Γράφει ο Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Ε' Λουκᾶ (Λουκ. ΙΣΤ' 19-31)
Οὐδένα ἴσως ἄλλο πάθος ἔχει τόση δύναμη καὶ οὐδένα ἄλλο ριζώνει τόσο βαθιὰ στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ὅσο τὸ πάθος τοῦ πλουτισμοῦ ποὺ τὶς περισσότερες φορὲς ἐμφανίζεται ὡς δίδυμο μὲ αὐτὸ τῆς φιληδονίας.
Πρόκειται ὄντως περὶ ἰσχυροτάτου πειρασμοῦ, ἀφοῦ ἀρκετὲς φορὲς ὁ Χριστὸς καὶ ὁλόκληρη ἡ γραφὴ κάνουν λόγο γιὰ τὴν ἀρνητικὴ δύναμη καὶ ἕλξη τοῦ πλούτου. Τὴν δύναμη ποὺ τελικῶς ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπώλεια. Αὐτὸ δηλ. πού βλέπουμε στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς παραβολῆς τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου. Μιὰ παραβολὴ πολὺ χαρακτηριστικὴ τὴν ὁποία ὅλοι μας ἔχουμε ἀκούσει ἀρκετὲς φορές, ἀλλὰ σὲ ὁποιαδήποτε οἰκονομικὴ κατάσταση κι ἂν βρισκόμαστε ἀρνούμαστε νὰ ἀποδεχθοῦμε τὴν πραγματικότητα. Τὴν πραγματικότητα ὅτι ὁ πλοῦτος, ἡ σπατάλη καὶ ἡ περιφρόνηση πρὸς τὶς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν εὐτελίζουν τὴν ἀνθρωπίνη προσωπικότητα, ἀποσαθρώνουν τὸν κοινωνικὸ ἱστὸ καὶ τελικῶς κάνουν τὸν ἄνθρωπο, ἰδίως τὸν πλούσιο νὰ....
χάνει τὸν προορισμό του.
Ἀλλὰ χρειάζεται νὰ σταθοῦμε γιὰ λίγο. Νὰ σταθοῦμε καὶ νὰ μελετήσουμε γιατί συμβαίνει αὐτό. Γιατί δηλ. ὁ ἄνθρωπος σὲ ὁποιαδήποτε ἐποχὴ κι ἂν ζεῖ καὶ σὲ ὁποιοδήποτε γεωγραφικὸ στίγμα κι ἂν βρίσκεται, τελικῶς κινδυνεύει νὰ κολλήσει στὸν πλοῦτο μὲ ὅλα του τὰ παρελκόμενα.
Τί εἶναι λοιπὸν αὐτὸ ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ προσκολλᾶται σὲ τέτοιο βαθμὸ ἐπάνω στὸ ἄψυχο χρῆμα καὶ στὴν καλοπέραση; Δοθέντος ὅτι ἐὰν λείπει τὸ πρῶτο, ἀπουσιάζει θέλοντας καὶ μὴ καὶ τὸ δεύτερο. Οἱ λόγοι εἶναι πολλοὶ καὶ προσεγγίζουν τὸν καθένα. Καὶ πρῶτα ἀπ' ὅλα. Ἀπὸ μόνος του καὶ μὲ τὶς πτωχές του δυνάμεις ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται πάντοτε ἕνα φόβο. Φόβο, τόσο γιὰ τὸ παρόν, ὅσο καὶ γιὰ τὸ μέλλον ποὺ ἀνοίγει ἢ ποὺ νομίζει ὅτι ἀνοίγει ἐμπρός του. Αὐτὸς λοιπὸν ὁ φόβος τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀνάγκη νὰ πιαστεῖ ἀπὸ κάπου.
Ἀπὸ κάπου ὅπου θὰ ἐξασφαλίζει τὴν σταθερότητα ὄντας τὸ ἴδιο σταθερὸ καὶ ἀμετάπτωτο. Καὶ ἀπ' ἐδῶ ξεκινᾶ ἡ ἀρχὴ τῆς πλάνης. Ἀπὸ τοῦ σημείου αὐτοῦ ἡ ἀράχνη τοῦ πλούτου τυλίγει τὸν ἱστὸ της γύρω ἀπὸ τὴν ὕπαρξη ποὺ μαγνητίστηκε καὶ αὐτοεγκλωβίστηκε στὸ λάγνο βλέμμα τῆς αἰσχρῆς χρηματικῆς περιουσίας.
Ἀλλὰ ἑνὸς κακοῦ δοθέντος, μύρια ἕπονται. Ἐπειδὴ ἡ καρδιὰ εἶναι ἀδύνατον νὰ ζεῖ καὶ νὰ βιώνει τὸν κατακερματισμὸ μέσα ἀπὸ παράλληλες ἀγάπες, ὁ φόβος, ποὺ δίχως νὰ τὸ κατανοεῖ καὶ ὁ ἴδιος ὁ προσβαλλόμενος, προϊόντος τοῦ χρόνου μεταβάλλεται σὲ “ἀγάπη”, δηλ. σὲ “ἀλκοολίκι τοῦ χρήματος” καὶ τοῦ παράλογου πλουτισμοῦ. Ὅμως, λόγω του ὅτι ὁ πλοῦτος ξεγλιστρᾶ μέσα ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ κατέχοντος αὐτόν, εὐκολότερα ἀπ' ὅτι διαφεύγει τὸ χέλι, τώρα περνᾶ ὁ ἄνθρωπος σ' ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο ποὺ τὸν ρίχνει σὲ σκοτεινότερο βάραθρο. Στὸν ταυτόχρονο φόβο καὶ ἀγάπη τῆς περιουσίας του. Ὅσο περισσότερο ἀγκιστρώνεται ἐπάνω της καὶ τὴν περιπτύσσει μὲ τὴν ἀγάπη του, τόσο περισσότερο βαθαίνει ὁ φόβος μέσα του μήπως καὶ τυχὸν χαθεῖ αὐτὸς ὁ πλουτισμός. Ἀλλὰ τὸ σημεῖο τοῦτο εἶναι ποὺ φέρει καὶ τὸν πλήρη σκοτισμὸ τοῦ νοός. Ἡ δὲ καρδιὰ περνᾶ σὲ μιὰ παρὰ φύσιν ἀγάπη τοῦ φευγαλέου χρήματος καὶ ἡ βούληση σέρνει τὸν πλεγματικὸ ἄνθρωπο σὲ ἀντικρουόμενες καταστάσεις. Στὸ νὰ καταπατᾶ κάθε ἱερὸ καὶ ὅσιο γιὰ τὴν αὔξηση τῆς περιουσίας σὲ κινητὰ καὶ ἀκίνητα, ταυτοχρόνως δὲ τὸν προωθεῖ σὲ ἀκατάσχετη διασκέδαση καὶ σὲ ἀκόρεστη ἀπόλαυση ἀφοῦ ὅπως βλέπει, ὁ χρόνος περνᾶ (ὁ χρόνος εἶναι χρῆμα) καὶ φεύγει σὰν τὸ τρεχούμενο νερό. Ἑπομένως, ἀφοῦ δὲν γνωρίζει ἐὰν καὶ αὔριο θὰ ζεῖ ὥστε νὰ “ἀπολαύσει”, νὰ ὀργιάσει καὶ νὰ ἀποκτήσει ἀκόμα περισσότερα, φαντάζεται κανείς, ἢ μᾶλλον εἶναι ἀδύνατον νὰ φανταστεῖ τὸ ψυχικὸ δράμα τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ.
Σὲ αὐτὴ λοιπὸν τὴν κατάσταση, βρίσκεται καὶ ὁ πλούσιος ποὺ μᾶς περιγράφει ἡ εὐαγγελικὴ παραβολή.
Βεβαίως, γιὰ τὰ θύματα αὐτὰ τοῦ πλουτισμοῦ δὲν ὑπάρχει κάποιος φραγμός. Οἱ δυστυχισμένοι ποὺ ὄχι μόνο κείτονται “πρὸς τὸν πυλώνα αὐτού”, οἱ “Λάζαροι” δηλ. ποῦ “ἐπιθυμοῦν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης”, ἴσως βρίσκονται σὲ καλύτερη κατάσταση ἀπὸ ἄλλους ταλαίπωρους. Ἀπὸ αὐτὰ δηλ. τὰ πτώματα ποὺ ποδοπατήθηκαν γιὰ νὰ ἀνέλθουν αὐτοὶ οἱ “ἐπιτυχημένοι”. Οἱ ἔχοντες “κοινωνικὴ ἐπιφάνεια” καὶ ἀποθεματικὰ κεφάλαια, οἱ πλούσιοι καὶ βεβαίως βεβαίως (οἱ κατὰ κόσμον) εὐυπόληπτοι πολίτες.
Ἀλλὰ σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση ὅταν φθάσει ὁ πλούσιος “ἀνθρωπος”, ἐὰν θέλει νὰ εἶναι συνεπὴς θεράπων τοῦ χρήματος, δὲν μπορεῖ νὰ σταματήσει. Ὑποχρεωτικῶς θὰ περάσει καὶ σὲ ἄλλη “κλίμακα” οἰκονομικῆς στρατηγικῆς καὶ ἰδίως συμπεριφορᾶς. Ἂν ἀνοίξουμε ἔστω καὶ γιὰ ἐλάχιστα τοῦτο τὸ σκοτεινὸ παραπέτασμα, θὰ ἀντικρίσουμε αὐτοὺς ποὺ στὰ χέρια τοὺς κρατοῦν τὸ παγκόσμιο κεφάλαιο. Μπροστὰ δὲ σὲ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν κατορθώσει νὰ ξεριζώσουν τὴν καρδιά τους καὶ στὴν θέση της νὰ μεταμοσχεύσουν τὰ διεθνῆ χρηματιστήρια, οἱ “πλούσιοι” τῆς κάθε κοινωνικῆς ὁμάδας καὶ τῆς κάθε ἐποχῆς, δὲν εἶναι παρὰ τὰ πειθήνια ὄργανα καὶ οἱ μαριονέτες στὰ χέρια τῶν μεγάλων κυρίων. Ἀναγκαία δὲ προϋπόθεση γιὰ νὰ ἀνήκει κανεὶς στὸ club τῶν πλουσίων εἶναι ἡ εὐπειθὴς συμπεριφορὰ πρὸς τὰ μεγάλα ἀφεντικά, ὃ ἐστὶ μεθερμηνευόμενον ἡ γλοιώδης συμπεριφορὰ μὲ τὴν ἰσόβια κάμψη τῆς σπονδυλικῆς στήλης (ὡς ἡ συγκύπτουσα τοῦ εὐαγγελίου) καὶ φυσικὰ ἡ ὑπακοὴ ἕως θανάτου, ἀφοῦ... “υπάρχουν καὶ τὰ ἀτυχήματα”...
Ἐδῶ φυσικὰ δὲν μπορεῖ νὰ σταθεῖ οὔτε πίστη στὸν Θεό, οὔτε ἰδανικά, οὔτε καν εὐρωπαϊκὸς ἀνθρωπισμός. Τίποτε ἀπολύτως δὲν συγκινοῦν τὰ χρηματιστηριακὰ σπλάχνα τῶν ἀνθρώπων ποὺ ὡς ὑπηρέτες τοῦ μαμωνᾶ χρησιμοποιοῦν κάποιες φορὲς ἐκφράσεις περὶ πτωχείας καὶ ἀνθρωπιστικῶν ἀναγκῶν ποὺ δὲ συγκινοῦν παρὰ μόνον τοὺς ἀφελεῖς. Καὶ ἀφελεῖς ὑπάρχουν σὲ ὅλους τους χώρους. Ἴσως δὲ οἱ περισσότερο ἀφελεῖς νὰ εἶναι αὐτοὶ ποὺ στὸν χῶρο τῆς ἐκκλησίας πιστεύουν ὅτι εἶναι ποτὲ δυνατὸν νὰ συνυπάρξουν Χριστὸς καὶ μαμωνᾶς.
Ὅσον ἀφορᾶ τώρα τὶς συναντήσεις καὶ τὶς κομψὲς συζητήσεις τῶν μεγιστάνων τοῦ πλούτου ποὺ διαθέτουν ἀκόμα καὶ “τράπεζες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος” μὲ ψηφοθῆρες ποικίλων ἀποχρώσεων, ποὺ οὐδέποτε φυσικὰ αἰσθάνθηκαν τὴν βάσανο τῆς πείνας, συζητήσεις περὶ ἀγώνων “ἐνάντια στὴ φτώχεια”, περὶ “ἀξιοπρέπειας τῶν ἀνθρώπων” καὶ περὶ “δομικῆς αἰτίας τῆς φτώχειας, ποὺ εἶναι ἡ ἄνιση διανομὴ τοῦ εἰσοδήματος καὶ ἡ “ἀσυδοσία τῶν χρηματοπιστωτικῶν ἀγορών”, αὐτὰ δὲν εἶναι παρὰ καλοστημένες θεατρικὲς παραστάσεις.
Παραστάσεις ποὺ ἐπὶ τῆς οὐσίας ἀναπαράγουν σὲ διαφορετικὰ σκηνικά τα ἴδια καὶ ἀπαράλλακτα κοινωνικὰ δράματα, ἀφοῦ ἐπιτέλους κανένας ἀπὸ τοὺς συνομιλητὲς αὐτοὺς δὲν ἀποδέχεται τὸν Χριστὸ καὶ ἄρα ἐκ τῶν πραγμάτων ἀδυνατοῦν νὰ βοηθήσουν τὸν ἄνθρωπο. Τὸν πτωχὸ Λάζαρο τῆς ἐποχῆς μας, ὁ ὁποῖος γεμάτος πληγὲς καὶ φρικτὰ παραπεταμένος στέκει ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τῶν θεσμοποιημένων ἀρχῶν καὶ τῶν πυλώνων τῆς ἐξουσίας, προσμένοντας κάποια ψίχουλα ἢ τὴν “μεγάλη παρηγοριά, τὴν ἀνακούφιση τοῦ θανάτου”, ὅπως συγκλονιστικὰ καταγράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς καὶ μὲ κομμένη τὴν ἀνάσα παρακολουθοῦμε.
“Οι κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ”.
Ἀλλὰ ὑφίσταται καὶ μεγαλύτερο δράμα. Ποιὸ εἶναι αὐτό; Ὅτι οἱ ἄνθρωποι, πλούσιοι καὶ πτωχοὶ δὲν θέλουν νὰ ἐννοήσουν ὅτι ἡ πραγματικότητα δὲν σταματᾶ μπροστὰ στὸν θάνατο.
Ἡ δεύτερη πράξη τῆς παραβολῆς, ποὺ μᾶς μεταφέρει στὸ “μετὰ ταῦτα...”, ἀποκαλύπτει τὴν ὅλη πραγματικότητα. Τόσο τὴν θετική τοῦ Λαζάρου, ὅσο καὶ τὴν ἀρνητική τοῦ ἄσπλαγχνου πλούσιου.
Βεβαίως, ὁ Λάζαρος δὲν βρέθηκε “εἰς τὸν κόλπον τοῦ Ἀβραάμ” διότι ἁπλῶς ἦταν πτωχός, ἀλλὰ διότι γνώριζε νὰ “διαχειρίζεται” τὴ δυστυχία του, ὑπομένοντας καὶ προσκαρτερώντας. Φαίνεται πὼς ἡ συντροφιὰ ποὺ τοῦ κρατοῦσαν οἱ σκύλοι (γιὰ ν' ἀποδειχθεῖ ὅτι κάποιες φορὲς τὰ ζῶα ἔχουν περισσότερο ἀνθρωπισμὸ ἀπὸ τὰ κτήνη – ἀνθρώπους), τὸν βοηθοῦσε ὥστε νὰ φιλοσοφήσει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ δεῖ τὴν ζωὴ στὶς σωστές της διαστάσεις, καλλιεργώντας διὰ τῆς ὑπομονῆς τὴν ἐλπίδα. Ἀντιθέτως, ὁ πλούσιος μέσα στὸ πολύπλευρο ἄγχος του καὶ στὴν τρέλα ποὺ τὸν περικύκλωνε, τόσο στὸ νὰ μὴ χάσει ἀλλὰ καὶ νὰ αὐξήσει τὸν ἄψυχο ἐραστή του, ὅσο καὶ στὸ νὰ ἀπολαύσει τὶς ἡδονὲς τῆς σαρκός, εἶχε ξεχάσει πὼς ἦταν κι αὐτὸς ἄνθρωπος ὁμοιοπαθὴς πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἀποτέλεσμα αὐτοῦ ἦταν νὰ κλείνει ἑρμητικά τα αὐτιά του στὸ κήρυγμα περὶ τῆς ἄλλης ζωῆς ποὺ ἀναμένει τὸν καθένα μας. Καὶ τοῦτο διότι ὁ ἦχος τοῦ χρυσοῦ, ἡ θέα τοῦ εὐρὼ καὶ τῶν δολλαρίων ἀλλὰ καὶ ὁποιασδήποτε ἄλλης χρηματικῆς μονάδας, ἐξουδετερώνει ὄχι μόνο τὸν ἰσχνόφωνο Μωυσῆ, ἀλλὰ φράσσει μὲ τὸ βουλοκέρι τοῦ διαβόλου τὰ ὦτα στὰ κηρύγματα τῶν σαλπιστῶν τοῦ Πνεύματος. Στοὺς προφῆτες, στοὺς ἀποστόλους καὶ γενικῶς στοὺς ἁγίους καὶ τοὺς κήρυκες τῆς κάθε ἐποχῆς καὶ τοῦ κάθε τόπου, δοθέντος ὅτι ἐρχόμενος ὁ Χριστὸς στὴν ὕπαρξη ποὺ ἀποδέχεται τὸ κάλεσμά του, ἀπὸ τὰ πρῶτα ποὺ φυγαδεύει εἶναι ὁ κερδῶος Ἑρμῆς, μαζὶ μὲ τὴν πλανεύτρα Ἀφροδίτη.
Ἐὰν ὅμως παρ' ἐλπίδα ὁ ἄνθρωπος ἀντὶ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἀγάπης τῶν πτωχῶν ἀδελφῶν, ἐπιμένει νὰ συναυλίζεται στὰ κέντρα τοῦ μαμμωνά, εὐφραινόμενος καθ' ἡμέραν λαμπρῶς, τότε δὲν ἔχει παρὰ νὰ κάνει λίγη ὑπομονή. Λίγη ὑπομονή, καὶ μετὰ βεβαιότητος θὰ ἔλθει ἡ ὥρα ποὺ θὰ διαπιστώσει τὴν ἀξία ὄχι μόνο τῶν χρηματιστηριακῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν ὑπαρξιακῶν μετοχῶν στὶς ὁποῖες εἶχε ἐπενδύσει τὴν ὅλη του ζωή.
Τότε ὅμως θὰ ἀκούσει τὴν τελικὴ φωνὴ ποὺ δυστυχῶς παγιώνει καὶ τὴν κατάσταση στὸν χῶρο τῆς αἰωνιότητος: “τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωή σου. Νῦν δὲ ὀδυνάσαι”.
Ἀμήν.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου