Μπορείτε να μας βρείτε σε ένα ιστολόγιο για την ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ...ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ 2 και ένα ιστολόγιο για την ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ...ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ 3.Με τιμή,
Πελασγός και συνεργάτες


ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ : Η "ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ" ΠΕΡΝΑΕΙ ΣΕ ΦΑΣΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. ΜΕΙΝΕΤΕ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΟΙ.. ΣΥΝΤΟΜΑ...


«Το Γένος ποτέ δεν υποτάχθηκε στο Σουλτάνο! Είχε πάντα το Βασιλιά του, το στρατό του, το κάστρο του. Βασιλιάς του ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς, στρατός του οι Αρματωλοί και κλέφτες, κάστρα του η Μάνη και το Σούλι»

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Ο ΗΡΩΑΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΙΤΣΑΚΗΣ



ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΙΤΣΑΚΗΣ

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΑ ΑΔΕΛΦΙΑ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ !!!!!!!!!!
ΜΕ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΜΠΙΤΣΑΚΗ ΥΠΗΡΕΤΗΣΑΜΕ ΜΑΖΙ ΣΤΟ 251 Τ.Π ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1972-1973)


Ο ΣΚΛΗΡΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΩΤΗ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟΥ
ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΠΙΤΣΑΚΗ ΚΑΙ Ο ΗΡΩΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ

Του Νίκου Μαρκίδη



Η μάχη 

Το πρωί, λοιπόν, της 6ης Αυγούστου, από το βουνό που βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Ελιά και Καραβάς ρίφθηκαν συνθηματικές φωτοβολίδες και αμέσως άλλες φωτοβολίδες με τα ίδια χρώματα από τον Άγιο Γεώργιο και τη θάλασσα και στη συνέχεια... άνοιξαν οι πύλες της κόλασης. 


Οι Τούρκοι ξετύλιγαν ένα πολύ καλά οργανωμένο σχέδιο που με 14 περίπου χιλιάδες στρατό, καταδρομείς, 60 άρματα μάχης, πυροβολικό και τη βοήθεια σκαφών του ναυτικού ξεκινούσαν από τις τρεις πλευρές επίθεση ενάντια σε 50-60 άνδρες του 256 τάγματος πεζικού που με λιανοτούφεκα και λίγες χειροβομβίδες, 2-3 Μπρεν και τη... ψυχή τους, βρέθηκαν εκεί για να... σχηματίσουν μέτωπο και να κρατήσουν ελληνικά τα χωριά Λάπηθος και Καραβάς. Και το τραγικότερο είναι που το ΡΙΚ (Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου) όλες αυτές τις μέρες - μέχρι και την 5η Αυγούστου που το άκουα - έλεγε ότι "τα χωριά Λάπηθος και Καραβάς είναι υπό τουρκική κατοχή" και καλούσε τους κατοίκους της περιοχής ν' αποφύγουν να προσεγγίσουν την περιοχή και τα σπίτια τους! 


Μετά το πρώτο ξάφνιασμα από την επίθεση, προσπαθήσαμε να οργανωθούμε και αρχίσαμε να ανταποδίδουμε τα πυρά. Κύρια έγνοια μας ήταν, να έρθουμε σε επαφή με το διοικητή του λόχου Σταύρο Μπιτσάκη, για να πάρουμε οδηγίες και να συντονιστούμε. 


Οι Τούρκοι όμως, που ήξεραν ακριβώς τις θέσεις μας άρχισαν - ενώ έπεφταν ακόμα βλήματα από το πυροβολικό τους - να κινούνται προς τις οικίες, στις στέγες των οποίων είχαμε τα παρατηρητήρια - φυλάκιά μας. Ήταν μια καλή ευκαιρία για μας να τους προκαλέσουμε εύκολα απώλειες και αυτό κάναμε. Όμως, τα βλήματα από το πυροβολικό και τα τεθωρακισμένα έπεφταν τώρα δίπλα και πάνω στις στέγες των σπιτιών, στα οποία βρισκόμαστε. 


Ο ανθυπολοχαγός Σταύρος Μπιτσάκης έτρεχε, πυροβολώντας με το αυτόματο "Τόμσον" που είχε, από φυλάκιο σε φυλάκιο, αγριεμένος, όρθιος και ακάλυπτος εντελώς φώναζε τους στρατιώτες με τα ονόματά τους, προσπαθούσε να μας εμψυχώσει και να μας φέρει σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, κοντά του και κοντά στο Φοντάνα Αμορόζα, στη στέγη του οποίου έτυχε να βρίσκομαι. 


Και ξαφνικά, σαν να είχα τυφλωθεί και συγχρόνως κουφάθηκα, ενώ από τη σκόνη και το καπνό πνιγόμουνα.. Εχθρικό βλήμα είχε πέσει ανάμεσά μας, πάνω στη στέγη του Φοντάνα Αμορόζα και όσοι δεν κτυπηθήκαμε κατρακυλήσαμε, κυριολεκτικά από τις σκάλες και βρεθήκαμε σ' ένα χωράφι παρα δίπλα. 


Είμαστε 3-4 στρατιώτες και ξαφνικά στην άκρη του χωραφιού βλέπουμε 30-40 άλλους να μας πλησιάζουν... Προσπάθησα να τους μιλήσω και να τους πω να καλυφθούν, γιατί οι Τούρκοι πλησιάζουν από τη νοτιοανατολική πλευρά. Αυτοί όμως δεν απαντούσαν και ξαφνικά... άρχισαν να ουρλιάζουν και να μας πυροβολούν, τρέχοντας κατά πάνω μας... Ήσαν Τούρκοι! 


Εκείνη τη στιγμή δε νομίζω να καταλάβαινα καλά - καλά τι έκανα. Ούρλιαζα κι εγώ, βλαστημούσα τους Τούρκους κι όλη την Τουρκία, γύριζα γύρω - γύρω και πυροβολούσα και... σε μια στιγμή βλέπω δίπλα μου το Σταύρο Μπιτσάκη, καταϊδρωμένο, μπαρουτοκαπνισμένο, να γελά, να βλαστημά και να βρίζει... Οι Τούρκοι εξαφανίστηκαν για μια στιγμή και κοντά μας βρέθηκαν καμιά δεκαριά παιδιά του λόχου. Ο Μπιτσάκης μας είπε να προσπαθήσουμε να κρατηθούμε σ' εκείνο το χωράφι και να τον περιμένομε κι αυτός θα έκανε άλλη μια προσπάθεια να μαζέψει δικούς του στρατιώτες που, ίσως, είχαν μείνει σε κάποιες στέγες σπιτιών ή κοντά σ' αυτά, περιμένοντας βοήθεια ή άλλες διαταγές.


Η δεύτερη επίθεση 


Η επόμενη επίθεση των Τούρκων ήταν πιο βίαιη, πιο μαζική και από το βάθος του δρόμου (από τον Αγ. Γεώργιο) φάνηκαν τα πρώτα άρματα μάχης. Δεν μπορούσαμε να μείνουμε άλλο εκεί. Ενώ συζητούσαμε για το πού ακριβώς θα μπορούσαμε να καλυφθούμε καλύτερα και να περιμένουμε τον ανθυπολοχαγό, οι Τούρκοι βρέθηκαν και πάλι ανάμεσά μας και ήσαν στιγμές, πραγματικά, που στα 5-10 μέτρα δεν μπορούσα να ξεχωρίσω αν οι σιλουέτες που έβλεπα, μέσα στους καπνούς και στη σκόνη, ήσαν σύντροφοι Έλληνες, ή μήπως επρόκειτο για Τούρκους... 


Για άλλη μια φορά, λοιπόν, χάθηκα, βρέθηκα μόνος στη μέση ενός χωραφιού, και πάλι σε μια στιγμή, ακούω θόρυβο πίσω από τις λεμονιές, γυρίζω με το όπλο προτεταμένο και βρίσκομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον Μπιτσάκη. Σε κείνο το σημείο, από την κάτω πλευρά του κύριου δρόμου - προς τη θάλασσα - και στα πρώτα σπίτια του Καραβά, συναντήσαμε μια μαυροφορεμένη γυναίκα, ηλικιωμένη, φοβισμένη και ανήσυχη, η οποία φαινόταν να είναι η τελευταία κάτοικος του χωριού που είχε απομείνει. Μας ζήτησε να την πάρουμε μαζί μας και της εξήγησα πως αυτό ήταν αδύνατο. Της είπα πού ακριβώς ήταν οι Τούρκοι και μιας και δεν ξέραμε αν ήταν απλά μια παραβίαση εκεχειρίας, ή αν ο πόλεμος θα κρατούσε για πολύ, της είπαμε να μπει σε μια αποθήκη - γκαράζ που ήταν εκεί κοντά, να κρυφτεί ώσπου να σταματήσουν οι πυροβολισμοί κι όταν - αν γλιτώναμε - θα δίναμε αναφορά στον Ερυθρό Σταυρό ή στα Ην. Έθνη να την αναζητήσουν. Μας έδωσε την ευχή της η γιαγιά και προχώρησε για να κρυφθεί... 


Κάπου εκεί βρέθηκαν άλλοι 6-8 από τους στρατιώτες του λόχου μας, μαζί κι ο ασυρματιστής κι όλοι μαζί αποφασίσαμε να κινηθούμε συντονισμένα, όπου συναντήσουμε Τούρκους να τους κτυπήσουμε και να επιχειρήσουμε να μαζέψουμε όλο το λόχο. Πολύ γρήγορα, όμως διαπιστώσαμε ότι αυτό ήταν πιο αδύνατο. Σε ένα σημείο, στα δυτικά του χωριού Καραβάς, έδωσε διαταγή ο ανθυπολοχαγός Μπιτσάκης, να οχυρωθούμε πίσω από ένα τοίχο και με μέτωπο προς τον Καραβά - Αγ. Γεώργιο να κρατήσουμε άμυνα, για όσο αντέξουμε (μέχρι να μας σωθούν τα πυρομαχικά ή να σκοτωθούμε).


Πορεία προς τα πίσω 


Δεν είχε περάσει ούτε μισή ώρα και άρχισαν να μας κτυπούν με βλήματα πυροβολικού - όλμων και αμέσως μετά πυροβολισμοί από Τούρκους που βρέθηκαν να έχουν προχωρήσει πίσω από μας προς τη Λάπηθο. Καταλάβαμε τότε, βλέποντας και τα σκάφη του τουρκικού στόλου να προχωρούν στη θάλασσα ακόμα και δυτικότερα της Λαπήθου, ότι η περιοχή είχε γεμίσει από εχθρικές δυνάμεις, ότι δεν υπήρχε πια "μέτωπο" για να κρατήσουμε κι ότι αυτό που μας απέμενε ήταν να μείνουμε κρυμμένοι κάνοντας αντάρτικο ή να οπισθοχωρήσουμε αναζητώντας την έδρα του τάγματος, για ανασυγκρότηση και νέες διαταγές. Εν τω μεταξύ, ο ασυρματιστής, νομίζω τραυματίστηκε ή κάτι άλλο συνέβη στον ασύρματο - έτσι κι αλλιώς μας ήταν άχρηστος γιατί ούτε κάλυψη είχαμε όταν τη ζητήσαμε, ούτε ενισχύσεις μας στείλανε - και αποφασίσαμε να καταστρέψουμε και να θάψουμε τον ασύρματο.


 Στο δρόμο προς την έδρα του τάγματος, που υπολογίζαμε να βρούμε δυτικά της Λαπήθου, κοντά στον κύριο δρόμο, εμπλακήκαμε ξανά σε μάχη και στη σύγχυση που επακολούθησε "χάσαμε" τον ανθυπολοχαγό. Οι ελάχιστοι πια στρατιώτες που ήσαν μαζί μας, 4-5, αποφάσισαν να κατευθυνθούν προς τη Λάπηθο, προχωρώντας, ανάμεσα στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο και τη θάλασσα, προς τα δυτικά. Εγώ δεν τους ακολούθησα επιμένοντας να ψάχνω για τον ανθυπολοχαγό. Πέρασα πάνω από τον κύριο δρόμο, προς την πλευρά του Πενταδάκτυλου και στράφηκα προς τον Καραβά, ξανά. 


Σε κάποια στιγμή είχα χάσει την αίσθηση του χρόνου και μέχρι τώρα δεν ξέρω αν ήταν πρωί ή μεσημέρι ή μετά το μεσημέρι, άκουσα θόρυβο μηχανής αυτοκινήτου και πλησιάζοντας στο δρόμο είδα ένα φορτηγό της Ε.Φ. συνοδευόμενο από ένα λαντρόβερ με ένα αντιαρματικό ΠΑΟ-105, να προχωρεί προς... το στόμα του λύκου. Οι Τούρκοι ήσαν παντού και τα τουρκικά άρματα μάχης προχωρούσαν ήδη προς τη Λάπηθο, έχοντας περάσει τον Καραβά. 


Με κάποιες προφυλάξεις τους πλησίασα και αφού σιγουρευτήκαμε ο ένας για τον άλλο, μιλήσαμε κι έμαθα πως ήσαν στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ που ήρθαν εκεί για να βρουν τον Μπιτσάκη "ζωντανό ή νεκρό", όπως είπαν και να τον συνοδεύσουν προς την έδρα του τάγματος. Αφού τους εξήγησα κι εγώ τι είχε συμβεί, σκορπίσαμε και συνεχίσαμε μαζί την αναζήτηση κι από τις δύο πλευρές του δρόμου, προχωρώντας πάντα προς τον Καραβά. Και, πράγματι, μετά από αρκετή ώρα ξεπετάχτηκε μπροστά μας ο Σταύρος, γερός, από μουντζουρωμένο το πρόσωπο από τους καπνούς και το μπαρούτι, γεμάτος νεύρο κι αποφασιστικότητα, έντονα, όμως τώρα πια προβληματισμένος με τη στάση της Διοίκησης και τα όσα συνέβαιναν... 


Μετά από κάποιες συνεννοήσεις μεταξύ μας, πήρε την απόφαση να μας οδηγήσει όλους μαζί στην έδρα του τάγματος. Αποφασίσαμε να αραιώσουμε να διώξουμε τα οχήματα (φορτηγό και λαντρόβερ με ΠΑΟ-105) και να προχωρήσουμε, μέσα από περιβόλια και κοντά στον αυτοκινητόδρομο προς τη Λάπηθο.


Ο θάνατος του Μπιτσάκη 


Η διαδρομή αυτή, εκτός από τα βλήματα πυροβολικού, όλμων και πολεμικών όπλων που έπεφταν κοντά μας καθ' όλη την πορεία προς τη Λάπηθο, ήταν σχετικά ομαλή που... σε μια στιγμή, ενώ προχωρούσαμε με το Σταύρο Μπιτσάκη μπροστά, είδα πίσω στρατιώτες σε απόσταση περίπου 200 μέτρων και από την πάνω πλευρά του δρόμου προς τον Πενταδάκτυλο. Ήμασταν σίγουροι πως βρήκαμε επιτέλους την έδρα του τάγματος και ξαλαφρωμένοι κάπως, ανεβήκαμε κοντά στον αυτοκινητόδρομο και αρχίσαμε φωνάζουμε προς τους στρατιώτες, λέγοντάς τους ποιοί είμαστε. Είχαμε πλησιάσει περίπου στα 50-60 μέτρα, όταν για μια στιγμή άρχισα να υποψιάζομαι... Άκουα τις φωνές τους αλλά δεν ξεχώριζα ή μάλλον δεν καταλάβαινα τι έλεγαν κι εξακολουθούσαν να έχουν μάλιστα προτεταμένα τα όπλα τους.Ξαφνικά κατάλαβα. Δεν ήσαν δικοί μας, αλλά Τούρκοι. Δεν πρόλαβα να το πως στο Σταύρο και οι Τούρκοι άρχισαν να βάλλουν με καταιγιστικά πυρά εναντίον μας. Οι πύλες της κόλασης άνοιξαν ξανά! Ακούω, ακόμα στ' αυτιά μου τα λόγια του Σταύρου: "Απάνω τους λεβέντες. Απάνω τους και τους φάγαμε". 


Ο Σταύρος, εγώ κι ένας από τους στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ περνάμε τρέχοντας τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο, προχωρούμε προς το μέρος των Τούρκων, και πέφτουμε με τα μούτρα κάτω, στο πρώτο ανάχωμα που συναντούμε. Ανταποδίδουμε τα πυρά και προσπαθούμε να εκτιμήσουμε την κατάσταση. Και η κατάσταση, για άλλη μια φορά είναι τραγική για μας. 


Οι υπόλοιποι στρατιώτες μένοντας κάτω από τον κύριο δρόμο, δεν είχαν που να καλυφθούν και οπισθοχώρησαν προς τα βράχια της θάλασσας. Μείναμε εμείς οι τρεις απέναντι σε 300-500 δεν ξέρω, στρατιώτες. Αργότερα διαπιστώσαμε ότι αυτοί θα πρέπει να ήσαν οι αμφίβιες δυνάμεις καταδρομών που βγήκαν από τη θάλασσα για να μας αποκόψουν το δρόμο προς την έδρα του τάγματος.


"Εδώ θα μείνουμε!.." 
Ο Σταύρος Μπιτσάκης δεν ήθελε να το πιστέψει μ' αγριεμένο βλέμμα κοιτούσε ολόγυρα, φώναζε τον αρχιλοχία της ΕΛΔΥΚ ζητώντας ανταπόκριση και κάλυψη... Μάταια δεν υπήρχε σωτηρία... Και ξαφνικά, το πήρε απόφαση. "Εδώ θα μείνουμε", βροντοφώναξε. Είχα πάψει εγώ, εδώ και πολλή ώρα να σκέφτομαι τον εαυτό μου, τους δικούς μου την όλη κατάσταση. Καθόμουνα και θαύμαζα αυτό το παλικάρι. Ήξερε πως, σχεδόν όλοι τον ταύτιζαν με τη Χούντα και τους φασίστες - προδότες που συνειδητά δούλευαν κάτω από τις εντολές των Αμερικανών και Εγγλέζων. Ένιωθε πικραμένος και προδομένος κι όμως πάντα περήφανος, Έλληνας και Κρητικός ένιωθε το ΧΡΕΟΣ. Ήξερε πως οι αγώνες και η θυσία του θα πήγαιναν χαμένα αλλά ήταν φιλότιμος, ήταν γενναίος, ήταν ο απόγονος των Κρητών και Ελλήνων που για χιλιάδες τόσα χρόνια πολεμούσαν για να κρατήσουν ελεύθερα κι ελληνικά τούτα τα χώματα. Ένιωθε την Κύπρο, όπως την Κρήτη, όπως την Ελλάδα. 


... Ένας ξηρός, μεταλλικός ήχος και το κεφάλι του, που μόλις ανασήκωσε για να δει τον οχτρό και να τ' αδειάσει άλλη μια γεμιστήρα σφαίρες έγειρε κι ακούμπησε στο χώμα. Το άλικο, ελληνικό του αίμα ζυμώθηκε με το ελληνικό χώμα της Λαπήθου, της Κύπρου. Το γενναίο του πνεύμα, η ψυχή του, θα περιπλανιέται ακόμα εκεί, ανάμεσα στις λεμονιές, τις πορτοκαλιές και τις ελιές του Καραβά και της Λαπήθου και θα μας περιμένει να τον αναζητήσουμε, να βρούμε και να θάψουμε το λείψανο, τα κόκαλά του, που έμειναν για πάντα εκεί. 


Την 6η Αυγούστου οι Τούρκοι υπερδιπλασίασαν το προγεφύρωμά τους και από κει - με τη δική μας ανοχή - προχώρησαν μετά μια βδομάδα που πήραν τη μισή Κύπρο. Την 6η Αυγούστου 1974 χάθηκε ο πόλεμος, χάθηκε η Κύπρος!


Κέντρο Πληροφόρησης ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου