Παρά την αμοιβαία έχθρα τους για 35 χρόνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν έχουν κατά το παρελθόν συνεργαστεί εναντίον ενός κοινού εχθρού (Τζιχάντ), όπως όταν εργάστηκαν μαζί για την ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Οι σχέσεις πάλι κλονίστηκαν γρήγορα, όταν η διοίκηση του Αμερικανού προέδρου George W. Bush δήλωσε ότι η Ισλαμική Δημοκρατία αποτελεί μέρος του «άξονα του κακού» και όταν το 2002 ξέσπασε η διαμάχη για το υποτιθέμενο πρόγραμμα των πυρηνικών όπλων της Τεχεράνης. Ωστόσο, οι συγκεκριμένες εντάσεις δεν εμπόδισαν τις δύο πλευρές να συνεργαστούν ξανά το 2003, στην κίνηση των Ηνωμένων Πολιτειών να επηρεάσουν την αλλαγή καθεστώτος στο Ιράκ.
» ΓΙΑ ΤΟ ΙΡΑΝ ήταν θεόσταλτη η απόφαση της Ουάσιγκτον για την ανατροπή της κυβέρνησης των μπααθιστών. Μετέτρεψε τη μεγαλύτερη απειλή για την εθνική ασφάλεια της Τεχεράνης σε μεγάλη γεωπολιτική ευκαιρία. Οι Ιρανοί έκαναν ό,τι μπορούσαν για να διευκολύνουν την ανατροπή της κυβέρνησης με επικεφαλής τον πρώην πρόεδρο του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν. Σε αυτές τις προσπάθειες, οι ιρακινοί εταίροι των Ηνωμένων Πολιτειών -για παράδειγμα, οι σιίτες και Κούρδοι- δρούσαν εκ μέρους του Ιράν. Οι δύο αυτές κοινότητες, οι οποίες για δεκαετίες στερούνταν πολιτικών δικαιωμάτων υπό τη σουνιτική κυριαρχία, έλαβαν τη στήριξη της Ουάσιγκτον και της Τεχεράνης, πρώτον, για να ανατρέψουν την παλιά τάξη και στη συνέχεια προκειμένου να σχηματίσουν ένα κυριαρχούμενο από τους σιίτες κράτος, στο οποίο οι Κούρδοι θα είχαν σημαντική αυτονομία.
» ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ των εννέα χρόνων της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στο Ιράκ, το Ιράν και οι Ηνωμένες Πολιτείες μπλέχτηκαν σε ένα μακράς διάρκειας περίπλοκο παιχνίδι συνεργασίας και ανταγωνισμού. Ως ένα σημείο, οι ανεπίσημες συνομιλίες ήταν ανεπαρκείς, με την Τεχεράνη και την Ουάσιγκτον να ξεκινούν άμεσες δημόσιες συζητήσεις για το μέλλον της μετα-Μπάαθ δημοκρατίας του Ιράκ. Τώρα, καθώς η διαμορφωθείσα κατάσταση από τους Αμερικανούς και τους Ιρανούς αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη πρόκληση μετά το τέλος της σουνιτικής εξέγερσης το 2007, είναι φυσιολογικό οι δύο δυνάμεις να ενώνουν τις δυνάμεις τους για μια ακόμη φορά προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κοινή απειλή. Οι ανησυχίες της Τεχεράνης και της Ουάσιγκτον για το Ισλαμικό Κράτος υπερβαίνουν τα σύνορα του Ιράκ, περιλαμβάνοντας κοινά συμφέροντα στην περιοχή. Η εν εξελίξει διαδικασία της επαναπροσέγγισης διευκολύνει την εν λόγω κοινή δράση. Ετσι, το γεωπολιτικό πλαίσιο για την αμερικανο-ιρανική συνεργασία είναι αρκετά ευνοϊκό.
» ΟΙ ΚΥΡΙΟΙ διαπραγματευτές που ενεπλάκησαν στην ανεπίσημη διπλωματία στο Ομάν, μετά την κατάρρευση του ιρακινού στρατού υπό την απειλή του Ισλαμικού Κράτους, ήταν ο Hossein Amir-Abdollahian, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών του Ιράν για τις αραβικές και αφρικανικές υποθέσεις, και ο Jake Sullivan, σύμβουλος του αντιπροέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Joe Biden. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν εργάστηκαν παρασκηνιακά για την αντικατάσταση του απερχόμενου Ιρακινού πρωθυπουργού Νούρι αλ-Μαλίκι, τον οποίο η Ουάσιγκτον και η Τεχεράνη θεωρούσαν υπεύθυνο για την πολιτική κρίση στο Ιράκ. Επίσης, συνεργάστηκαν προκειμένου να αμβλυνθούν οι εντάσεις μεταξύ των σιιτών και σουνιτών, καθώς και για την άμβλυνση της έντασης μεταξύ της Βαγδάτης και της Αρμπίλ. Τούτου λεχθέντος, Ουάσιγκτον και Τεχεράνη γνωρίζουν ότι η διαχείριση -όταν κρίνεται απαραίτητο- μόνο της πολιτικής διαμάχης μεταξύ των τριών κύριων εθνο-θρησκευτικών ομάδων του Ιράκ δεν είναι αρκετή. Το Ισλαμικό Κράτος αποτελεί στρατιωτική απειλή για το Ιράκ και ούτε ο ιρακινός στρατός ούτε οι κουρδικές δυνάμεις πεσμεργκά είναι σε θέση να αντεπιτεθούν. Αποτελεσματικές επιχειρήσεις εναντίον του Ισλαμικού Κράτους απαιτούν από την Ουάσιγκτον και την Τεχεράνη να στηρίζουν τους κοινούς συμμάχους στο Ιράκ και να συμμετάσχουν σε μια άμεση στρατιωτική ενέργεια.
» ΠΑΡΑ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ότι εργάζονται μαζί, δεν μπορεί να θεωρήσει κάποιος ότι συνεργάζονται ανοιχτά. Οι διοικήσεις του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Μπαράκ Ομπάμα, και του Ιρανού προέδρου, Hassan Rouhani, αντιμετωπίζουν ήδη σημαντικές εσωτερικές αντιδράσεις στις δύσκολες διαπραγματεύσεις τους για το ζήτημα της πυρηνικής ενέργειας, το πρόβλημα ωστόσο έγκειται πέρα αυτών των αντιδράσεων. Υπάρχει πραγματική έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών, που περιορίζει το βαθμό στον οποίο μπορούν να συνεργαστούν εναντίον του ισλαμικού κράτους - ιδιαίτερα στο στρατιωτικό επίπεδο και σε αυτό των πληροφοριών. Καμία πλευρά δεν θέλει να αποκαλύψει στην άλλη τι διαθέτει ή ποιες διαδικασίες ακολουθεί.
» ΑΥΤΗ Η ΔΥΣΠΙΣΤΙΑ δυσκολεύει, για παράδειγμα, τη Δύναμη Quds -τον εξωτερικό βραχίονα της Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς του Ιράν- και το υπουργείο Πληροφοριών και Ασφάλειας να εργαστούν άνετα με την κεντρική διοίκηση του στρατού των ΗΠΑ και της CIA. Αυτός είναι ο λόγος που οι δύο πλευρές είναι πιθανό να συντονίσουν τις αντίστοιχες κινήσεις τους, αντί να εργαστούν στενά μαζί. Στην πραγματικότητα, το Stratfor έχει μάθει ότι Ουάσιγκτον και Τεχεράνη συμφώνησαν για τις περιορισμένες δυνάμεις που η Δύναμη Quds έχει τοποθετήσει στην επαρχία Ντιγιάλα του Ιράκ, προκειμένου να πολεμήσει στο πλευρό των κουρδικών δυνάμεων πεσμεργκά εναντίον του ισλαμικού κράτους.
» ΕΝΩ ΟΙ ΗΠΑ χρησιμοποίησαν μερικές εκατοντάδες στρατιωτικούς συμβούλους στο Ιράκ μετά την πτώση της Μοσούλης στο ισλαμικό κράτος, η Δύναμη Quds διατηρεί εδώ και καιρό παρουσία στο Ιράκ - που ενισχύεται μετά την άνοδο του ισλαμικού κράτους. Επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες και το στρατιωτικό προσωπικό του Ιράν δουλεύουν με τους ίδιους ιρακινούς παράγοντες, κατά καιρούς οι δύο πλευρές εκνευρίζουν η μία την άλλη. Η ενίσχυση της ικανότητας των Ιρακινών να αντιμετωπίζουν την απειλή απαιτεί ότι οι Αμερικανοί και οι Ιρανοί θα διευκολύνουν ο ένας τον άλλον, προκειμένου να αποφεύγεται μια τέτοια κατάσταση.
» ΜΟΛΟΝΟΤΙ οι Ιρανοί έχουν περιορισμένο αριθμό εναέριων εξόδων στο Ιράκ, το μεγαλύτερο μέρος των προσπαθειών της Τεχεράνης θα είναι στο έδαφος, άσχετα εάν πρόκειται για πραγματικές δυνάμεις που έχουν αναλάβει τις ένοπλες συγκρούσεις και την υποστήριξη των ιρακινών δυνάμεων ή την κινητοποίηση των παραστρατιωτικών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ασχοληθούν σε μεγάλο βαθμό με τις αεροπορικές επιχειρήσεις, δεδομένης της αποστροφής που υπάρχει στο εσωτερικό για την αποστολή χερσαίων στρατευμάτων. Αυτό λειτουργεί καλά για τις δύο πλευρές. Οι Ιρανοί δεν διαθέτουν τις εναέριες δυνάμεις που έχουν οι Αμερικανοί και με τους Ιρανούς επικεντρωμένους στις επιχειρήσεις εδάφους εξυπηρετούνται τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών.
» ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ότι οι δύο πλευρές νιώθουν άνετα με την «εργασιακή» αυτή σχέση. Ωστόσο, η κατάσταση στο Ιράκ αποτελεί την κινητήρια δύναμη για τη συνεργασία των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ιράν. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους είναι πιθανό να παραμείνει μία συμφωνία τακτικής, ειδικά όταν έρχεται η ώρα να αντιμετωπίσουν το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία, όπου δεν ευθυγραμμίζονται τα συμφέροντα των δύο χωρών.
ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ: ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΣΥΡΙΟΠΟΥΛΟΥ
Δημοσιεύεται στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου