Μπορείτε να μας βρείτε σε ένα ιστολόγιο για την ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ...ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ 2 και ένα ιστολόγιο για την ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ...ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ 3.Με τιμή,
Πελασγός και συνεργάτες


ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ : Η "ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ" ΠΕΡΝΑΕΙ ΣΕ ΦΑΣΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. ΜΕΙΝΕΤΕ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΟΙ.. ΣΥΝΤΟΜΑ...


«Το Γένος ποτέ δεν υποτάχθηκε στο Σουλτάνο! Είχε πάντα το Βασιλιά του, το στρατό του, το κάστρο του. Βασιλιάς του ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς, στρατός του οι Αρματωλοί και κλέφτες, κάστρα του η Μάνη και το Σούλι»

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Πέμπτη 28 Αυγούστου 2014

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΠΟΔΙΣΤΡΙΑ

Ἐ­πι­μέ­λει­α: Χρή­στου Κ. Δερ­μα­τᾶ

Στὴν Ἱ­ε­ρὰ Μο­νὴ Ζω­ο­δό­χου Πη­γῆς στὸν Πό­ρο, τὴν 30η Ὀ­κτω­βρί­ου 1830 μ᾿ ἐ­πι­ση­μό­τη­τα ἔ­γι­νε ἡ ἔ­ναρ­ξη τῶν μα­θη­μά­των τοῦ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ Σχο­λεί­ου μὲ 15 μα­θη­τές. Ὁ Κυ­βερ­νή­της Κα­ππο­δί­στρι­ας πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε μὲ με­γά­λη εὐ­χα­ρί­στη­ση τὴν ἔ­ναρ­ξη λει­τουρ­γί­ας τῆς Σχο­λῆς, ἀ­πὸ ἀ­να­φο­ρὰ τοῦ Δι­οι­κη­τοῦ Πό­ρου Γ. Γλα­ρά­κη.
Τὸ δι­δα­κτι­κὸ πρό­γραμ­μα προ­έ­βλε­πε τὰ ἑ­ξῆς μα­θή­μα­τα: Δη­λα­δὴ, Ἑλ­λη­νι­κὴ Γλῶσ­σα, Ἱ­ε­ρὰ Κα­τή­χη­ση, Ἱ­στο­ρί­α καὶ Ξυ­λουρ­γι­κὴ. Σὲ με­γα­λύ­τε­ρη τά­ξη προ­βλέ­πον­ταν Λο­γι­κή, Ρη­το­ρι­κή, Ἑρ­μη­νεί­α Γρα­φῶν, Δογ­μα­τι­κὴ Θε­ο­λο­γί­α καὶ Με­θο­δι­κὴ τῶν Ἱ­ε­ρῶν Κα­νό­νων Δι­δα­σκα­λί­α.
Στὴν ἐ­πι­στο­λὴ ποὺ ἀ­πέ­στει­λε ὁ Κυ­βερ­νή­της πρός τοὺ­ς «Σε­βα­στοὺς Δι­δα­σκά­λους τῆς Σχο­λῆς» τό­νι­ζε χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά: «Ἀρ­χὴν τοῦ θεί­ου ἔρ­γου, ποι­ού­με­νοι, ἀ­φει­δῶς, τοῦ θεί­ου εὐ­χό­με­θα με­θ᾿ ὑ­μῶν νὰ ἴ­δω­μεν ἀ­ξί­ους καρ­ποὺς τῶν πνευ­μα­τι­κῶν σας κό­πων, τῶν προ­σπα­θει­ῶν τῆς Κυ­βερ­νή­σε­ως καὶ τῶν προσ­δο­κι­ῶν τοῦ Ἔ­θνους». (Γε­νι­κὴ Ἐ­φημ. Τῆς Ἑλ­λά­δος ἔ­τος Ε! (1830)  σελ. 423). Ὅ­ρι­σε ἐ­πί­σης, οἱ δα­πά­νες τῆς Σχο­λῆς νὰ βα­ρύ­νουν τὴν Κυ­βέρ­νη­ση, τὶς Ἐ­πι­σκο­πές, τὶς πλη­σι­έ­στε­ρες Μο­νὲς κα­θὼς καὶ δι­ά­φο­ρα κλη­ρο­δο­τή­μα­τα. Ἀ­ξι­ο­ση­μεί­ω­το εἶ­ναι τὸ γε­γο­νός, ὅ­τι, ἀ­μέ­σως ἔ­σπευ­σαν οἱ Ἐπί­σκο­ποι νὰ συν­δρά­μουν οἰ­κο­νο­μι­κὰ τὴ Σχο­λὴ κα­θὼς καὶ οἱ Ἡ­γού­με­νοι τῶν Μο­νῶν. Ἡ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ Σχο­λὴ τοῦ Πό­ρου, ὑ­πῆρ­ξε ἕ­νας ση­μαν­τι­κὸς σταθ­μὸς στὴν Παι­δεί­α τοῦ Νε­ο­ελ­λη­νι­κοῦ κρά­τους. Ἀ­πο­φοί­τη­σαν δε­κά­δες νέ­οι οἱ ὁ­ποῖ­οι χει­ρο­το­νή­θη­καν κλη­ρι­κοὶ καὶ πρό­σφε­ραν πολ­λὰ στὸ Ἔ­θνος καὶ στὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Τὸ ὄ­νει­ρο ὅ­μως τοῦ Κυ­βερ­νή­τη σὰν βα­θύ­τα­τα εὐ­σε­βής, ἦ­ταν νὰ συ­στή­σει Ἀ­νω­τέ­ρα Θε­ο­λο­γι­κὴ Ἀ­κα­δη­μί­α, σύμ­φω­να μὲ τὰ πρό­τυ­πα τῶν Ρω­σσι­κῶν Θε­ο­λο­γι­κῶν Ἀ­κα­δη­μι­ῶν. Γι᾿ αὐ­τὸ ἀ­μέ­σως με­τὰ τὴν ἐ­κλο­γή του ὡς Κυ­βερ­νή­της τῆς Ἑλ­λά­δας καὶ πρὶν ἀ­να­λά­βει τὰ κα­θή­κον­τά του, εἶ­χε ζη­τή­σει ἀ­πὸ τὸ λό­γι­ο κλη­ρι­κὸ καὶ δά­σκα­λο τοῦ Γέ­νους, Κων­σταν­τῖ­νο Οἰ­κο­νό­μο τῶν ἐ­ξ Οἰ­κο­νό­μων, ὁ ὁ­ποῖ­ος βρι­σκό­ταν τὴν ἐ­πο­χὴ ἐ­κεί­νη στὴν Πε­τρού­πο­λη τῆς Ρω­σσί­ας, νὰ συν­τά­ξει «Σχέ­δι­ο Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς Ἀ­κα­δη­μί­ας». Ὁ σο­φὸς λό­γι­ος-κλη­ρι­κὸς πράγ­μα­τι συ­νέ­τα­ξε τὸ «Σχέ­δι­ο» τὸ ὁ­ποῖ­ο πα­ρέ­δω­σε στὸν Κυ­βερ­νή­τη τὴν 1η Ἰ­ου­λί­ου 1828. Ἐ­ξ αἰ­τί­ας ὅ­μως τῶν δυ­σκο­λι­ῶν καὶ κυ­ρί­ως τῆς ἔλ­λει­ψης χρη­μα­τι­κῶν πό­ρων, δὲν μπο­ροῦ­σε νὰ πραγ­μα­το­ποι­ή­σει ἀ­μέ­σως τὸ με­γα­λε­πή­βο­λο σχέ­δι­ό του. Γι᾿ αὐ­τὸ πε­ρι­ο­ρί­σθη­κε στὴν ἵ­δρυ­ση τῆς «Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς Σχο­λῆς» στὸν Πό­ρο, τῆς ὁ­ποί­ας ὁ βί­ος κα­θὼς καὶ ὁ σχε­δι­α­σμὸς ἱ­δρύ­σε­ως τῆς Θε­ο­λο­γι­κῆς Ἀ­κα­δη­μί­ας τερ­μα­τί­σθη­καν μὲ τὸν πρό­ω­ρο-τρα­γι­κὸ θά­να­το τοῦ Κυ­βερ­νή­τη (27-9-1831).
Τὴση­μαν­τι­κὴαὐ­τὴπρο­σπά­θει­α, ἀ­νόρ­θω­σηςτῆςἘκ­κλη­σί­αςδι­ὰμέ­σουτῆςἘκ­κλη­σι­α­στι­κῆςΠαι­δεί­ας, τὴνὁ­ποί­απα­ρα­μέ­λη­σεἐν­τε­λῶςτὸΒαυ­βα­ρι­κὸ-κρα­τού­με­νοκρά­τος, θ᾿ἀ­να­πλη­ρώ­σειτὸ 1843 ἡγεν­ναί­ασυν­δρο­μὴτῶνἀ­ει­μνή­στωνἀ­δελ­φῶνΡι­ζά­ρημὲτὴνἵ­δρυ­σητῆς «Ρι­ζα­ρεί­ουἘκ­κλη­σι­α­στι­κῆςΣχο­λῆς».
Ἡπο­λι­τι­κὴτοῦΚυ­βερ­νή­τηἔ­ναν­τιτοῦΟἰ­κο­υμενι­κοῦΠα­τρι­αρ­χεί­ου: ΟἱἘκ­κλη­σι­α­στι­κὲςἘπαρ­χί­εςτοῦἙλ­λα­δι­κοῦχώ­ρου, ἐξαρ­τῶν­τοπνευ­μα­τι­κὰκαὶδι­οι­κη­τι­κὰἀ­πὸτὸἔ­τος 731 ἀ­πὸτὸΟἰ­κου­με­νι­κὸΠα­τρι­αρ­χεῖ­ο. Οἱμα­κρο­χρό­νι­εςὅ­μωςἐ­πα­να­στα­τι­κὲςἐ­πι­χει­ρή­σειςτῶνἙλ­λή­νωνκαὶἡδη­μι­ουρ­γί­αἐ­λεύ­θε­ρουκρά­τους, ἐ­πέ­φε­ραντρο­με­ρὲςδυ­σκο­λί­εςἐ­πι­κοι­νω­νί­αςμὲτὴνΚων­σταν­τι­νού­πο­λη, «τὸκέν­τροτῆςἐ­χθρι­κὰδι­α­κεί­με­νηςπρὸςτὴνἐ­πα­να­στα­τη­μέ­νηἙλ­λά­δαὈθω­μα­νι­κῆςαὐ­το­κρα­το­ρί­ας». Ἔτ­σιἀ­πὸτὸ 1821 ἔ­χου­μεστὸνἙλ­λα­δι­κὸχῶ­ρομί­αἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴἀ­ναρ­χί­α, ἡὁ­ποί­αδη­μι­ούρ­γη­σεπολ­λὰκαὶσο­βα­ρό­τα­τακα­νο­νι­κὰπρο­βλή­μα­τα. Ὁ εὐ­σε­βὴς Κυ­βερ­νή­της ἔ­θε­σε σὲ ἄ­με­ση προ­τε­ραι­ό­τη­τα τὴ λύ­ση τῶν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν προ­βλη­μά­των καὶ τὴν μό­νι­μη τα­κτο­ποί­η­ση τῆς δι­οι­κη­τι­κῆς ὀρ­γά­νω­σης τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας στὴν Ἑλ­λά­δα. Πάν­το­τε ὅ­μως μὲ τὴ συ­ναί­νε­ση τοῦ Οἰ­κου­με­νι­κοῦ Πα­τρι­αρ­χεί­ου, τοῦ ὁ­ποί­ου ἀ­να­γνώ­ρι­ζε πλή­ρως τὴν κα­νο­νι­κὴ δι­και­ο­δο­σί­α. Σὰν δι­ο­ρα­τι­κὸς καὶ ὀ­ξυ­δερ­κὴς πο­λι­τι­κὸς ποὺ ἦ­ταν, πί­στευ­ε πὼς οἱ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὲς ἐ­παρ­χί­ες τῆς Ἑλ­λά­δος, ἔ­πρε­πε νὰ πα­ρα­μεί­νουν ἑ­νω­μέ­νες μὲ τὴ Με­γά­λη Ἐκ­κλη­σί­α γι­ὰ δύ­ο κυ­ρί­ως λό­γους: πρῶ­τον γι­α­τί «ἐ­φο­βεῖ­το μή, δι­α­λυ­ο­μέ­νου τού­του τοῦ δε­σμοῦ, πα­ρει­σφρύ­σῃ μὲν καὶ δι­α­τά­ρα­ξις τοῦ δογ­μα­τι­κοῦ δε­σμοῦ, ἕ­νε­κα τῶν πε­ρὶ τὴν πί­στιν νε­ω­τε­ρι­ζόν­των, κιν­δυ­νεύ­σει δὲ καὶ νὰ δι­α­με­λι­σθεῖ ὁ ἐν τῇ πί­στει ἐν­σε­σαρ­κω­μέ­νος καὶ ἀπ­᾿ αὐ­τῆς ἀ­χώ­ρι­στος Ἑλ­λη­νι­σμὸς». (Χρ. Πα­πα­δο­πού­λου Ἱ­στο­ρί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος Ἀ­θῆ­ναι 1920 σελ. 36). Καὶ δεύ­τε­ρον, γνώ­ρι­ζε τὸν Ἐ­θνι­κὸ ρό­λο τοῦ Οἰ­κου­με­νι­κοῦ Πα­τρι­αρ­χεί­ου στὶς ὑ­πό­δου­λες Ἑλ­λη­νι­κὲς ἐ­παρ­χί­ες. Ἂν ἐ­πέρ­χον­ταν ρή­ξη τοῦ δε­σμοῦ τοῦ ἐ­λεύ­θε­ρου κρά­τους μὲ τὸ Φα­νά­ρι, θὰ δυ­σχε­ραί­νον­ταν σο­βα­ρὰ τὸ σχέ­δι­ο τοῦ Κυ­βερ­νή­τη γι­ὰ τὴν ὁ­λο­κλή­ρω­ση τῆς ἐ­θνι­κῆς ἀ­πο­κα­τά­στα­σης τὴν ὁ­ποί­α εἶ­χε κα­τὰ νοῦν. Πέ­ρα ὅ­μως ἀ­πὸ τὶς πρα­κτι­κὲς ὠ­φέ­λει­ες ποὺ θὰ εἶ­χε ἡ δι­α­τή­ρη­ση αὐ­τοῦ τοῦ δε­σμοῦ, ἡ ἐμ­μο­νὴ τοῦ Κυ­βερ­νή­τη ὀ­φεί­λε­το στὴν βα­θει­ὰ προ­σή­λω­σή του στὴν Ἐκ­κλη­σί­α καὶ τὶς πα­ρα­δό­σεις της. Ἤ­θε­λε τὴν Ἐκ­κλη­σί­α ἐ­λεύ­θε­ρη, νὰ παίρ­νει Αὐ­τὴ τὶς ἀ­πο­φά­σεις ποὺ τὴν ἀ­φο­ροῦν, ἀ­βί­α­στα ἀ­πὸ τὴν πο­λι­τι­κὴ ἐ­ξου­σί­α. Δὲν ἤ­θε­λε μὲ κα­νέ­να τρό­πο νὰ πα­ρέμ­βει στὰ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὰ πράγ­μα­τα.
Ἡ πρώ­τη ἐ­πι­κοι­νω­νί­α τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α μὲ τὸν Οἰ­κου­με­νι­κὸ θρό­νο, ἔ­γι­νε τὸ Μά­ϊ­ο τοῦ 1828, ὕ­στε­ρα ἀ­πὸ ἐγ­κύ­κλι­ο τοῦ Πα­τρι­άρ­χη Ἀ­γα­θαγ­γέ­λου (1826-1830), πρὸς τοὺς κλη­ρι­κοὺς καὶ προ­κρί­τους τῆς Πε­λο­πον­νή­σου καὶ τῶν νή­σων τοῦ Αἰ­γαί­ου Πε­λά­γους, ἡ ὁ­ποί­α τοὺς προ­έ­τρε­πε, ὕ­στε­ρα ἀ­πὸ με­γά­λη πί­ε­ση τοῦ Σουλ­τά­νου, νὰ εἰ­ρη­νεύ­σουν καὶ νὰ συμ­βι­βα­στοῦν μὲ τὴν Ὑ­ψη­λὴ Πύ­λη. Ἡ ἐγ­κύ­κλι­ος ἐ­πε­δό­θη προ­σω­πι­κὰ στὸν Κυ­βερ­νή­τη ἀ­πὸ πεν­τα­με­λῆ ἀ­πο­στο­λὴ Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων τοῦ Πα­τρι­αρ­χεί­ου. Δὲν γνω­ρί­ζου­με τί ἀ­πάν­τη­σε προ­φο­ρι­κὰ στοὺς Ἀρ­χι­ε­ρεῖς ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας, ἀλ­λὰ γνω­ρί­ζου­με τὸ πε­ρι­ε­χό­με­νο τῆς ἀ­παν­τη­τι­κῆς ἐ­πι­στο­λῆς του μὲ ἡ­με­ρο­μη­νί­α 28 Μα­ΐ­ου 1828 πρὸς τὸν «Πα­να­γι­ώ­τα­τον Οἰ­κου­με­νι­κὸν Πα­τρι­άρ­χην καὶ τὴν πε­ρὶ αὐ­τὸν ἁ­γί­αν Σύ­νο­δον».
Ὁ Κυ­βερ­νή­της σὰν ἔμ­πει­ρος δι­πλω­μά­της ποὺ ἦ­ταν, κα­τά­λα­βε ὅ­τι τὸ ἔγ­γρα­φο τοῦ Πα­τρι­άρ­χη ἦ­ταν προ­ϊ­ὸν πι­έ­σε­ως τοῦ Σουλ­τά­νου. Γι᾿ αὐ­τὸ κα­τε­νό­η­σε ἀ­πό­λυ­τα τὴ δύ­σκο­λη θέ­ση του καὶ ἀ­πάν­τη­σε ἀ­νά­λο­γα, μὲ δι­πλω­μα­τι­κὴ γλῶσ­σα. Ἀ­πορ­ρί­πτει βε­βαί­ως τὴν πρό­τα­ση τοῦ Πα­τρι­άρ­χη, ἀλ­λὰ ἀ­πο­δί­δει τὸν «προ­σή­κον­τα σε­βα­σμὸ πρὸς αὐ­τόν». Με­τα­ξὺ τῶν ἄλ­λων ἔ­γρα­φε στὴν ἐ­πι­στο­λή. «Βα­θύ­τα­τα αἰ­σθα­νό­με­θα ὅ,τι ὀ­φεί­λο­μεν εἰς τὴν θέ­σιν τῆς Με­γά­λης Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ τῆς Υ. Πα­να­γι­ό­τη­τος… ἀ­με­τα­θέ­τως εἴ­με­θα προ­ση­λω­μέ­νοι εἰς τὰς ἀρ­χὰς τῆς ἱ­ε­ρᾶς ἡ­μῶν πί­στε­ως. Μα­κά­ρι­οί ἐ­σμεν, ὁσά­κις εὐ­δο­κή­σει ὁ πα­νά­γα­θος Θε­ός, ὥ­στε νὰ δυ­νη­θῇ ἡ Υ. Π. νὰ γέ­νῃ πρὸς ἡ­μᾶς πρό­ξε­νος τῶν ἀ­γα­θῶν, τὰ ὁ­ποῖ­α ὀ­φεί­λει ὡς κε­φα­λὴ τῆς ἁ­γί­ας Ἐκ­κλη­σί­ας εἰς ὅ­λα τὰ τέ­κνα της». (Γε­νι­κὴ Ἐ­φη­μερ. Τῆς Ἑλ­λά­δος, ἔ­τος Γ! (1828) ἀρ. 41 σελ. 169-170). Ὁ δι­ά­δο­χος τοῦ Πα­τρι­άρ­χου Ἀ­γα­θαγ­γέ­λου, Κων­σταν­τῖ­νος ὁ Α!, στὶς 18 Αὐ­γούστου 1830, μὲ τὴν εὐ­και­ρί­α τῆς ἀ­νάρ­ρη­σής του στὸν Πα­τρι­αρ­χι­κὸ θρό­νο ἀ­πέ­στει­λε ἐ­πι­στο­λὴ στὸν Κα­ππο­δί­στρι­α. Με­τα­ξὺ «τῶν αἴ­νων καὶ δο­ξο­λο­γι­ῶν του πρὸς τὸν Θε­ὸν γι­ὰ τὴν ἀ­πε­λευ­θέ­ρω­ση τῶν Ἑλ­λή­νων» ἔ­στει­λε καὶ τὰς «εὐ­λο­γί­ας καὶ εὐ­χὰς του πρὸς τὸν ἀ­ξι­ά­γα­στον… σο­φὸν Κυ­βερ­νή­την καὶ πρύ­τα­νιν τῆς εὐ­δαι­μο­νί­ας τοῦ Ὀρ­θοδό­ξου Ἑλ­λη­νι­κοῦ Ἔ­θνους». Στὴν ἐ­πι­στο­λὴ του ἐ­θί­γε­το τὸ φλέ­γον θέ­μα τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς κοι­νω­νί­ας τῶν Ἐπι­σκο­πῶν τῆς ἀ­πε­λευ­θε­ρω­μέ­νης Ἑλ­λά­δος. Ἔ­πρε­πε κα­τὰ τὸν Πα­τρι­άρ­χη νὰ «δι­α­τρα­νω­θῇ ἡ ἀ­δι­ά­σπα­στος καὶ ἀ­δι­άρ­ρη­κτος ἡμῶν ἕ­νω­σις». Ὁ βα­θει­ὰ προ­ση­λω­μέ­νος στὴν Ἐκ­κλη­σί­α καὶ εὐ­σε­βὴς Κυ­βερ­νή­της, ἀ­πάν­τη­σε στὸν Πα­τρι­άρ­χη πλή­ρως τὴν ἄ­πο­ψή του καὶ κα­τέ­λη­γε «Αὐ­τὴ ἦ­τον, Πα­να­γι­ώ­τα­τε ἐ­ξ ἀρ­χῆς καὶ εἶ­ναι ἡ ἔ­φε­σις τῆς προ­σω­ρι­νῆς Κυ­βερ­νή­σε­ως». Δι­α­βε­βαί­ω­νε τὴν κο­ρυ­φὴ τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, πῶς ἐ­πι­θυ­μοῦ­σε νὰ δεῖ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α στὸ ἐ­λεύ­θε­ρο πλέ­ον Ἑλ­λη­νι­κὸ κρά­τος «ἀ­νι­στά­με­νη καὶ ἀ­νορ­θού­με­νη, ὑ­πὸ τὴν πνευ­μα­τι­κὴν προ­στα­σί­αν τοῦ Πα­τρι­αρ­χεί­ου καὶ τὰς κοι­νὰς ταύ­τας εὐ­χάς ἐ­πι­πο­θεῖ νὰ ἰ­δῇ πλη­ρου­μέ­νας καὶ νὰ συμ­πρά­ξῃ εἰς τὸ μέ­γα τοῦ­τον ἔρ­γον ὅ­λαις δυ­νά­με­σιν, ὑ­πὸ τὴν πνευ­μα­τι­κὴν προ­στα­σί­αν τῆς Υ. Πα­να­γι­ώ­τη­τος». Ἐκ­φρά­ζει τὴν χα­ρὰ του ἐ­πί­σης, δι­ό­τι ἡ Μη­τέ­ρα Ἐκ­κλη­σί­α ἔ­στρε­ψε τὴν προ­σο­χή της πρὸς τὴν Ὀρ­θό­δο­ξον Ἐκ­κλη­σί­αν τοῦ νέ­ου κρά­τους καὶ ὑ­πο­σχέ­θη­κε ν᾿ ἀ­πο­στεί­λει στὸ Πα­τρι­αρ­χεῖ­ο ἀν­τι­πρό­σω­πο τῆς Κυ­βερ­νή­σε­ως γι­ὰ νὰ ἐκ­θέ­σει λε­πτο­με­ρῶς τὴν τρα­γι­κὴ κα­τά­στα­ση τῆς Ἑλ­λη­νι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ζή­τη­σε τέ­λος ἀ­πὸ τὸν Πα­τρι­άρ­χη ἂν ἦ­ταν δυ­να­τὸν νὰ στεί­λει ἐγ­κύ­κλι­ο πρὸς τὸν κλῆ­ρο τοῦ Κρά­τους πῶς νὰ δι­α­φυ­λά­ξει τὸν λα­ὸ ἀ­πὸ τὴ δρά­ση τῶν αἱ­ρε­τι­κῶν. Σὰν ἀν­τι­πρό­σω­πος τῆς Κυ­βερ­νή­σε­ως γι­ὰ ν᾿ ἀ­πο­στα­λεῖ στὸ Πα­τρι­αρ­χεῖ­ο, ἐ­πε­λέ­γη ὁ ἀ­ξι­ο­λο­γώ­τα­τος Μη­τρο­πο­λί­της Ρέ­ον­τος καὶ Πρα­στοῦ Δι­ο­νύ­σι­ος (1812-1833), ὁ ὁ­ποῖ­ος ἐ­κτός τῆς ἀ­κρι­βεί­ας του καὶ τῶν ἄλ­λων ἀ­ρε­τῶν καὶ ἱ­κα­νο­τή­των του, εἶ­χε «βα­θει­ὰν ἐμ­πει­ρί­αν ἐ­πὶ τῶν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν προ­βλη­μά­των».
Ἡ ση­μαν­τι­κὴ ἐ­πι­στο­λὴ τοῦ Κυ­βερ­νή­τη ἔ­γι­νε δε­κτὴ ἀ­πὸ τὸν Πα­τρι­άρ­χη μὲ ἄ­κρα ἱ­κα­νο­ποί­η­ση, γι­α­τί ἀ­φ᾿ ἑνὸς γι­νό­ταν δε­κτὴ ἡ κα­νο­νι­κὴ δι­και­ο­δο­σί­α τοῦ Πα­τρι­αρ­χεί­ου στὶς Ἐπι­σκο­πὲς τῆς Ἑλ­λη­νι­κῆς Ἐ­πι­κρά­τει­ας, ἀ­φ᾿ ἑ­τέ­ρου δι­α­ψεύ­δον­ταν ἐ­πί­ση­μα οἱ φῆ­μες γι­ὰ ἀ­πό­σχι­ση τῆς Ἑλ­λα­δι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἀ­πὸ τὸν Οἰ­κου­με­νι­κὸ θρό­νο. Ἔτ­σι ὁ Πα­τρι­άρ­χης ἀν­τα­πάν­τη­σε γε­μᾶτος χα­ρὰ στὸν Κυ­βερ­νή­τη μὲ ἀ­ξι­ό­λο­γο ἐ­πι­στο­λὴ στὶς 20 Ὀ­κτω­βρί­ου 1830. Δυ­στυ­χῶς ὅ­μως ἡ ἐ­πι­κοι­νω­νί­α με­τα­ξὺ Ἑλ­λη­νι­κῆς Κυ­βερ­νή­σε­ως καὶ Πα­τρι­αρ­χεί­ου δι­ε­κό­πη καὶ ἡ ἀ­πο­στο­λὴ τοῦ Μη­τρο­πο­λί­τη Δι­ο­νυ­σί­ου στὸ Φα­νά­ρι μα­ται­ώ­θη­κε λό­γῳ τῆς δο­λο­φο­νί­ας τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α στὸ Ναύ­πλιο­ στὶς 27 Σε­πτεμβρίου 1831. Ἀ­πὸ τὴν ἀ­πο­φρά­δα ἐ­κεί­νη, γι­ὰ τὸ Ἔ­θνος καὶ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α, ἡ­μέ­ρα, ξε­κί­νη­σε μί­α νέ­α κα­τά­στα­ση γι­ὰ τὶς σχέ­σεις τοῦ Ἑλ­λη­νι­κοῦ Κρά­τους καὶ τοῦ Οἰ­κου­με­νι­κοῦ θρό­νου, κα­θὼς καὶ γι­ὰ τὰ προ­βλή­μα­τα τῆς Ἑλ­λα­δι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ὅ­πως εἶ­ναι γνω­στὸ οἱ ἑ­τε­ρό­δο­ξοι Βαυ­βα­ροί, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἔ­τρε­φαν αἰ­σθή­μα­τα ἀ­πο­στρο­φῆς πρὸς τὴν Ὀρ­θο­δο­ξί­α καὶ τὴν Με­γά­λη Ἐκ­κλη­σί­α, μα­ζὶ μὲ δυ­τι­κο­θρεμ­μέ­νους Ἕλ­λη­νες συ­νερ­γά­τες τοῦ (Φαρ­μα­κί­δη κ.λ.π.) ἀ­πόσχι­σαν τὶς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὲς ἐ­παρ­χί­ες τοῦ ἐ­λεύ­θε­ρου Ἑλ­λη­νι­κοῦ Κρά­τους ἀ­πὸ τὴ δι­και­ο­δο­σί­α τοῦ Οἰ­κου­με­νι­κοῦ Πα­τρι­αρ­χεί­ου καὶ τὸ 1833 ἀ­να­κή­ρυ­ξαν τὴν Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος αὐ­το­κέ­φα­λη, ὁ­ρί­ζον­τας ὡς ἀρ­χη­γὸ Της τὸν ἀ­νή­λι­κο «πα­πι­κὸ» Ὄ­θω­να. Ἔτ­σι ὡς τὸ 1850 ποὺ τὸ Οἰ­κου­με­νι­κὸ Πα­τρι­αρ­χεῖ­ο σὲ ἔν­δει­ξη ἀ­γά­πης θ᾿ ἀ­να­γνω­ρί­σει τὴν Ἑλ­λη­νι­κὴ Αὐ­το­κέ­φα­λη Ἐκ­κλη­σί­α, αὐ­τὴ πα­ρέ­μει­νε σχι­σμα­τι­κὴ καὶ ὑ­πέ­στη πολ­λὰ δει­νά, τὸ δὲ Ἔ­θνος ἀ­πο­στε­ρή­θη­κε τῆς πνευ­μα­τι­κῆς δύ­να­μης τῆς Με­γά­λης Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ τῆς συ­νο­χῆς τῆς ἑ­νό­τη­τας ποὺ πα­ρεῖ­χε ὁ ἐ­θναρ­χι­κὸς Της ρό­λος. Ὁ Ἰ­ω­άν­νης Κα­ππο­δί­στρι­ας ὑ­πῆρ­ξε λοι­πὸν ἕ­να με­γά­λο κε­φά­λαι­ο γι­ὰ τὸ Ἔ­θνος στὶς κρί­σι­μες ἐ­κεῖ­νες ἱ­στο­ρι­κὲς στιγ­μές, τὸ ὁ­ποῖ­ο δὲν ἀ­ξι­ο­ποι­ή­θη­κε ὅ­πως ἔ­πρε­πε καὶ ἡ σύν­το­μη, ἀλ­λὰ γό­νι­μη πο­λι­τι­κὴ τοῦ ὑ­πη­ρε­σί­α, ἀ­πο­τε­λεῖ τὴ δη­μι­ουρ­γι­κό­τε­ρη πε­ρί­ο­δο τῆς Νε­ο­ελ­λη­νι­κῆς ἱ­στο­ρί­ας. Ἡ ἔκ­βα­ση τῶν Ἐθνι­κῶν ὑ­πο­θέ­σε­ων ἀ­πέ­δει­ξε πὼς ἡ πο­λι­τι­κὴ του σ᾿ ὅ­λους τοὺς το­μεῖς ὑ­πῆρ­ξε σω­στή. Ἰ­δι­αί­τε­ρα ἡ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ πο­λι­τι­κή του, ἦ­ταν ἐ­πι­τυ­χὴς καὶ σύμ­φω­νη μὲ τὶς Ὀρ­θό­δο­ξες πα­ρα­δό­σεις καὶ τὴν κα­νο­νι­κό­τη­τα ποὺ ὅ­ρι­ζε ἡ Ἐκ­κλη­σί­α. Ἐ­πι­θυ­μοῦ­σε νὰ Τὴν δεῖ ἀ­νορ­θού­με­νη καὶ ἀ­κμαί­α. Τῆς πα­ρα­στά­θη­κε σὰν δι­ά­κο­νος καὶ ἀ­ρω­γὸς καὶ ὄ­χι σὰν δυ­νά­στης ὅ­πως ἔ­κα­ναν οἱ δι­ά­δο­χοί του. Πολ­λοὶ με­λε­τη­τὲς ὑ­πο­στη­ρί­ζουν πὼς ἂν συ­νε­χί­ζον­ταν ἡ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ πο­λι­τι­κὴ τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α καὶ με­τὰ τὸν ἄ­δι­κο θά­να­τό του, ἡ πο­ρεί­α τῶν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν, ἀλ­λὰ καὶ τῶν Ἐ­θνι­κῶν μας θε­μά­των, θὰ ἦ­ταν δι­α­φο­ρε­τι­κὴ καὶ σα­φῶς ὁ­μα­λό­τε­ρη ἀ­πὸ ἐ­κεί­νη ποὺ δη­μι­ουρ­γή­θη­κε.

ellinikoarxeio.com
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου