Η Ελλάδα χάνει από την Τουρκία την πρωτιά στις ιχθυοκαλλιέργειες
Την πρωτοκαθεδρία στην παραγωγή τσιπούρας και λαβρακίου φαίνεται ότι χάνει η Ελλάδα από την Τουρκία, γεγονός που έρχεται να επιβεβαιώσει ότι ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών βρίσκεται «στο κόκκινο» και απειλείται ευθέως με δραματική συρρίκνωση.
Της Δήμητρας Μανιφάβα
Σύμφωνα με ρεπορτάζ των Financial Times όπου παρουσιάζονται στοιχεία του FAO (πρόκειται για τον οργανισμό τροφίμων και γεωργίας του ΟΗΕ), η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακίου στην Ελλάδα αναμένεται να κλείσει το 2013 στους 94.000 τόνους, υποχωρώντας κατά 7% σε σχέση με πέρυσι, ενώ την ίδια ώρα στην Τουρκία αναμένεται να φτάσει τους 108.000 τόνους, σημειώνοντας αύξηση πάνω από 12%. Μέχρι και πέρυσι η Ελλάδα ήταν η ηγέτιδα δύναμη του κλάδου, ενός κλάδου με τζίρο στην Ευρώπη που υπολογίζεται κοντά στο 1,5 δισ. ευρώ.
Τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος στην Ελλάδα, η εξάπλωση της οικονομικής κρίσης σε παραδοσιακές αγορές-πελάτισσες των ελληνικών ψαριών και βεβαίως η απουσία χάραξης και εφαρμογής στρατηγικού σχεδίου για τον κλάδο βρίσκονται πίσω από την «εκθρόνιση» της Ελλάδος. Από την άλλη, η Τουρκία έκανε ό,τι δεν κάνουμε εμείς: οργανωμένη προώθηση των προϊόντων της σε νέες αγορές, όπως αυτές της Βόρειας Ευρώπης, της Ρωσίας και της Μέσης Ανατολής και καθετοποίηση της παραγωγής έτσι ώστε να εξάγει τελικά προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, έτοιμα να τοποθετηθούν στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Ειδικά σε ό,τι αφορά το τελευταίο, αρκεί να πούμε ότι περίπου το 95% της ελληνικής παραγωγής εξάγεται μη επεξεργασμένο. Καθοριστικό ρόλο, βεβαίως, για την ανάπτυξη των τουρκικών ιχθυοκαλλιεργειών διαδραματίζουν και οι επιδοτήσεις που χορηγούνται στις επιχειρήσεις του κλάδου.
Ο FAO στην έκθεσή του αποδίδει την απώλεια της πρωτιάς από την Ελλάδα στην πτώση των τιμών και στην παράλληλη αύξηση του κόστους των τροφών. Άλλωστε οι εξελίξεις στη Δίας Ιχθυοκαλλιέργειες, η οποία έχει καταθέσει αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, συνδέεται ακριβώς με το παραπάνω: η εταιρεία αδυνατούσε εδώ και καιρό να καλύψει το κόστος των ιχθυοτροφών, διέθετε τα ψάρια σε μικρότερο βάρος από το σύνηθες και οι τιμές έπεφταν. Την πρακτική της διάθεσης των ψαριών σε χαμηλότερο βάρος έχουν ακολουθήσει και άλλες ελληνικές εταιρείες, γεγονός που οδηγεί σε συνολική μείωση της παραγόμενης ποσότητας της Ελλάδος.
Άλλη αιτία για την κάμψη των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργειών είναι η επέκταση της οικονομικής κρίσης στις παραδοσιακές αγορές της Ευρώπης. Όπως σημειώνει στους Financial Times ο Audun Lem, επικεφαλής του Γραφείου Αλιείας του FAO, η Ιταλία, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη καταναλώτρια χώρα τσιπούρας και λαβρακίου (απορροφά το 1/3 της παραγωγής), πλήττεται από την συνεχιζόμενη μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.
Επιπλέον, η αύξηση της αλιείας λευκού βακαλάου στη Βόρεια Ευρώπη έχει ως συνέπεια να πωλείται το είδος αυτός σε μεγάλες αγορές, όπως η γαλλική, σε ελκυστικές τιμές, ασκώντας πιέσεις στην τσιπούρα και το λαβράκι. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση τιμών του FAO, η τιμή για το λαβράκι είναι αυτή την περίοδο κατά 1 ευρώ/κιλό χαμηλότερη σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2012, ενώ της τσιπούρας είναι στα ίδια επίπεδα με πέρυσι.
Βάσει της μελέτης της McKinsey & Company για τις ιχθυοκαλλιέργειες, εάν στον κλάδο γίνονταν συγχωνεύσεις, άνοιγμα σε νέες αγορές και καθετοποίηση της παραγωγής, τότε σε ορίζοντα δεκαετίας θα ήταν δυνατή η αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά 1 δισ. ευρώ, αύξηση των εξαγωγών κατά 782 εκατ. ευρώ και η δημιουργία 20.000 νέων θέσεων εργασίας.
Καθημερινή
Πηγή
Την πρωτοκαθεδρία στην παραγωγή τσιπούρας και λαβρακίου φαίνεται ότι χάνει η Ελλάδα από την Τουρκία, γεγονός που έρχεται να επιβεβαιώσει ότι ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών βρίσκεται «στο κόκκινο» και απειλείται ευθέως με δραματική συρρίκνωση.
Της Δήμητρας Μανιφάβα
Σύμφωνα με ρεπορτάζ των Financial Times όπου παρουσιάζονται στοιχεία του FAO (πρόκειται για τον οργανισμό τροφίμων και γεωργίας του ΟΗΕ), η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακίου στην Ελλάδα αναμένεται να κλείσει το 2013 στους 94.000 τόνους, υποχωρώντας κατά 7% σε σχέση με πέρυσι, ενώ την ίδια ώρα στην Τουρκία αναμένεται να φτάσει τους 108.000 τόνους, σημειώνοντας αύξηση πάνω από 12%. Μέχρι και πέρυσι η Ελλάδα ήταν η ηγέτιδα δύναμη του κλάδου, ενός κλάδου με τζίρο στην Ευρώπη που υπολογίζεται κοντά στο 1,5 δισ. ευρώ.
Τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος στην Ελλάδα, η εξάπλωση της οικονομικής κρίσης σε παραδοσιακές αγορές-πελάτισσες των ελληνικών ψαριών και βεβαίως η απουσία χάραξης και εφαρμογής στρατηγικού σχεδίου για τον κλάδο βρίσκονται πίσω από την «εκθρόνιση» της Ελλάδος. Από την άλλη, η Τουρκία έκανε ό,τι δεν κάνουμε εμείς: οργανωμένη προώθηση των προϊόντων της σε νέες αγορές, όπως αυτές της Βόρειας Ευρώπης, της Ρωσίας και της Μέσης Ανατολής και καθετοποίηση της παραγωγής έτσι ώστε να εξάγει τελικά προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, έτοιμα να τοποθετηθούν στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Ειδικά σε ό,τι αφορά το τελευταίο, αρκεί να πούμε ότι περίπου το 95% της ελληνικής παραγωγής εξάγεται μη επεξεργασμένο. Καθοριστικό ρόλο, βεβαίως, για την ανάπτυξη των τουρκικών ιχθυοκαλλιεργειών διαδραματίζουν και οι επιδοτήσεις που χορηγούνται στις επιχειρήσεις του κλάδου.
Ο FAO στην έκθεσή του αποδίδει την απώλεια της πρωτιάς από την Ελλάδα στην πτώση των τιμών και στην παράλληλη αύξηση του κόστους των τροφών. Άλλωστε οι εξελίξεις στη Δίας Ιχθυοκαλλιέργειες, η οποία έχει καταθέσει αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, συνδέεται ακριβώς με το παραπάνω: η εταιρεία αδυνατούσε εδώ και καιρό να καλύψει το κόστος των ιχθυοτροφών, διέθετε τα ψάρια σε μικρότερο βάρος από το σύνηθες και οι τιμές έπεφταν. Την πρακτική της διάθεσης των ψαριών σε χαμηλότερο βάρος έχουν ακολουθήσει και άλλες ελληνικές εταιρείες, γεγονός που οδηγεί σε συνολική μείωση της παραγόμενης ποσότητας της Ελλάδος.
Άλλη αιτία για την κάμψη των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργειών είναι η επέκταση της οικονομικής κρίσης στις παραδοσιακές αγορές της Ευρώπης. Όπως σημειώνει στους Financial Times ο Audun Lem, επικεφαλής του Γραφείου Αλιείας του FAO, η Ιταλία, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη καταναλώτρια χώρα τσιπούρας και λαβρακίου (απορροφά το 1/3 της παραγωγής), πλήττεται από την συνεχιζόμενη μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.
Επιπλέον, η αύξηση της αλιείας λευκού βακαλάου στη Βόρεια Ευρώπη έχει ως συνέπεια να πωλείται το είδος αυτός σε μεγάλες αγορές, όπως η γαλλική, σε ελκυστικές τιμές, ασκώντας πιέσεις στην τσιπούρα και το λαβράκι. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση τιμών του FAO, η τιμή για το λαβράκι είναι αυτή την περίοδο κατά 1 ευρώ/κιλό χαμηλότερη σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2012, ενώ της τσιπούρας είναι στα ίδια επίπεδα με πέρυσι.
Βάσει της μελέτης της McKinsey & Company για τις ιχθυοκαλλιέργειες, εάν στον κλάδο γίνονταν συγχωνεύσεις, άνοιγμα σε νέες αγορές και καθετοποίηση της παραγωγής, τότε σε ορίζοντα δεκαετίας θα ήταν δυνατή η αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά 1 δισ. ευρώ, αύξηση των εξαγωγών κατά 782 εκατ. ευρώ και η δημιουργία 20.000 νέων θέσεων εργασίας.
Καθημερινή
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου