὶν ὧν ὁ ἕτερος Παράκλητος εἶπε καὶ ἐποίησεν». Οἱ Πράξεις δηλ. τῶν Ἀποστόλων εἶναι ἱστορία αὐτῶν τὰ ὁποία ὁ ἄλλος παράκλητος (τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον) εἶπε καὶ ἔκανε.
Νὰ δοῦμε ὅμως κάποιες πτυχὲς ἀπὸ τὸ φωτεινὸ Ἀποστολικό μας Ἀνάγνωσμα καὶ μὲ ὁδηγοὺς τοὺς Ἁγίους μας, ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ μεγάλο μυστήριο καὶ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς.
Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἦλθε ὡς βοὴ σφοδροῦ ἀνέμου ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ γέμισε ὅλον τὸν οἶκον στὸν ὁποῖον....
εὑρίσκονταν ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, οἱ Ἀπόστολοι, ἀλλὰ καὶ οἱ πιστοί. Ἦταν ὅλοι συγκεντρωμένοι στὸ χῶρο τοῦ Ὑπερώου ὅπου εἶχε λάβει χώρα ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος καὶ προσεύχονταν.
Ἀμέσως ὅταν συνέβη τὸ πρωτόγνωρο καὶ συγκλονιστικὸ γεγονός, εἶδαν νὰ διαμοιράζονται στὸν κάθε Ἀπόστολο γλῶσσες ὡς φλόγες πυρὸς καὶ νὰ κάθεται στὴν κεφαλή τους ἀπὸ μία πύρινη γλώσσα.
Ἔτσι λοιπὸν πραγματοποιήθηκε ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶχε δοθεῖ διὰ τοῦ προφήτου Ἰωήλ, αἰῶνες ὁλόκληρους πρὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως. «Καὶ ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις, λέγει ὁ Θεός, ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πάσαν σάρκα...» (Ἰωὴλ Β' 28).
Ταυτοχρόνως διὰ τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, πραγματοποιήθηκε καὶ ἡ ὑπόσχεσις τὴν ὁποία πρὸ τοῦ πάθους εἶχε δώσει ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του.
Ἀλλά, δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἐμφανίζεται μὲ τὴν μορφὴ τοῦ πυρός. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ποὺ μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἑρμηνεύουν τὰ ἀποκαλυπτικὰ γεγονότα τῆς σωτηρίας μας, ἐπισημαίνουν ὅτι τὸ πῦρ αὐτό, ἔκαυσε κάθε τί τὸ ἀτελές, κάθε τί τὸ ἀνθρώπινο καὶ γήινο ποὺ ὑπῆρχε στοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους.
Ἔτσι διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως, τοὺς ἀναγέννησε καὶ τοὺς ἀνακαίνισε. Τοὺς ἔκανε κοινωνοὺς Θείας φύσεως καὶ τοὺς δώρισε πλουσιώτατο τὸν φωτισμὸ γιὰ νὰ ἀντιλαμβάνονται καὶ νὰ ἐννοοῦν τὶς θεῖες ἀλήθειες. Ἀλλὰ ταυτοχρόνως τοὺς χάρισε καὶ δύναμη γιὰ νὰ τὶς ἀναπτύσσουν στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τὶς διδάσκουν.
Φυσικά, μετὰ τὸ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς, οἱ μαθητὲς ἔγιναν ἐντελῶς ἄλλοι. Ἔγιναν νέοι ἄνθρωποι. Ἔγιναν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι!
Μεταμορφωμένοι καὶ ἀναγεννημένοι, ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν δωρεὰ τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Γι' αὐτὸ καὶ μετὰ ἀπὸ τὴν ἐπιφοίτηση, οἱ πρώην ἀγράμματοι, αὐτοὶ ποὺ δὲν γνώριζαν τίποτα παραέξω ἀπὸ τὴν μικρὴ περιοχὴ τοῦ ζοῦσαν, ἄρχισαν νὰ λαλοῦν σὲ διάφορες γλῶσσες καὶ διαλέκτους καὶ νὰ κηρύσσουν τὰ μεγαλεία τοῦ Θεοῦ!
Πόσο παραστατικὰ περιγράφουν οἱ «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» τὸ συγκεκριμένο γεγονὸς ποὺ ἐξέπληξε ὁλόκληρο τὸν κόσμο!
Ὅσοι εὑρίσκονταν στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ προέρχονταν ἀπὸ διάφορα ἔθνη, Πάρθοι, Μῆδοι, Ἐλαμίτες, Κρῆτες καὶ Ἄραβες καὶ ἄλλοι πολλοί, ἔμειναν ἐκστατικοὶ ἀπὸ τὰ ὅσα ἄκουαν καὶ ἐρωτοῦσαν μὲ ἔκπληξη ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Δὲν εἶναι Γαλιλαῖοι ὅλοι αὐτοὶ ποῦ μᾶς ὁμιλοῦν; Καὶ πῶς ἐνῶ εἶναι ἀγράμματοι, μποροῦν νὰ διακηρύττουν στὴν γλώσσα τοῦ καθενός μας τὰ μεγαλεία τοῦ Θεοῦ;
Ὅπως δὲ μᾶς ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι, ὄχι μόνο μποροῦσαν νὰ ὁμιλοῦν οἱ Ἀπόστολοι διάφορες γλῶσσες, ἀλλὰ καὶ κάτι ἀκόμα, ἀσύλληπτο. Ἐνῶ ὁμιλοῦσαν στὴν δική τους γλώσσα, διὰ τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ ἀκροατὲς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἄκουαν ὁ καθένας στὴ δική του γλώσσα καὶ διάλεκτο ποὺ ὁμιλοῦσε καὶ κατανοοῦσε. Καὶ αὐτό, εἶναι μία μεγάλη πραγματικότητα, ἀφοῦ καὶ στὶς ἡμέρες μας, σὲ εἰδικὲς περιπτώσεις, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἐπαναλαμβάνεται αὐτὸ τὸ χάρισμα.
Ἔτσι, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεώς του, ἀνέδειξε τοὺς ἀγραμμάτους, ἀποκαλυπτικοὺς θεολόγους. Τοὺς ἀμαθεῖς γλωσσομαθεῖς καὶ τοὺς ἁλιεῖς τῆς Γαλιλαίας, πανσόφους καὶ θεμελίους της Ἐκκλησίας. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ οἱ ἱεροὶ ἑρμηνευτὲς τονίζουν ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν καὶ ἐσαγήνευσαν τὸν κόσμο ὄχι «ἀριστοτελικῶς, ἀλλ' ἀλιευτικῶς». Δηλ. οἱ κήρυκες τῆς Οἰκουμένης, δὲν ἄντλησαν δύναμη ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη σοφία, ἀλλὰ ἄμεσα ἀπὸ τὴν ἄνωθεν κατερχομένη σοφία τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Ὁπωσδήποτε ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη αὐτῆς τῆς θέσεως εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀδιάψευστη πραγματικότητα. Ἐδῶ πλεὸν δὲν ἔχουν λόγο οἱ διάφορες θεωρίες. Ἐδῶ, σταματᾶ ὁ κάθε λόγος καὶ τὰ ἴδια τὰ γεγονότα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῶν Ἐθνῶν, διατρανώνουν τὴν μεγάλη πραγματικότητα, ὅτι τὸ Πῦρ τῆς Πεντηκοστῆς συνεχίζει νὰ φλέγει τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία καὶ ταυτοχρόνως φωτίζει στὴν ὁδὸν τῆς σωτηρίας. Συνάμα δὲ συνεχίζει νὰ θερμαίνει τὶς καρδιὲς στὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ!
Πεντηκοστὴ λοιπόν. «Πεντηκοστὴν ἐορτάσωμεν καὶ πνεύματος ἐπιδημίαν»!
Ἂς μεταφέρουμε τώρα, ἔστω καὶ γιὰ λίγο, τὸν λόγο τοῦ Πνεύματος στὴ συνείδησή μας καὶ στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς μας.
Εἶναι βεβαίως πολὺ ἰσχνὴ καὶ ἀδύναμη ἡ ἀνθρώπινη γλώσσα ὥστε νὰ ὁμιλήσει ἐπαξίως γιὰ τὰ ποικίλα χαρίσματα καὶ τὶς δωρεὲς ποὺ παρέχει τὸ ἅγιον πνεῦμα στὸν πιστὸ Χριστιανό, τόσο κατὰ τὴν εὐλογημένη ὥρα τοῦ Ἁγίου βαπτίσματος, ὅσο καὶ στὸν μεταπειτα βίο, ὅταν φυσικὰ ὑπάρχει ἡ διάθεση καὶ αὐτὸ τὸ ἀγωνιστικὸ φρόνημα γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ καὶ τὴν συνέπεια τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς, ἐντός της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Ὡστόσο, δὲν γίνεται παρὰ νὰ τονίσουμε κάποιες βασικὲς ἀλήθειες ποὺ ἔχουν νὰ κάνουν μὲ τὴν προσωπική μας ζωή, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν παρουσία μᾶς μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα.
Καὶ πρῶτα ἀπ' ὅλα νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐξαγνίζει καὶ ἀναγεννᾶ τὸν πιστὸ ἄνθρωπο. Χαρίζει στὴν ὅλη ὕπαρξη ποὺ θὰ δεχθεῖ ὅπως πρέπει τὴν ἐπίσκεψή Του ἕνα κάλλος πνευματικὸ καὶ οὐράνιο. Τὴν κάνει ἁγνή, ὄμορφη καὶ λαμπρή. Τὶς χαρίζει δύναμη καὶ πόθο, ὥστε νὰ βιώνει τὴν ἁγιότητα καὶ νὰ ἀκτινοβολεῖ. Αὐτὴ ἀκριβῶς τὴν κατάσταση παρουσιάζει καὶ ὁ σχετικὸς ὕμνος. «Ἁγίω πνεύματι πάσα ψυχὴ ζωοῦται καὶ καθάρσει ὑψοῦται, λαμπρύνεται...», καὶ αὐτὴ τὴν εὐλογία ζοῦν σὲ κάθε ἐποχὴ οἱ Ἅγιοί της Ἐκκλησίας μας. Οἱ ὑπάρξεις δηλ. ποῦ μὲ τὴν ζωὴ τοὺς φανερώνουν τὴν παρουσία καὶ τὴν χάρη τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Φυσικά, τὸ πόσο εἶναι ζηλευτὴ μία τέτοια κατάσταση, οὔτε καν τὸ συζητοῦμε, ἀφοῦ γὶ΄αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος, ὅπως ἐκήρυττε ὁ μεγάλος ἅγιος του βορρᾶ, ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ: «Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ἐτόνιζε, εἶναι νὰ ἀποκτήσουμε καὶ νὰ ζοῦμε τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»!
Ὅταν μάλιστα ὁ ἄνθρωπος συνειδητοποιεῖ κάποια στοιχεῖα αὐτῆς τῆς ζωῆς, τῆς ἀγάπης δηλ. τοῦ Θεοῦ, τότε νυχθημερὸν καὶ καρδιακῶ τῷ τρόπω προσεύχεται «τὸ Πνεῦμα σου τὸ ἅγιον, μὴ ἀντανέλλεις (μὴ τὸ ἀφαιρέσεις) ἀπ' ἐμοῦ» (Ψάλμ. Ν').
Βεβαίως, καὶ τὸ κεφάλαιο περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν εἶναι ἐκτός του ὅλου πλαισίου τῆς δογματικῆς συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας μας. Θὰ λέγαμε πὼς κυρίως ὁ λόγος τοῦ Πνεύματος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἀποκαλύπτει καὶ οἰκοδομεῖ τὸ δόγμα. Τὸ δόγμα τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἑτέρα πλευρὰ τοῦ Εὐαγγελικοῦ τρόπου ζωῆς, ἀφοῦ ὡς γνωστόν, τὸ δόγμα ἔχει ὑπαρξιακὲς δηλ. βιωματικὲς προεκτάσεις στὴ ζωὴ τῶν πιστῶν.
Καὶ ἀφοῦ ἔτσι ἔχουν τὰ πράγματα, κατὰ συνέπειαν ἀληθείας, δὲν μπορεῖ νὰ βιώνει κανεὶς τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δηλ. τὴν κοινὴ ἄκτιστη χάρη τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐὰν δὲν ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὶς ἐμφάνσεις τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ποὺ εἶναι τὰ μυστήρια.
Χρειάζεται ἄραγε νὰ τονίσουμε ὅτι γιὰ νὰ βιώσει κανεὶς τὴν μυστηριακὴ ζωή, θὰ πρέπει ταυτοχρόνως νὰ βρίσκεται ἢ στὸ πρῶτο στάδιο τῆς καθάρσεως ἢ κατόπιν τοῦ φωτισμοῦ ἢ τέλος τῆς θεώσεως; Καὶ ἀγνοεῖ κανεὶς ὅτι αὐτὸς ὁ ἁγιοπνευματικὸς θησαυρός, δὲν βρίσκεται, παρὰ μόνο ἐντός της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;
Ἐὰν στὴ δογματική του συνείδηση κανεὶς ἔχει τοποθετήσει διαφορετικὰ τὶς θεμελιώδεις αὐτὲς ἀλήθειες, ἐὰν δηλ. φρονεῖ ὅτι τόσο στὶς ποικίλες αἱρέσεις, ὅσο καὶ στὰ ὁλονὲν δυστυχῶς αὐξανόμενα ἐσωτερικὰ σχίσματα «ἕνεκεν ἀκριβείας καὶ ὀρθοδοξίας», ὑπάρχει περίπτωση ἀληθείας καὶ αὐθεντικοῦ τρόπου ἁγιαστικῆς ζωῆς, αὐτὸ εἶναι ξεκάθαρη ἀπόδειξις ὅτι ἡ πλάνη ἔχει προσχωρήσει σὲ μεγάλο βαθμό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔχει ἀλλοιωθεῖ τὸ ἐσωτερικὸ κριτήριο ἀληθείας καὶ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως νὰ ἔχει φυγαδευθεῖ.
Ἡ ἴδια ἄλλωστε ἡ πραγματικότητα ἐπιβεβαιώνει τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, ἀφοῦ σὲ τελευταία ἀνάλυση ἡ ὀρθὴ ἀγωνιστικότητα καὶ ἡ ἐπισκίασις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ὁδηγοῦν σὲ σχίσματα καὶ σὲ φατρίες, ἀλλὰ στὴν ἀρραγῆ ἑνότητα τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ δύο λόγια ἡ αὐθεντικὴ Πεντηκοστὴ δὲν δικαιώνει τὴν σύγχυση καὶ τὴν οἰκοδομὴ τοῦ Πύργου τῆς Βαβέλ, ἀλλὰ τὴν ἑνότητα, τὴν χάρη καὶ τὴν συναύξηση τῶν ζωντανῶν μελῶν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Τὸ ἀντίθετο αὐτοῦ, ἀποτελεῖ, δυστυχῶς, βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ λόγος βεβαίως στὸ θέμα αὐτὸ περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, παραμένει πάντοτε ἀνεξάντλητος ὅπως καὶ τὰ οὐράνια χαρίσματά του. Γι' αὐτὸ θὰ κλείσουμε μὲ κάτι ποὺ ἀποτελεῖ σῆμα κατατεθὲν τὴν Ὀρθοδόξου πραγματικότητας.
Ἡ πνευματικὴ κορυφὴ καὶ ἔκφραση τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας, ποὺ πλὴν τοῦ μαρτυρίου, δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸν βιωματικὸ ἡσυχασμό, ταυτοχρόνως μὲ τὴν Περιστερὰ ποὺ ἀποκαλύπτει τὸ Πνεῦμα, βλέπει καὶ τὸν Ἀμνὸ ποὺ ἀποκαλύπτει τὸν Ἰησοῦ.
Ναί, αὐτὸς εἶναι ὁ οὐράνιος πνευματικὸς νόμος. Ἡ Περιστερὰ νὰ ὁδηγεῖ τὴν ὕπαρξη στὸν Ἀμνό. Καὶ φυσικὰ ὅλα αὐτὰ πάντοτε μέσα στὴν ἀναφορά τους ὡς ἰσότιμα πρόσωπα μὲ τὸν Πατέρα.
Ὅσο λοιπὸν περισσότερο συνειδητοποιοῦμε τὴν προσωπικότητα καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τόσο καὶ περισσότερο ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ ὑπάρχουμε παρὰ μὲ τὸν Ἀμνό, μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ. Ἑνωμένοι ἀναποσπάστως μαζί Του. Στὸ Σῶμα Του. Στὴν Ἐκκλησία μας!
Εἴθε, ἀδελφοί μου, νὰ οἰκοδομηθοῦν οἱ καρδιές μας σὲ κατοικητήριον ὅπου θὰ ἀναπαύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον καὶ ταυτοχρόνως νὰ συνειδητοποιήσουμε τὸν λόγο τοῦ Πνεύματος, ὅτι ὡς πιστὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας «ἐν αὐτῶ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμὲν» (Πράξ. ΙΖ΄ 28).
Ἀμὴν
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου